Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2015

Τα παιδιά του Νοέμβρη


Ο θείος μου ο Γιώργος είναι ο αγαπημένος μου. Ποτέ δεν μου χαλάει χατίρι και πάντοτε μου δίνει τις καλύτερες συμβουλές. Σήμερα, 17 Νοέμβρη, έχω γενέθλια και τον περιμένω πώς και πώς. Να φανταστείτε ότι δεν πήγα στο σχολείο γιατί ο θείος μου έχει υποσχεθεί ότι θα με πάει σε ένα μέρος πολύ σπουδαίο.

Σε ένα μεγάλο σχολείο όπου τα μεγάλα παιδιά σπουδάζουν για να γίνουν σημαντικοί άνθρωποι. Σ’ αυτό το σχολείο -Πολυτεχνείο νομίζω πως το λένε- ήταν κάποτε μαθητής ο θείος μου ο Γιώργος. Και τώρα είναι μεγάλος και τρανός. Φτιάχνει τα ωραιότερα σπίτια του κόσμου!

«Έχεις γενέθλια μια από τις πιο σημαντικές ημερομηνίες που σημάδεψαν την Ελλάδα!», μου είπε μόλις ήρθε προσφέροντάς μου μια τεράστια αγκαλιά λουλούδια.

Εγώ δεν πολυκατάλαβα τι εννοούσε αλλά φαντάστηκα ότι για να το λέει ο θείος θα έχει δίκιο. Αυτό που με παραξένεψε περισσότερο ήταν ότι στο άλλο χέρι κρατούσε άλλη μια ανθοδέσμη με κόκκινα και άσπρα γαρίφαλα.

«Τούτα τα λουλούδια θα πάμε να τα αφήσουμε στο Πολυτεχνείο μαζί»,  μου είπε αφού είδε ότι το βλέμμα μου περιεργαζόταν με μεγάλη περιέργεια τα γαρίφαλα.

«Στο Πολυτεχνείο; Εκεί που σπούδαζες;», απόρησα.

«Ναι, εκεί. Σήμερα γίνεται μια μεγάλη γιορτή. Μαζί σου γιορτάζω κι εγώ», απάντησε χαρούμενα.

«Γιορτάζεις κι εσύ; Και τόσα χρόνια γιατί δεν μου το είπες;», ρώτησα απορώντας για όλα αυτά.

«Γιατί τότε ήσουν μικρούλα ενώ τώρα που μεγάλωσες ακόμα ένα χρόνο μπορώ να σου πω για όλα όσα έγιναν εκείνο το βράδυ», είπε όλο σοβαρότητα ο θείος, ενώ με πήρε από το χέρι για να κάτσουμε στον μεγάλο καναπέ.

Η μαμά μας έφερε κουλουράκια και πορτοκαλάδες γιατί ο θείος ήταν αποφασισμένος να κουβεντιάσουμε. Ήταν φανερό ότι σήμερα θα μάθαινα μια ιστορία αλλιώτικη.

Μια ιστορία που συνέβη τότε, πριν από σαράντα χρόνια, την ίδια ημερομηνία με τα γενέθλιά μου! Είχα μεγάλη αγωνία να ακούσω τι είχε συμβεί.

«Ήταν 17 Νοέμβρη. 17 Νοέμβρη του 1973. Στην Ελλάδα είχαμε Χούντα».

«Χούντα; Δηλαδή;», ρώτησα αμέσως.

«Δηλαδή τυραννία. Κάποιοι άνθρωποι κυβερνούσαν με τυραννικό τρόπο την πατρίδα μας και δεν άφηναν τον κόσμο να νιώθει ελεύθερος. Να μιλάει ελεύθερα. Να γράφει ελεύθερα. Να τραγουδάει ελεύθερα. Ακόμα και να ζει ελεύθερα. Ήταν σαν να είχαν κλείσει τα στόματα όλων των Ελλήνων με το ζόρι».

«Όπως στην Κατοχή!», είπα, αφού θυμήθηκα όσα είχαμε πει με τη δασκάλα για την 28η Οκτωβρίου και τον φασισμό.

