Παρασκευή 31 Μαΐου 2019

Ο πρίγκιπας και το κύπελλο



Ήταν μια φορά μια χώρα όπου βασίλευε ένας γενναιόδωρος και καλός βασιλιάς. Ο γιος του ήταν δίκαιος και συνετός άντρας. Ο βασιλιάς τού εμπιστεύτηκε ένα μεγάλο μυστικό που του χάρισε ακόμα μεγαλύτερη σοφία. Δυστυχώς, ένα από τα χωριά του βασιλιά είχε επαναστατήσει κι οι κάτοικοί του ήταν πολύ κακοί. Σε αυτό το χωριό, οι άνθρωποι ήταν πολύ δεμένοι μεταξύ τους και δε συμπαθούσαν τους ξένους. Κάθε φορά που ένας άγνωστος έφτανε στον τόπο τους, τον έβαζαν να περάσει τη δοκιμασία του χρυσού κύπελλου. Από το χωριό περνούσε ένας μακρύς δρόμος. Έπιαναν λοιπόν οι κάτοικοι τον ξένο, γέμιζαν το κύπελλο μέχρι το χείλος, το έβαζαν ανάμεσα στα χέρια του και τον εξανάγκαζαν να διασχίσει το χωριό. «Αν καταφέρεις να διανύσεις όλη τη διαδρομή χωρίς να χύσεις ούτε σταγόνα», του έλεγαν, «αυτό το κύπελλο σου ανήκει. Όμως αν χύσεις έστω και μία σταγόνα, θα μπεις στη φυλακή». Και, για να περιπλέξουν ακόμα περισσότερο τη δοκιμασία, από τη μία μεριά του δρόμου στέκονταν οι είρωνες κι από την άλλη οι κόλακες. 

Μια μέρα πέρασε από εκεί ένας ξένος και τον έβαλαν να περάσει τη δοκιμασία. Ήταν τόσο ταραγμένος που, πριν ακόμα ξεκινήσει, έχυσε το κύπελλό του και βρέθηκε στη φυλακή. Αργότερα, ακόμα ένας ξένος πέρασε τη δοκιμασία. Εκείνος προχώρησε στο δρόμο, αλλά άκουσε τους είρωνες που του φώναζαν: «Είσαι άχρηστος, ανίκανος, δε θα τα καταφέρεις ποτέ». Και έχυσε το κύπελλό του. Ένας τρίτος ξένος υποχρεώθηκε να περάσει τη δοκιμασία. Προχώρησε χωρίς να ακούει τους είρωνες. Δυστυχώς, άκουγε τους κόλακες που του έλεγαν: «Μπράβο! Είσαι ο καλύτερος! Είσαι καταπληκτικός!». Ακούγοντάς τους, έχυσε το κύπελλό του. 

Μια μέρα, ο πρίγκιπας, ο γιος του βασιλιά, έφτασε κι εκείνος στο χωριό. Από την κακία τους, οι κάτοικοι χάρηκαν πολύ που θα μπορούσαν να τον βάλουν να περάσει την ίδια δοκιμασία. Χωρίς δεύτερη κουβέντα, ο πρίγκιπας πήρε το κύπελλο. Συγκεντρώθηκε και προχώρησε… χωρίς να ακούει ούτε τους κόλακες ούτε τους είρωνες. Όσο περισσότερο προχωρούσε, τόσο περισσότερο ούρλιαζαν τα πλήθη με τις ειρωνείες και τις κολακείες τους. Όταν ο πρίγκιπας έφτασε στην άκρη του χωριού χωρίς να έχει χύσει ούτε μια σταγόνα, οι κάτοικοι έγιναν έξαλλοι. Με βαριά καρδιά, του παρέδωσαν το χρυσό κύπελλο που του είχαν υποσχεθεί. Προς μεγάλη τους έκπληξη όμως, ο πρίγκιπας τους είπε: «Ακούστε, σας επιστρέφω το κύπελλο ως αντάλλαγμα για τους φυλακισμένους. Ελευθερώστε τους!». Το κύπελλο επιστράφηκε και οι φυλακισμένοι ελευθερώθηκαν. Αφού εξέφρασαν τη χαρά και την ευγνωμοσύνη τους, τον ρώτησαν: «Μα πώς κατάφερες να περάσεις τη δοκιμασία;». Κι ο πρίγκιπας τους απάντησε: «Ο πατέρας μου μου εκμυστηρεύτηκε κάποτε κάτι που θα με προστάτευε, όπως μου είπε, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Το εξής: «Είσαι το πολυαγαπημένο μου παιδί και σε σένα έχω χαρίσει όλη τη στοργή μου». Αντί να ακούω τα ειρωνικά και τα κοροϊδευτικά λόγια, ήμουν συγκεντρωμένος στο κύπελλο και συλλογιζόμουν αυτό το μυστικό αγάπης. Κι αυτό με έσωσε». Οι φυλακισμένοι που είχαν απελευθερωθεί έβαλαν με τη σειρά τους αυτό το μυστικό μέσα στην καρδιά τους. Έπειτα, ο πρίγκιπας τους είπε: «Ελάτε, φίλοι μου, στο γλέντι που έχει ετοιμαστεί για όλους στο παλάτι του βασιλιά».

ΣΑΦΙΚ ΚΕΖΑΒΖΙ
Η Πριγκίπισσα και ο Προφήτης, μετάφραση: Μαρία Ακριβάκη, εκδόσεις Λιβάνη.

Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

Η ιστορία του ηλιοτρόπιου



Το ηλιοτρόπιο δεν ήταν πάντοτε λουλούδι, όπως σήμερα. Ήταν μια ψηλόκορμη, λυγερή κι όμορφη κόρη, που την έλεγαν Κλυτία. Κι ήταν θυγατέρα του Ωκεανού. Τόσο ήταν ωραία, ώστε τη συμπάθησε ο φωτοδότης θεός Ήλιος και ζήτησε να την παντρευτεί. Τον ίδιο αγάπησε τον Ήλιο κι η Κλυτία κι από ώρα σε ώρα θα γίνονταν οι γάμοι τους. Η Αφροδίτη όμως, επειδή είχε θυμώσει με τον Ήλιο, τον έκανε να λησμονήσει την Κλυτία και να θελήσει για γυναίκα του τη Λευκοθόη. Η Κλυτία, πικραμένη, απογοητευμένη, δεν μπορούσε με τίποτα να παρηγορηθεί. Έμενε έξω στα λιβάδια και στα χωράφια, νηστική, μισόγυμνη, αχτένιστη. «Εννιά μέρες μήτε έφαγε μήτε ήπιε τίποτα» λέει ο Οβίδιος. «Μόνο με τη δροσιά της νύχτας και με τα δάκρυά της πάσκισε να ξεγελάσει την πείνα και τη δίψα της. Και σ’ όλο αυτό το διάστημα δε σάλεψε από το χώμα, μα παρακολουθούσε με τα μάτια τον ολόλαμπρο θεό κατά τη διαδρομή του στον ουρανό. Κι έμεινε εκεί για πάντα. Το σώμα της κόλλησε στο χώμα. Τα μέλη της τα σκέπασε θανάσιμη ωχρότητα και μεταμορφώθηκαν σε άχρωμο μίσχο. Το κεφάλι της έγινε λαμπερό λουλούδι, που αν και οι ρίζες του το κρατούν δεμένο στη γη, αυτό γυρίζει διαρκώς κατά τον Ήλιο, που τον λατρεύει ακόμα, έστω κι έτσι όπως είναι μεταμορφωμένο».

ΧΑΡΗΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ,
Μύθοι και περίεργα από τον κόσμο των φυτών, εκδόσεις βιβλιοπωλείον της Εστίας.

Δευτέρα 20 Μαΐου 2019

Περνάει, περνάει η μέλισσα


Περνάει, περνάει η μέλισσα
και τη ρωτώ πού πάει;
«Πάω να βρω φράχτες που άνθισαν,
πετώ να βρω το Μάη!»

Περνάει, περνάει η μέλισσα,
ρωτώ τι πάει να πάρει;
«Από το κρίνο τ’ άρωμα
και μόσχο απ’ το θυμάρι!»

Περνάει, περνάει η μέλισσα,
θέλεις να πας μαζί της;
Να μπεις μες στην κυψέλη της
να δεις και τη ζωή της;

Να πας και στα κελάκια της
το μέλι να μαζέψεις;
Περνάει, περνάει η μέλισσα,
θέλεις κι εσύ να παίξεις;



ΡΕΝΑ ΚΑΡΘΑΙΟΥ
Από το βιβλίο «Ο αγέρας παίζει φλογέρα», εκδόσεις Πατάκη.


Τετάρτη 15 Μαΐου 2019

Χτίστες



Τραγουδάνε οι χτίστες.
Να χτίζεις μη θαρρείς που ‘ναι να τραγουδάς ένα τραγούδι.
Είναι μια υπόθεση
κάπως δύσκολη.
Των οικοδόμων η καρδιά είναι σαν μια πλατεία για γιορτές,
λαμποκοπάει,
μα η σκαλωσιά δεν είναι μια πλατεία για γιορτές,
εκεί ‘ναι λάσπη κι άνεμος και χιόνι,
τα χέρια που ματώνουν.
Εκεί δεν είναι πάντα φρέσκο το ψωμί,
πάντα ο καφές ζεστός δεν είναι.
Να χτίζεις μη θαρρείς που ‘ναι να τραγουδάς ένα τραγούδι,
μα είναι λεβέντες όλο πείσμα οι χτίστες,
κι η οικοδομή ανεβαίνει, μ’ έφοδο τον ουρανό κυριεύει,
ψηλά και πιο ψηλά, πάντα ψηλότερα.
Στο πρώτο κιόλας πάτωμα
αράδιασαν τις γλάστρες, τα λουλούδια,
και πάνω στα φτερά τους τα πουλιά
τον ήλιο φέρνουνε στο πρώτο μπαλκονάκι…

ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ
(μετάφραση Γιάννης Ρίτσος)

Η Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει κείμενα παιδικής λογοτεχνίας (παραμύθια ή ποιήματα), διηγήματα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.

Ένας εικονογράφος ή ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.

Περιμένουμε τις εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr
Την εικόνα έκανε η Έλσα Γιατσάκη.


Γεννήθηκα και μεγάλωσα στη Θεσσαλονίκη. Είμαι καθηγήτρια Αγγλικών σε δημοτικό σχολείο.  Μου αρέσει να δημιουργώ και να δοκιμάζω καινούρια πράγματα. Ασχολούμαι κυρίως με κατασκευές με ποικίλα υλικά. Πρόσφατα είχα αναλάβει την εικονογράφηση ενός βιβλίου δημιουργικής γραφής μιας συναδέλφου. Αγαπώ τις δραστηριότητες στη φύση και ιδιαίτερα τις πορείες στο βουνό.
Με αγάπη από τη Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.

Η σελίδα του «Ένα κείμενο, μία εικόνα» στο facebook: