Ένας ζητιάνος καθόταν
στα σκαλιά ενός μεγάλου αρχοντικού σε κάποια πόλη της Ρωσίας και ζητιάνευε.
«Γιατί οι άνθρωποι είναι τόσο αχόρταγοι;» σκεφτόταν. «Πάρε σαν παράδειγμα τον
πρώην ιδιοκτήτη του σπιτιού αυτού. Είχε τεράστιες φυτείες ρυζιού, πολλά λεφτά στις
τράπεζες, θα μπορούσε να ζήσει πλούσια όλη τη ζωή του και να αφήσει τεράστια
κληρονομιά στα παιδιά και στα εγγόνια του. Κι όμως η απληστία του τον οδήγησε
στο να αγοράσει καράβια για να κάνει εξαγωγές και σε άλλες χώρες. Κάποια στιγμή
τα καράβια του βούλιαξαν και τα έχασε όλα. Αναγκάστηκε να πουλήσει το σπίτι του
στον τωρινό ιδιοκτήτη που βέβαια δεν είναι λιγότερο αχόρταγος. Κοίταξε όμως
εμένα: η μόνη μου περιουσία είναι τα ρούχα που φορώ και αυτό το παλιό καπέλο
που χρησιμοποιώ και σαν σακούλι. Το μόνο που θα επιθυμούσα, θα ήταν κάτι να
τρώω, στέγη να κοιμάμαι και θα ήμουν ευτυχισμένος».
Καθώς μονολογούσε έτσι, τον άκουσε η Τύχη:
— Μιλάς τόσο σοφά, του
είπε, που θα ήθελα να σου δώσω μια ευκαιρία να γίνεις πλούσιος. Με μια συμφωνία
όμως: όσα από τα χρυσά νομίσματα μείνουν στο καπέλο είναι δικά σου, όσα πέσουν
έξω, χάνονται για πάντα. Κατάλαβες;
— Πώς δεν κατάλαβα;
έκανε αυτός μην πιστεύοντας στην απρόσμενη τύχη του. Θα προσέξω να μην πέσει
κανένα έξω.
Η Τύχη έκανε μια μαγική
κίνηση και από τις παλάμες της άρχισαν να πέφτουν βροχή τα χρυσά νομίσματα μέσα
στο παλιό καπέλο του ζητιάνου.
— Φτάνουν αυτά; ρώτησε
μόλις τα νομίσματα είχαν φτάσει σχεδόν ως τη μέση.
— Ρίξε κάμποσα ακόμα,
έκανε εκείνος.
Η Τύχη έριξε αρκετά
νομίσματα ακόμα.
— Νομίζω ότι τώρα
φτάνουν, του είπε. Με τα χρήματα που έχεις μπορείς να αγοράσεις ένα ακριβό
σπίτι και δεν θα χρειάζεται να ζητιανεύεις ή να δουλεύεις.
— Όχι, όχι, χωράει
κάμποσα ακόμα, έκανε εκείνος.
Η γυναίκα έριξε ακόμα
μερικά νομίσματα.
— Το καπέλο σου είναι
παλιό, μπορεί να σπάσει, τον προειδοποίησε. Και με αυτά που έχεις τώρα είσαι
από τους πιο πλούσιους ανθρώπους της χώρας
.
— Μη σε νοιάζει, το
καπέλο αντέχει ακόμα, έκανε εκείνος με πάθος στη φωνή του.
Η Τύχη του έριξε και
άλλα νομίσματα. Τώρα το καπέλο ήταν γεμάτο και άρχισε να τρίζει από το πολύ
βάρος.
— Σταματώ τώρα, του
είπε η Τύχη. Το καπέλο σου θα σπάσει, αν ρίξω έστω λίγα νομίσματα ακόμα. Ήδη
είσαι ο πιο πλούσιος άνθρωπος στον κόσμο.
— Ρίξε, ρίξε, χωράει
μερικά νομίσματα ακόμα, είπε εκείνος.
Η Τύχη κούνησε το
κεφάλι και έριξε μερικά ακόμα νομίσματα. Ξαφνικά το παλιό καπέλο σκίστηκε, τα
νομίσματα έπεσαν όλα στα σκαλιά, και χάθηκαν σαν αέρας. Μαζί τους χάθηκε και η
Τύχη.
Ο ζητιάνος έμεινε
κρατώντας το άδειο, σκισμένο, άχρηστο καπέλο. Είχε χάσει τη μεγάλη ευκαιρία. Κι
ήταν πιο φτωχός από πριν. Τώρα δεν είχε καν καπέλο.
(Ρωσία)
ΧΡΗΣΤΟΣ
ΜΑΓΓΟΥΤΑΣ, Η Σοφία των Λαών, εκδόσεις Σαΐτα.
…
Η Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει ένα κείμενο παιδικής λογοτεχνίας
(παραμύθι ή ποίημα), διήγημα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.
Ένας εικονογράφος ή
ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.
Περιμένουμε τις
εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr
…
Την εικόνα έκανε η Νικολέττα Εμμανουήλ.
Η Νικολέττα γεννήθηκε
το 1985 και ζει στη Βέροια. Φοίτησε στο Τεχνικό Επαγγελματικό Λύκειο Βέροιας
-ειδικότητα «Συντήρηση Έργων Τέχνης και Αποκατάστασης», καθώς και στο Ι.Ε.Κ
(Ινστιτούτο Επαγγελματικής Κατάρτισης) ΟΑΕΔ Βέροιας στην ειδικότητα «Τεχνικός Διακόσμησης».
Στον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται με χειροποίητα βιβλία ευχών, προσκλήσεις,
παιδικές τοιχογραφίες και πίνακες.
Η σελίδα της Νικολέττας
στο facebook:
…
Με αγάπη από τη
Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.
…
Η σελίδα του «Ένα
κείμενο, μία εικόνα» στο facebook:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες μας, πώς σου φάνηκε;