Κάποτε η Δανία έμεινε
χωρίς βασιλιά. Οι άρχοντες τότε άρχισαν να καβγαδίζουν ποιος θα κερδίσει το
θρόνο, χωρίς να σκέφτονται πως ο λαός,
βασανισμένος από την πείνα, τη φτώχεια και τις αρρώστιες, περίμενε να βρεθεί μια
λύση στο μεγάλο αυτό πρόβλημα. Όλοι παρακαλούσαν τους θεούς ν’ αποκτήσει η
Δανία έναν καλό βασιλιά.
Μια μέρα οι κάτοικοι
ενός όμορφου παραθαλάσσιου χωριού είδαν μακριά μέσα στη θάλασσα ένα μεγάλο
καράβι να έρχεται προς τη στεριά.
Όλοι τότε φοβήθηκαν
μήπως ήταν κάποιος κακός πειρατής που ερχόταν να λεηλατήσει τη χώρα τους.
Φοβισμένοι και περίεργοι ανέβηκαν στον πιο ψηλό λόφο του χωριού και
προσπαθούσαν να μαντέψουν ποιος ήταν ο κυβερνήτης του πλοίου. Το καράβι
πλησίαζε ολοένα τη στεριά, μα κανένας από το πλήρωμα δε φαινόταν. Οι χωρικοί
παρακολουθούσαν κατάπληκτοι από το λόφο. Σε λίγο η πρύμνη του καραβιού
ακούμπησε στην προκυμαία, μα ούτε ένας άνθρωπος δεν έβγαινε έξω απ’ το καράβι.
Όλοι τώρα περίμεναν να δουν τι θα συμβεί. Κανένας δεν κοιμήθηκε δυο μέρες και
δυο νύχτες. Την τρίτη μέρα αποφάσισαν ν’ ανέβουν όλοι μαζί στο καράβι.
Ανέβηκαν με πολλή
προσοχή και ησυχία και είδαν με μεγάλη έκπληξη στη μέση του καραβιού, κάτω από
το μεγάλο κατάρτι, ένα πανέμορφο μεταξωτό χαλί και πάνω του ένα μωρό ξαπλωμένο
σε ροδοπέταλα. Γύρω του ήταν μαζεμένα πολύτιμα στολίδια, χρυσά και ασημένια,
χρυσά νομίσματα, σπαθιά και γυαλιστερές ασπίδες. Αμέσως σκέφτηκαν όλοι ότι οι
θεοί τούς έστειλαν το μεγάλο καράβι σαν σύμβολο της ειρήνης και πάνω σ’ αυτό
τον καινούριο τους βασιλιά. Με χαρές και τραγούδια γιόρτασαν τότε αυτό το τόσο
σπουδαίο γεγονός, που όλοι περίμεναν εδώ και πολύ καιρό.
Ο μικρός βασιλιάς
μεγάλωνε σιγά σιγά και γινόταν έξυπνος και εργατικός. Ο λαός τον αγαπούσε και
τον σεβόταν. Όταν έγινε άντρας, παντρεύτηκε την όμορφη πριγκίπισσα της Σαξονίας
και όλοι γιόρτασαν το χαρούμενο γεγονός με ιδιαίτερη χαρά. Η γιορταστική
ατμόσφαιρα κράτησε αρκετές μέρες και ο λαός έδειξε την αγάπη του στο νέο
βασιλιά και στη βασίλισσα.
Τα χρόνια περνούσαν και
ο βασιλιάς κυβερνούσε με σύνεση και σοφία. Ο λαός δούλευε ευχαριστημένος και ο
στρατός φύλαγε τη χώρα απ’ όλους τους εχθρούς. Η Δανία έγινε τότε ένα δυνατό
και πλούσιο κράτος.
Όταν ο βασιλιάς γέρασε
και κατάλαβε ότι οι δυνάμεις του δεν τον βοηθούσαν πια να κυβερνήσει, κάλεσε τους
πολεμιστές και ζήτησε να τον βάλουν σ’ εκείνο το μεγάλο καράβι που τον έφερε
στη χώρα όταν ήταν μωρό.
Οι πολεμιστές του τότε
σεβάστηκαν την επιθυμία του, τον έντυσαν με τα πιο φανταχτερά και πλούσια ρούχα
και τον έβαλαν πάνω στο καράβι.
Σε λίγη ώρα το μεγάλο
πλοίο ξεκίνησε μόνο του από το λιμάνι, όπως ακριβώς είχε έρθει πριν από πολλά
χρόνια. Οι άνθρωποι, λυπημένοι, έμειναν στην παραλία μέχρι που το καράβι χάθηκε
απ’ τα μάτια τους μέσα στο πέλαγος.
Κανείς ποτέ στη Δανία
δεν ξέχασε τον καλό και δίκαιο βασιλιά, που ήρθε κι έφυγε μ’ εκείνο τον τόσο
παράξενο τρόπο.
ΘΑΛΕΙΑ
ΚΑΛΑΜΠΑΛΙΚΗ-ΜΠΑΟΥ, ΑΝΝΑ ΜΑΡΙΑ ΠΕΖΟΝΕ-ΠΡΙΝΤΣΙΟΥ
(Δεκαπέντε κλωστές δεμένες,
εκδόσεις Πατάκη)
…
Κάθε βδομάδα η Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει ένα κείμενο παιδικής λογοτεχνίας
(παραμύθι ή ποίημα), διήγημα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.
Ένας εικονογράφος ή
ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.
Περιμένουμε τις
εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr
…
Την εικόνα έκανε η Βασιλική Μπαλή.
Ονομάζομαι Μπαλή
Βασιλική και τα τελευταία χρόνια ζω στην Ερατεινή, ένα παραθαλάσσιο χωριό της
Φωκίδας, με την κόρη μου. Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1981 όπου διέμεινα και
σπούδασα Τεχνολόγος Ακτινολόγος. Τώρα δουλεύω στη Ναύπακτο στο αντικείμενό μου,
αλλά τον ελεύθερο χρόνο μου ασχολούμαι με τη ζωγραφική όπως κάνω από πολύ
μικρή. Δε το σπούδασα ποτέ, αλλά έχω παρακολουθήσει περιστασιακά μαθήματα σχεδίου.
Ζωγραφίζω σε ξύλο και ύφασμα ( www.facebook.com/Vasilikicreates
) και τα προϊόντα αυτά τα παρουσιάζω σε τοπικές εκθέσεις.
…
Με αγάπη από τη
Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.
…
Η σελίδα του «Ένα
κείμενο, μία εικόνα» στο facebook:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες μας, πώς σου φάνηκε;