Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2022

Ο γκρινάρης Κουραμπιές

 


Το γιορτινό τραπέζι για το ρεβεγιόν των Χριστουγέννων ήταν στρωμένο. Η νοικοκυρά έβαζε τις τελευταίες πινελιές πριν έρθουν οι καλεσμένοι. Ακούμπησε την πιατέλα με τους κουραμπιέδες στον πάγκο της κουζίνας και πήγε να ετοιμαστεί.

Από την πιατέλα ακούστηκε ένας ήχος δυσαρέσκειας. Ο κύριος Κουραμπιές σηκώθηκε όρθιος κι έριξε μια ματιά απέναντι. Κούνησε το κεφάλι του και είπε θυμωμένα:

«Nτροπή! Εγώ, ο Κουραμπιές, το γλυκό των γλυκών, που με προσφέρουν στον κόσμο για αρραβώνες, για γάμους και για το δωδεκαήμερο των Χριστουγέννων να βρίσκομαι στο ίδιο τραπέζι μαζί με τα μελομακάρονα και τις δίπλες. Πού καταντήσαμε, πόσο πιο χαμηλά θα πέσω; Ποιος; Εγώ, να είμαι στο ίδιο τραπέζι με τους χειρότερους εχθρούς μου.»

Άρχισε να βηματίζει νευρικά πέρα δώθε. Τότε ακούστηκε η φωνή της γαλοπούλας από τον φούρνο.

«Τι έχεις, βρε γρουσούζη, και γκρινιάζεις χριστουγεννιάτικα; Από τα νεύρα σου θα πικρίσεις σαν φαρμάκι κι αλίμονο σε αυτόν που θα σε φάει.»

«Εσύ να κοιτάς τη δουλειά σου. Όχι επειδή πήρες την θέση του χοιρινού να μας κάνεις κουμάντο! Μας ήρθες από τα ξένα κι έχεις άποψη; Ναι, να το μάθουν όλοι ότι παλιά τα Χριστούγεννα, εδώ στην Ελλάδα, ο κόσμος έτρωγε χοιρινό κρεάς αλλά έφτασαν τα αμερικάνικα έθιμα και πήρες θέση στο εορταστικό τραπέζι. Και θέλεις τώρα να μας το παίζεις ειρηνοποιός.»

«Σήμερα είναι μέρα χαράς. Γεννιέται ο Χριστός κι εσύ αντί να είσαι χαρούμενος, είσαι μέσα στη μαυρίλα. Κακώς είσαι άσπρος, μαύρος θα έπρεπε να είσαι, σαν το κάρβουνο. Τι έχουν τα μελομακάρονα κι οι δίπλες; Μια χαρά γλυκά είναι. Όλοι μας δουλεύουμε σαν ομάδα ώστε το εορταστικό τραπέζι να είναι νόστιμο κι αξέχαστο. Και, δεν μου λες, γιατί είσαστε εχθροί; Τι έχετε να χωρίσετε;»

Την κοίταξε τη γαλοπούλα ο κύριος Κουραμπιές θυμωμένα και απάντησε φωναχτά:

«Τι έχουμε να χωρίσουμε; Πλάκα μου κάνεις; Οι κύριοι θέλουν να μου πάρουν την πρωτιά στα εορταστικά γλυκά. Ιδίως τα μελομακάρονα που με τους νεοτερισμούς τους εμφανίζονται με νέα εμφάνιση, καλυμμένα με σοκολάτα. Έτσι οι άνθρωποι τα προτιμούν κι αφήνουν εμένα τον Κουραμπιέ στην άκρη, λες και δεν είμαι κι εγώ γλυκό Χριστουγέννων. Όσο για τις δίπλες, άσε, να μη μιλήσω και γι’ αυτές τις σιγανοπαπαδιές. Μου μοστράρονται στα μαγαζιά δίπλα στο σιρόπι μελιού και τα εξτρά καρύδια. Κι εκεί που ο πελάτης είναι έτοιμος να με αγοράσει, κερδίζουν το ενδιαφέρον του και ξεχνάει την ύπαρξη μου. Αυτό είναι αθέμιτος ανταγωνισμός. Εγώ έχω μόνο τη λευκή άχνη ζάχαρη. Ούτε στρώση σοκολάτας, ούτε επιπλέον σιρόπι μελιού και άλλα εφέ. Δεν θα τους αφήσω να μου πάρουν τον θρόνο.»

