Παρασκευή 25 Αυγούστου 2017

Το πιάτο του Αλέξανδρου



Στο πιάτο του Αλέξανδρου είναι ζωγραφισμένα παιδιά. Όταν τρώει το φαί του, τα βλέπει εκεί μέσα γελαστά και χαρούμενα. Όλα αυτά τα ζωγραφιστά παιδιά είναι φίλοι του. Φορούν διαφορετικές φορεσιές, από διάφορες χώρες. Μαζί με τη μαμά του τους έχουν δώσει ονόματα. Τους μιλάνε, τους ρωτάνε αν τους αρέσει το φαγητό και περνάνε πολύ όμορφα.

Του Αλέξανδρου του αρέσει η σπανακόπιτα. Η μαμά του την κάνει πεντανόστιμη. Μα το μεγάλο γλέντι γίνεται με τη φασολάδα. Ο Αλέξανδρος καταπίνει τη ζεστή σούπα και ταΐζει τους φίλους του.
-Ένα φασόλι για τον Τζώνη.

-Ένα καρότο για τη Νατάσα.

-Μην κρύβεσαι, Αντουανέτα, τρώγε τη φασολάδα σου!

Και την τρώει όλη εκείνος… 

Ένα βράδυ, την ώρα που η μάνα έστρωνε το τραπέζι, ο πατέρας άνοιξε την τηλεόραση. Ο Αλέξανδρος στρώθηκε στο φαί, μπροστά στο πιάτο του, όπου μοσχοβολούσε ένα κομμάτι σπανακόπιτα.

Ξαφνικά η τηλεόραση έδειξε μια έρημο.

Ο ήλιος έκαιγε τις πέτρες.

Πάνω στην άμμο περπατούσαν ξυπόλητα παιδιά, αγέλαστα. Με μεγάλα μάτια. Με ποδάρια λιγνά σαν καλάμια. Με χέρια σαν κλωστές.

Ο Αλέξανδρος πρώτη φορά στη ζωή του έβλεπε τέτοιο πράγμα.

Ένα απ’ αυτά τα παιδιά άπλωσε το χέρι κρατώντας ένα πιάτο, σαν να ήθελε να το δείξει στον Αλέξανδρο. Δεν ήταν ζωγραφισμένο. Ήταν τσίγκινο.

Δεν ήταν γεμάτο. Ήταν άδειο.

Η σπανακόπιτα περίμενε μοσκοβολώντας. Μα ο Αλέξανδρος δεν είχε πια όρεξη. Του φάνηκε πως όλη εκείνη η άμμος είχε φράξει το λαιμό του, κι ότι το σπίτι τους γέμισε άδεια τσίγκινα πιάτα.

-Φάε, Αλέξανδρε, έλεγε η μάνα.

-Δεν πεινάω, μουρμούρισε το παιδί.

Ο εκφωνητής έλεγε τα δικά του λόγια στην τηλεόραση. Κάτι, όπως: «Η βοήθεια… και η πείνα… τα παιδιά… στην Τράπεζα… όποιος θέλει να βοηθήσει να πάει στην Τράπεζα…».

Και κάτι άλλο που δεν τα καταλάβαινε. Την Τράπεζα όμως την ήξερε. Στη γωνιά του δρόμου ήταν μία. Πήγαινε με τον πατέρα του καμιά φορά.

Ώστε έτσι λοιπόν; Δεν ήταν όλα τα παιδιά γελαστά και χορτάτα, όπως έδειχνε το πιάτο του; Υπήρχαν Τζώνηδες και Νατάσες που πεινούσαν;

Η μάνα δεν επέμενε άλλο για φαγητό και πήρε το ζωγραφιστό του πιάτο και το έβαλε στο φούρνο της κουζίνας.

Την άλλη μέρα ο Αλέξανδρος ζήτησε από τη μητέρα του το πιάτο του. Την παρακάλεσε να τον πάει ως την Τράπεζα. Στην Τράπεζα δεν είχε πει ο εκφωνητής; Ε, στην Τράπεζα θα πήγαινε κι εκείνος.

Η μητέρα του του έκανε το χατίρι.

Στάθηκαν στην ουρά. Οι άλλοι γύρω έβλεπαν τον Αλέξανδρο με το πιάτο στο χέρι και χαμογελούσαν. Μα εκείνος ήταν πολύ σοβαρός.

Έφτασε στο ταμείο. Σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών του. Απόθεσε το πιάτο με τη σπανακόπιτα στο γκισέ κι έκανε να φύγει…

-Τι είναι αυτό; ρώτησε ξαφνιασμένος ο ταμίας.

-Είναι… (κόμπιασε το παιδί), πες μαμά… είναι για τους φίλους μου στην έρημο… Η τηλεόραση το είπε να έρθουμε στην Τράπεζα… Κι έφερα την πίτα μου.

Έκανε πάλι να φύγει.

-Στάσου, ξαναφώναξε ο ταμίας. Κι εσύ;

-Μα εγώ έχω πίτα στο σπίτι… απόρησε ο Αλέξανδρος.

Τα μάτια του ταμία γυάλισαν. Κι όλων των άλλων που περίμεναν στη σειρά. Κι έτσι, πολλά λαμπερά και συγκινημένα μάτια συνόδεψαν το παιδί, που προχωρούσε προς την έξοδο. Η μάνα του του κούμπωνε με στοργή το παλτό και του έλεγε:

-Πάμε τώρα στο σπίτι. Αλέξανδρε. Πάμε.

ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΒΑΡΕΛΛΑ

Κάθε βδομάδα η Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει ένα κείμενο παιδικής λογοτεχνίας (παραμύθι ή ποίημα), διήγημα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.

Ένας εικονογράφος ή ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.

Περιμένουμε τις εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr
Την εικόνα έκανε η Αγγελική Μιχελάκη.


Ονομάζομαι Αγγελική Μιχελάκη και γεννήθηκα 1977. Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Μελβούρνη της Αυστραλίας. Σπούδασα Bachelor of Nursing στο πανεπιστήμιο Deakin της Αυστραλίας. Ζω τα τελευταία χρόνια στα Χανιά της Κρήτης και εργάζομαι στο Γενικό Νομαρχιακό Νοσοκομείο Χανίων. Ζωγραφίζω από μικρή. Μετά την δουλειά, τον ελεύθερό μου χρόνο κάνω αυτό που με ευχαριστεί: σκιτσάρω και ζωγραφίζω. Είχα την έφεση προς την ζωγραφική από μικρή. Έχω κάνει μαθήματα αγιογραφίας. Ασχολούμαι ερασιτεχνικά με την εικονογράφηση.
Με αγάπη από τη Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.

Η σελίδα του «Ένα κείμενο, μία εικόνα» στο facebook:




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Για πες μας, πώς σου φάνηκε;