«Κάπως έτσι!», είπε ο θείος και συνέχισε… «Ο φασισμός είναι το χειρότερο πράγμα, παιδί μου! Είναι σαν να έχεις κάθε μέρα σκοτάδι και καθόλου φως. Σαν να αποφασίζουν άλλοι για το πώς θα ζεις, τι θα λες, πώς θα το λες και πού θα το λες».

«Δηλαδή δεν μπορεί να λες ελεύθερα τη γνώμη σου;».

«Ακριβώς! Ο φασισμός είναι ένα τέρας. Μάλιστα, τότε ήταν ένα μικρό τερατάκι που όσο περνούσε ο καιρός όλο και μεγάλωνε. Και όσο μεγάλωνε τόσο δεν άφηνε κανέναν να μιλήσει. Εκείνες τις μέρες ο φασισμός είχε μεγαλώσει πολύ! Τόσο πολύ που είχε μπει ακόμα και μέσα στα πανεπιστήμια».


 
«Και γιατί δεν έκανε κανένας τίποτα;», ρώτησα θυμωμένη.

«Επειδή οι περισσότεροι φοβόντουσαν! Φοβόντουσαν μη βρεθούν στη φυλακή. Ήταν ικανοί να σε φυλακίσουν για τα πιστεύω σου!».

«Μα αυτό είναι άδικο», φώναξα δυνατά.

«Φυσικά. Γι’ αυτό και οι φοιτητές αποφάσισαν να κάνουν κατάληψη μέσα στο Πολυτεχνείο. Να κάνουν μια αρχή για να διώξουνε το τέρας!».

«Τι είναι κατάληψη;», αναρωτήθηκα, αφού σήμερα μάθαινα τόσες καινούργιες λέξεις.

«Είναι όταν μια ομάδα ανθρώπων αποφασίζει να μπει και να παραμείνει σε ένα δημόσιο κτίριο μέχρι να ικανοποιήσουν το αίτημά της. Το δικό μας αίτημα ήταν να φύγει η Χούντα και να έρθει η Δημοκρατία!».

«Ήσουν κι εσύ εκεί, θείε Γιώργο;».

«Ναι, ήμουν εκεί, με συμφοιτητές μου. Φωνάζαμε συνθήματα κατά της Χούντας! Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία!», φώναξε ο θείος και σηκώθηκε όρθιος υψώνοντας το παράστημά του.

«Και δεν φοβήθηκες, θείε, μήπως έρθουν εκείνοι που ταΐζουνε το τέρας και σας διώξουν;».

Ο θείος γέλασε δυνατά και με αγκάλιασε σφιχτά λέγοντάς μου…

«Φοβηθήκαμε λίγο, αλλά ήταν τόσο δυνατή η προσμονή μας για μια ελεύθερη Ελλάδα που δεν λυγίσαμε καθόλου. Κλειστήκαμε μέσα, πίσω από τα κάγκελα, τραγουδώντας για τη δημοκρατία ενώ ο κόσμος μας έφερνε τρόφιμα, ρούχα και φάρμακα».

«Φάρμακα; Μα γιατί;».

«Γιατί δυστυχώς, Σοφάκι μου, έξω από το Πολυτεχνείο υπήρχαν και κάποιοι που δεν δίσταζαν να ασκήσουν βία. Ακόμα και στρατιώτες έστειλαν για να μας τρομάξουν».

Τρόμαξα κι εγώ με όλα αυτά που άκουγα. Ακούς εκεί να μη σε αφήνουν να μιλήσεις! Ακούς εκεί να μη σε αφήνουν να παλέψεις για το πιο πολύτιμο αγαθό που είναι η ελευθερία. Και το χειρότερο, να προσπαθούν να σε φοβίσουν ακόμα και με όπλα.

«Τα μισώ τα όπλα!», σκεφτόμουν, ενώ ο θείος συνέχιζε την αλλόκοτη αυτή ιστορία.

«Μέσα στο Πολυτεχνείο λειτουργήσαμε και ραδιοφωνικό σταθμό. Από εκεί και με τα μεγάφωνα που βγάλαμε έξω καλούσαμε όλο τον κόσμο να αντισταθεί στη Χούντα. Ακόμα και τα αδέρφια μας τους στρατιώτες καλούσαμε να έρθουν μαζί μας. Όμως εκείνα εκτελούσαν εντολές και φοβόντουσαν πιο πολύ από εμάς! Έτσι, δεν άργησε να γίνει το κακό…».

«Ποιο κακό, θείε μου;», ρώτησα με αγωνία.

«Σοφάκι μου, παρόλο που δεν επιτρέπεται από τους κανόνες του κράτους να μπαίνεις μέσα σε πανεπιστήμια και να εισβάλλει διαλύοντας τους φοιτητές, εκείνοι που πίστευαν στον φασισμό έκαναν ακριβώς το αντίθετο».

«Δεν σεβάστηκαν τους κανόνες του κράτους, δηλαδή;».

«Ναι, Σοφάκι μου, δεν σεβάστηκαν ούτε τους νόμους της δημοκρατίας ούτε τους κανόνες του κράτους. Κι έτσι, μόλις νύχτωσε αγρίεψαν τα πράγματα. Κάποιοι πίστεψαν ότι το τέρας που μεγάλωναν τόσα χρόνια θα ζούσε για πολλά χρόνια ακόμα κυβερνώντας την πατρίδα. Έτσι, εκείνοι έδωσαν εντολή για να βγουν οι στρατιώτες με τα τανκς στους δρόμους».

«Πω πω!... Και όπλα και τανκς. Σαν να γινόταν πόλεμος!», είπα. Μα τι παράξενα που ήταν όλα αυτά. Να γίνεται πόλεμος μεταξύ Ελλήνων. Στρατιώτες να επιτίθενται με όπλα και τανκς στους φοιτητές. Τι άσχημα πράγματα!, σκέφτηκα.

«Τραγουδούσαμε όλοι μαζί ενωμένοι τον Εθνικό μας Ύμνο, όταν ξαφνικά ένα τανκ μπήκε μέσα στο Πολυτεχνείο, πλάκωσε την πόρτα, σχεδόν την έλιωσε. Μα δεν έγινε μόνο αυτό. Πίσω από την πόρτα ήταν φοιτητές σκαρφαλωμένοι στα κάγκελα. Κι η πόρτα έπεσε πάνω στα παιδιά που καταπλακώθηκαν και έχασαν τη ζωή τους! Αυτό ήταν… η αρχή του τέλους. Η αρχή για να πέσει ο φασισμός!».

«Έδωσαν ακόμα και τη ζωή τους εκείνοι οι φοιτητές για την ελευθερία…», είπα λυπημένη.

«Ναι. Χρειάστηκε αυτή η εξέγερση των φοιτητών του Πολυτεχνείου για να έχουμε σήμερα δημοκρατία.
Για να μπορείς να μιλάς και να κυκλοφορείς ελεύθερα.

Για να μπορείς να σκέφτεσαι ελεύθερα. Κατάλαβες, λοιπόν, Σοφία μου, γιατί θέλω να πάμε σήμερα εκεί μαζί να αφήσουμε λίγα λουλούδια;».

«Κατάλαβα, θείε Γιώργο. Σήμερα με τα γενέθλιά μου γιορτάζουμε και την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου!».

«Είσαι πολύ σπουδαία!», είπε ο θείος και σηκώθηκε να πιάσει μέσα από το βάζο τα γαρίφαλα.

«Όχι, θείε! Εσύ είσαι σπουδαίος! Γιατί ένωσες τη φωνή σου μαζί με τους άλλους φοιτητές για τη δημοκρατία. Μα πάνω απ’ όλα γιατί μοιράστηκες μαζί μου αυτή την ιστορία!».

Στ’ αλήθεια νιώθω πολύ περήφανη που έχω γενέθλια μια μέρα σαν κι αυτή. Πολύ περήφανη που η 17 Νοέμβρη είναι η μέρα που έγινε η αρχή για να πέσει ο φασισμός.

Πήγαμε με τον θείο κι αφήσαμε εκείνα τα όμορφα γαρίφαλα. Κι όταν τ’ ακούμπησα έκανα μια ευχή:
Ποτέ ξανά μη ζήσει η πατρίδα μου τον φασισμό!

Ζήτω η δημοκρατία!
………………….
ΜΑΡΩ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ

Περιοδικό ΠΑΡΑΘΥΡΟ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ (τ. 84, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2013)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για πες μας, πώς σου φάνηκε;