Η γαλοπούλα έβαλε τα γέλια

«Ποιον θρόνο, καλέ μου; Νομίζω αντί για αμύγδαλο στο μυαλό σου έχεις κουκούτσι. Τα κακόμοιρα τα μελομακάρονα κι οι δίπλες δεν είπαν τίποτα κακό. Άλλωστε αυτός είναι ο τρόπος παρασκευής τους. Πώς τολμάς να τους λες εχθρούς όταν δεν σε έχουν πειράξει; Και δίκιο να είχες, μάθε αυτό: ο Χριστός είπε Αγαπάτε αλλήλους. Πώς θέλεις να αποκαλείς τον εαυτό σου γλυκό των Χριστουγέννων, της γιορτής της αγάπης,  ενώ σκορπάς μίσος τριγύρω;»

Ο κύριος Κουραμπιές γύρισε το κεφάλι προς το τραπέζι με το πράσινο τραπεζομάντηλο. Αίσθημα ντροπής τον κατέλαβε. Είχε δίκιο κι ας τα τον πονούσαν τα λόγια της. Έπρεπε να επανορθώσει άμεσα. Πώς όμως; Το κατσουφιασμένο πρόσωπό του άλλαξε. Ένα χαμόγελο το φώτισε.

«Συγγνώμη, γαλοπούλα. Συγγνώμη, μελομακάρονα και δίπλες. Πάμε όλοι μαζί να κάνουμε το φετινό τραπέζι το καλύτερο που έχουν ζήσει μέχρι σήμερα οι καλεσμένοι μας. Καλά Χριστούγεννα σε όλους!»

Πήρε έναν αγιοβασιλιάτικο κόκκινο σκούφο και τον φόρεσε στο κεφάλι του. Αμέσως μετά πήρε ένα κομμάτι κόκκινο χαρτί και έφτιαξε πολλές καρδούλες. Επάνω τους έγραψε Καλά Χριστούγεννα. Μετά άρχιζε να μοιράζει τις καρδιές στους πρώην εχθρούς, στη γαλοπούλα και στη σαλάτα που δεν συμμετείχε καθόλου στη διένεξη.

Η ατμόσφαιρα άλλαξε αμέσως προς το καλύτερο.

Στο τραπέζι κατεφθαναν τα πιάτα και οι καλεσμένοι άρχιζαν να τρώνε ενώ έπιναν παράλληλα κρασί τσουγκρίζοντας τα ποτήρια τους ευχόμενοι Καλά Χριστούγεννα. Τραγούδια και κάλαντα πλημμύριζαν την ατμόσφαιρα ενώ τα φώτα στο χριστουγεννιάτικο δέντρο χρωμάτιζαν όμορφα τον χώρο.  Όλα κυλούσαν όπως έπρεπε. Λίγο μετά το φαγητό η οικοδέσποινα άδειασε το τραπέζι για να φέρει τα γλυκά.

Ο Κουραμπιές περίμενε, με τους φίλους του πια, τα μελομακάρονα και τις δίπλες, να κλείσουν την βραδιά του ρεβεγιόν με αγωνία. Η δικιά τους μεγάλη στιγμή πλησίαζε.  Θα άφηναν μια υπέροχη γλυκιά γεύση στο στόμα των καλεσμένων βάζοντας ένα όμορφο τέλος στο τραπέζι του ρεβεγιόν;

Ο κύριος Κουραμπιές χαιρέτησε με ένα χαμόγελο τους νέους του φίλους λίγο πριν τρία δάκτυλα τον αρπάξουν από την πιατέλα και τον βάλουν ξάπλα σε μια χαρτοπετσέτα που ήταν γεμμάτη με κόκκινους Αγιοβασίληδες. Καθώς βρισκόταν ψηλά στον αέρα φώναξε χαρούμενος δυνατά ενώ κουνούσε το χέρι του χαιρετώντας τους:

«ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ!»

 Η μεγάλη στιγμή είχε φτάσει και είχε ένα μικρό τρακ. Ήταν το πρώτο γλυκό που διάλεξε κάποιος καλεσμένος.

 Ο νεαρός τον πρόσφερε σε μια κοπέλα που καθόταν δίπλα του. Εκείνη πήρε τη χαρτοπετσέτα με το γλυκό. Ποτέ της δεν είχε δοκιμάσει έναν τόσο νόστιμο κουραμπιέ. Η υπέροχη γεύση γέμισε το στόμα της ευχάριστα. Η αποστολή του κύριου Κουραμπιέ είχε στεφθεί από επιτυχία.

 

Σωκράτης Μπουζούκας

1 σχόλιο:

  1. Τουλάχιστον το τίτλος και η βασική ιδέα δεν είανι αυθεντικά! https://biblionet.gr/titleinfo/?titleid=101597&return_url

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Για πες μας, πώς σου φάνηκε;