Αποχαιρετώντας τον Απρίλη κατηφόρισα προς την θάλασσα ακολουθώντας
το μοναχικό μονοπάτι.
Με συνόδεψε ένα ελαφρύ αεράκι
και από ψηλά μου έκαναν σινιάλο ένα κοπάδι πουλιά.
Πόσο ζήλεψα την ελευθερία τους!
Τα αέρινα φτερά τους!
Το καθάριο βλέμμα τους...
Κατόπιν σκόνταψα σε κάτι ξερόκλαδα και από κάτω μου χαμογέλασαν δειλά ένα μπουκέτο ροζ αγριολούλουδα. Είναι η ζωή που αντιστέκεται στις αντιξοότητες, σκέφτηκα.
Με συνόδεψε ένα ελαφρύ αεράκι
και από ψηλά μου έκαναν σινιάλο ένα κοπάδι πουλιά.
Πόσο ζήλεψα την ελευθερία τους!
Τα αέρινα φτερά τους!
Το καθάριο βλέμμα τους...
Κατόπιν σκόνταψα σε κάτι ξερόκλαδα και από κάτω μου χαμογέλασαν δειλά ένα μπουκέτο ροζ αγριολούλουδα. Είναι η ζωή που αντιστέκεται στις αντιξοότητες, σκέφτηκα.
Μια κίτρινη πεταλούδα μου ψιθύρισε: ακολούθησε με.
Με οδήγησε σε μια θάλασσα από ηλιοτρόπια. Και τότε συνέβη κάτι το μαγικό.
Τα λουλούδια έγιναν μικρές, ντελικάτες κίτρινες νεραιδούλες που χόρευαν δίπλα μου, μου στόλιζαν τα μαλλιά
και με προ(σ)καλούσαν στον αιθέριο χορό τους... όμως εγώ τις κοιτούσα λυπημένη
και δάκρυα έτρεχαν απ τα μάτια μου.
Τα πόδια μου λες και καρφώθηκαν στη γη σαν με πλησίασε η πιο μικρή.
Έλα, μου είπε, σου χαρίζω το μαντήλι μου και τα όνειρά μου.
Σε προσκαλώ απόψε στη μαγική χώρα του Μάη.
Εκεί δεν νυχτώνει ποτέ και η λύπη σβήνει παντοτινά με τ’ αποψινά αστέρια.
Η χαρά αιώνια κρατά και το χαμόγελο του ήλιου μας συντροφεύει.
Η Άνοιξη, ως αιώνια έφηβη λικνίζεται, χορεύει αγκαλιά με τις χρυσές ελπίδες!
Πόσο φοβάμαι μικρή μου, της είπα.
Κουβαλάω επάνω μου ένα ιό.
Έναν επικίνδυνο ιό.
Αν σ’ αγκαλιάσω θα αρρωστήσεις εσύ και οι φίλες σου και η χαρά στη χώρα του Μάη θα χαθεί και θα ξανάρθει η λύπη.
Γι’ αυτό άφησέ με να γυρίσω.
Πριν προλάβω να τελειώσω τα λόγια μου ένιωσα έναν υπέροχο κλοιό αγάπης να με περικυκλώνει... να με ζεσταίνει.
Οι νεραϊδούλες μ’ αγκάλιασαν τόσο τρυφερά, που ένιωσα ότι ο ιός και ο φόβος αστραπιαία σαν μαύρο σύννεφο πέταξαν μακριά μου...
Κουβαλάω επάνω μου ένα ιό.
Έναν επικίνδυνο ιό.
Αν σ’ αγκαλιάσω θα αρρωστήσεις εσύ και οι φίλες σου και η χαρά στη χώρα του Μάη θα χαθεί και θα ξανάρθει η λύπη.
Γι’ αυτό άφησέ με να γυρίσω.
Πριν προλάβω να τελειώσω τα λόγια μου ένιωσα έναν υπέροχο κλοιό αγάπης να με περικυκλώνει... να με ζεσταίνει.
Οι νεραϊδούλες μ’ αγκάλιασαν τόσο τρυφερά, που ένιωσα ότι ο ιός και ο φόβος αστραπιαία σαν μαύρο σύννεφο πέταξαν μακριά μου...
Στους ώμους μου άστραφτε το μαγικό μαντήλι της μικρής Νεράιδας
και έτσι ονειρικά φτάσαμε στη χώρα των λουλουδιών του Μάη.
Κατάλαβες; μου είπαν .
Σαν φύγει ο φόβος, η ελπίδα , η χαρά και η αγάπη επιστρέφουν… επιστρέφουν... επιστρέφουν...
Βούιζαν στ αυτιά μου οι τελευταίες λέξεις...
.........
Κατάλαβες; μου είπαν .
Σαν φύγει ο φόβος, η ελπίδα , η χαρά και η αγάπη επιστρέφουν… επιστρέφουν... επιστρέφουν...
Βούιζαν στ αυτιά μου οι τελευταίες λέξεις...
.........
Σαν ξύπνησα οι ακτίνες του ήλιου χόρευαν με τη λουλουδένια
κουρτίνα του δωματίου μου
Ένα δυνατό φώς πλημμύρισε παντού.
Ένα δυνατό φώς πλημμύρισε παντού.
Σηκώθηκα μαγεμένη απ’ τ’ όνειρο ,
άνοιξα την πόρτα... ένα μπουκέτο ηλιοτρόπια
ήταν κρεμασμένο στο πόμολο...
Δεμένα με το μαγικό μαντήλι της μικρής νεράιδας...
άνοιξα την πόρτα... ένα μπουκέτο ηλιοτρόπια
ήταν κρεμασμένο στο πόμολο...
Δεμένα με το μαγικό μαντήλι της μικρής νεράιδας...
Κείμενο: Χρύσα Μπαφούτσου
Εικόνα: Νίκος Πολυχρονόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες μας, πώς σου φάνηκε;