Ο θεός Ήλιος από μικρό
παιδί τα είχε όλα δικά του. Μόλις γεννήθηκε, ένα φως σκέπασε τη γη απ’ άκρη σ’
άκρη σαν να την αγκάλιαζε. Μια λάμψη ακτινοβολίας απλώθηκε παντού φωτίζοντας το
σκοτάδι.
Καθισμένος στον
ολόχρυσο θρόνο του, ο θεός Ήλιος έβλεπε τη γη από ψηλά. Χάριζε τις ηλιαχτίδες
του στα μικρά παιδιά, όταν ήθελαν να παίξουν στην εξοχή χωρίς βροχή. Βοηθούσε
τους αγρότες, χαρίζοντάς τους ηλιόλουστες μέρες για τα χωράφια τους. Πολλές
φορές έπαιρνε τη μορφή ανθρώπου και κατέβαινε στη γη.
Μία απ’ αυτές τις φορές
που κατέβηκε στη γη, μαγεύτηκε από μια κοινή θνητή. Το όνομά της Δήμητρα. Έτσι
του συστήθηκε τουλάχιστον. Ήταν ψυχρή κι απόμακρη μαζί του, αλλά τον μάγεψε με
την ομορφιά της. Ο θεός Ήλιος είχε πάρει τη μορφή ενός ψαρά, νεόφερτου στην
περιοχή. Τη Δήμητρα την έβλεπε συνέχεια στο λιμάνι, στη βάρκα του πατέρα της,
να τον βοηθά. Την ερωτεύθηκε αμέσως, ήθελε απεγνωσμένα να την κάνει γυναίκα
του. Εκείνη όμως τον αγνοούσε και τον απέφευγε συστηματικά.
Ο θεός Ήλιος δεν έμαθε
ποτέ τον λόγο. Όταν κατάλαβε ότι η Δήμητρα δεν θα του έδινε την καρδιά της, πήρε
την απόφαση να φύγει.
Επέστρεψε στο βασίλειό
του και στον ολόχρυσο θρόνο του. Και μια μέρα, καθώς έβλεπε την Δήμητρα από ψηλά,
άφησε ένα δάκρυ του να πέσει στη γη. Σε κείνο το σημείο φύτρωσε ένα λουλούδι, ο
ηλίανθος. Κι όπως ο θεός Ήλιος ερωτεύθηκε τη Δήμητρα ένα καλοκαίρι, έτσι κι ο
ηλίανθος άνθιζε μόνο το καλοκαίρι.
Σοφία
Μπαλάσκα
Το κείμενο
προέκυψε στα πλαίσια του εργαστηρίου «Διαβάζω, γράφω, μοιράζομαι, αλληλεπιδρώ»
των εκδόσεων Αλάτι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Για πες μας, πώς σου φάνηκε;