Πέμπτη 7 Μαρτίου 2024

Το πρώτο χελιδόνι της άνοιξης

 


Σπαθαράκη Κατερίνα

Το πρώτο χελιδονόψαρο

Εκείνη τη χρονιά τα χελιδόνια δεν έλεγαν να εμφανιστούν. Ο χειμώνας που είχε προηγηθεί ήταν τόσο βαρύς, που τα είχε κάνει να πάψουν να πιστεύουν στην άνοιξη. Μάταια οι φίλες τους οι μαργαρίτες, οι παπαρούνες, οι πασχαλίτσες και οι πεταλούδες φώναζαν να έρθουν. Μάταια τα παιδιά τους πετούσαν ψίχουλα, για να βρουν τον δρόμο. Τα χελιδόνια είχαν πάψει να πιστεύουν στην άνοιξη. Ακόμα και το χιόνι στενοχωριόταν με αυτήν την άσχημη εξέλιξη. Αποφάσισε, λοιπόν, ότι κάτι έπρεπε να κάνει. Έκλεισε τις πόρτες και τα παράθυρα για να μην το ενοχλεί κανείς και άρχισε να σκέφτεται πώς να κάνει τα χελιδόνια να ξαναεμπιστευτούν την άνοιξη. Μέχρι που του ήρθε η τέλεια ιδέα! Όλοι ξέρουν πόσο αρέσει στα χελιδόνια να αγναντεύουν και να πετούν πάνω από τη θάλασσα. Τους αρέσει να βλέπουν τη μια στιγμή τα κύματά της να φουσκώνουν με μανία και την επόμενη να γαληνεύουν. Έτσι το χιόνι υποσχέθηκε στα χελιδόνια ότι, εάν διώξουν τους φόβους τους πέρα μακριά και ξανά εμπιστευτούν την άνοιξη, τότε θα τους δώσει λέπια για να κολυμπούν στη θάλασσα. Σχεδόν κανένα χελιδόνι δεν το πίστεψε. Εκτός από ένα χελιδονάκι, που επειδή ήταν ακόμα μικρό, πίστευε εύκολα τους καλούς του φίλους. Άνοιξε λοιπόν της φτερούγες του και πέταξε ψηλά στον ουρανό. Ήταν το πρώτο χελιδονόψαρο!

Χαραμή Μεταξία

Η Ροδούλα περίμενε πώς και πώς το πρώτο χελιδόνι της άνοιξης γιατί τότε θα ξεμπάρκαρε ο μπαμπάς της. Έτσι της είπε στο τηλέφωνο. Κοντεύουν έξι μήνες που έφυγε και τον πεθύμησε. Θα της έφερνε δώρα από την Ιαπωνία. Εκεί πήγε τελευταία. Κιμονό τής υποσχέθηκε, θα είναι σαν γκέισα. Όμως ακόμα έχει κρύο κι η Ροδούλα απογοητεύεται. Ρωτάει τη μαμά κι εκείνη απαντάει ότι αργεί ακόμη. Μα κι αυτό το χελιδόνι τι περιμένει; Να, σήμερα έχει λιακάδα. Ίσως έρθει. Κάθε πρωί που ξυπνάει, τρέχει κάτω από το υπόστεγο. Βάζει τη σκάλα και σκαρφαλώνει. Βλέπει την άδεια χελιδονοφωλιά. Αχ και να την έβλεπε η μαμά. Της είχε απαγορεύσει ν’ ανεβαίνει στη σκάλα. Ευτυχώς δεν την είδε κανείς. Σήμερα στο νηπιαγωγείο η δασκάλα τούς έδωσε μια ζωγραφιά με χελιδόνια. «Κυρία, πότε θα έρθουν τα χελιδόνια;» «Κοντεύουν, Ροδούλα μου, αλλά γιατί ρωτάς;» «Θα έρθει κι ο μπαμπάς μου τότε. Με το πρώτο χελιδόνι της άνοιξης είπε». «Πού είναι ο μπαμπάς σου;» «Είναι ναυτικός, ταξιδεύει. Στην Ιαπωνία πήγε και μετά από εκεί θα ξεμπαρκάρει». «Με το καλό να τον δεχτείς. Δεν θ’ αργήσει. Φλεβάρης φτάνει. Φεύγει ο χειμώνας». Το μεσημέρι γύρισε στο σπίτι χαρούμενη. Ξέρει η κυρία της. Έφτασε ο καιρός. Με το πρώτο χελιδόνι θα έρθει κι ο μπαμπάς. Τον αγαπάει πολύ και της λείπει. Για τη Ροδούλα η άνοιξη είναι η αγκαλιά του. Σκέφτεται τα δώρα που θα της φέρει αλλά εκείνο που την κάνει να χαμογελά είναι τα αστεία του, τα πειράγματά του και τα παιχνίδια τους. Ο μπαμπάς είναι μοναδικός. Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα. Μπαίνει η μαμά γελαστή. «Ροδούλα μου, σε δυο μέρες θα είναι εδώ ο μπαμπάς». «Γιούπιιιιιι!» Η άνοιξη κι ο μπαμπάς θα έρθουν μαζί.

 

Γράφτηκαν στα πλαίσια συγγραφικής πρόσκλησης στην Αλατοπαρέα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για πες μας, πώς σου φάνηκε;