Φλογερά
Ελένη
Ένα ντελικάτο
λουλούδι
Η τουλίπα ήταν
κάποτε μια όμορφη κοπέλα που ζούσε σε μια μικρή κωμόπολη, στους πρόποδες ενός
λόφου. Της άρεσαν πολύ τα λουλούδια. Ο κήπος της ήταν γεμάτος με πρασιές από γαρδένιες,
καμέλιες, τριανταφυλλιές, γαρυφαλλιές και στον τοίχο του σπιτιού της είχε
αναρριχηθεί ένα γιασεμί.
Την αγάπη της
γι’ αυτά την έκανε επάγγελμα. Άνοιξε ένα ανθοπωλείο στο οποίο πωλούσε τα
λουλούδια που η ίδια καλλιεργούσε και ήταν το πιο όμορφο στη πόλη. Όλοι
σταματούσαν μπροστά στη βιτρίνα του, θαύμαζαν τις υπέροχες συνθέσεις που
έφτιαχνε και μεθούσαν από τις ευωδιές.
Πολλές φορές η
Τουλίπα πειραματιζόταν και έβγαζε καινούργιες ποικιλίες. Κάποια μέρα έκοψε στη
μέση μερικούς βολβούς και αφού ένωσε δύο διαφορετικά είδη μεταξύ τους, τα
φύτεψε. Από αυτήν την ένωση προέκυψε ένα νέο λουλούδι, όμορφο και ντελικάτο, σε ροζ χρώμα. Συνέχισε τους πειραματισμούς και κατάφερε να το
φτιάξει και σε άλλα χρώματα. Μετά τα έβαλε όλα σε πήλινα γλαστράκια και τα
τοποθέτησε σε περίοπτη θέση στη βιτρίνα του ανθοπωλείου. Οι πελάτες της τα θαύμασαν
και τη ρώτησαν πώς ονομαζόταν το καινούργιο λουλούδι με τα τόσα χρώματα και από
πού το έφερε. Τους εξήγησε πως το δημιούργησε μόνη, μετά από πειραματισμούς, αλλά
δεν του είχε δώσει ακόμα όνομα. Τότε όλοι πρότειναν, επειδή ήταν όμορφο και
ντελικάτο όπως η ίδια, να του δώσει το όνομά της. Έτσι, λοιπόν, το λουλούδι
ονομάστηκε «τουλίπα».
Χαραμή
Μεταξία
Μια αληθινή
αγάπη
Η τουλίπα ήταν
κάποτε μια όμορφη κοπέλα κι αγαπούσε τον Πασχάλη, που δούλευε στα χωράφια του
πατέρα της, του μεγαλύτερου γαιοκτήμονα της περιοχής. Ο νεαρός ήταν καλόκαρδος,
μ’ ένα χαμόγελο που της έδιωχνε τη θλίψη. Γιατί ήταν θλιμμένη η Τουλίπα.
Περιορισμένη στο αρχοντικό, μ’ έναν αυστηρό πατέρα.
Μια μέρα
συνάντησε τον καλό της στο δασάκι, κοντά στα κτήματα, αλλά τους πήρε κάποιο μάτι.
Άστραψε και βρόντηξε ο άρχοντας. Άλλα σχέδια είχε για το μοναχοπαίδι του. Επικοινώνησε
με τον φίλο του, τον Χωραφά, τον άλλον μεγάλο άρχοντα της περιοχής, πως ήρθε ο
καιρός για τους αρραβώνες. Είχε γιο συνομήλικο με την Τουλίπα κι από μικρά
παιδιά τα παντρολογούσαν. Θα ένωναν τη γη τους, θα δυνάμωναν. Ο Καμπίσιος, έτσι
ήταν τ’ όνομα του πατέρα της, διέταξε να γίνουν οι ετοιμασίες για τις χαρές.
Όταν της το είπε, έβαλε τα κλάματα και τον παρακαλούσε να την αφήσει να παντρευτεί
τον καλό της. Μάταια. Απογοητευμένη η Τουλίπα μήνυσε στον Πασχάλη να φύγουν
μακριά, να μην μπορεί να τους βρει κανείς. Έτσι κι έγινε. Πριν προλάβουν όμως να
απομακρυνθούν, τους πρόφτασαν οι διώκτες τους. Οι δύο νέοι αγκαλιάστηκαν σφιχτά
και παρακάλεσαν τον θεό της αγάπης να τους προστατέψει. Τότε η κοπέλα έγινε
λουλούδι κι ο νεαρός θάμνος δίπλα στο λουλούδι. Οι στρατιώτες θαμπώθηκαν από
την ομορφιά. Ο κάμπος γέμισε πολύχρωμα λουλούδια, τουλίπες τα είπαν, από το
όνομα της αρχοντοπούλας. Γύρω γύρω, στον φράχτη, σκαρφάλωσαν θάμνοι ανθισμένοι,
με μοβ μπουκέτα. Πασχαλιές τα ονόμασαν αυτά, απ’ το όνομα του νεαρού. Έτσι οι
τουλίπες κι οι πασχαλιές ανθίζουν κάθε άνοιξη και θυμίζουν στους ανθρώπους πως
η αληθινή αγάπη ξεπερνάει τα εμπόδια και βρίσκει τρόπο να ομορφαίνει τη ζωή
μας.
Γράφτηκαν στα πλαίσια συγγραφικής πρόσκλησης στην Αλατοπαρέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες μας, πώς σου φάνηκε;