«Πάμε να παίξουμε
ποδόσφαιρο!» του φώναζε ο Νίκος, μα εκείνος δεν άκουγε.
«Δοκίμασε να διαβάσεις
και εσύ», του είπε, «έχει πλάκα!».
Η αλήθεια ήταν πως ο
Νίκος δεν ήθελε να διαβάσει. Δεν του άρεσε το διάβασμα.
Είχε περάσει ολόκληρο
τον χειμώνα ακούγοντας τους γονείς του να μιλούν για την αξία του διαβάσματος.
Έλεγαν πως αν διάβαζε τώρα, μια μέρα θα γινόταν επιστήμονας (διότι διέθετε και
τα απαραίτητα γονίδια για αυτό, μόνο η προσπάθεια έλειπε).
Οι δάσκαλοί του τον
πίεζαν να μάθει να ξεχωρίζει το θήτα από το φι. Ίσως και να είχαν δίκιο, έπρεπε
να γίνει αυτό, γιατί τον δυσκόλευε όταν τον ανάγκαζαν να διαβάσει πέντε σελίδες
κείμενα- πέντε σελίδες που, υπό άλλες συνθήκες δεν θα προσέγγιζε.
Η αλήθεια ήταν πως ο
Νίκος απεχθανόταν το διάβασμα, γιατί του άρεσε πολύ να τρέχει και να παίζει
μπάλα. Οι ιστορίες και οι σελίδες του έτρωγαν χρόνο από τις πιο αγαπημένες του
δραστηριότητες, άρα δεν γινόταν παρά να τις αντιπαθεί.
Ο Φωκάς από την άλλη,
συνεχώς ήταν με ένα βιβλίο στο χέρι.
Καθόταν ήσυχος στην
γωνιά του, δίπλα στο τζάκι των ξωτικών και δεν μιλούσε, δεν κουνιόταν, δεν
έπαιζε.
«Εεεεϊ, θα μού δώσεις
λίγη σημασία;» του φώναζε ο Νίκος.
«Ήρθα εδώ πάνω για να
παίξουμε, έτσι δεν είναι;».
Τον σκουντούσε, τίποτα.
Τον έσπρωχνε, τίποτα.
Τον δελέαζε με φαντασμαγορικά
παιχνίδια, πάλι τίποτα.
Κάποια στιγμή, ο Φωκάς
τον αγριοκοίταξε. «Πάρε», του είπε και του έδωσε ένα βαρύ βιβλίο με πολλές,
παράξενες εικόνες. «Είναι το αγαπημένο μου. Ξέρεις να διαβάζεις;».
«Όχι» τού απάντησε ο
Νίκος. «Όλη τη χρονιά με πίεζαν, και παρίστανα πως διάβαζα, αλλά όταν δεν με
κοιτούσαν έπαιζα με τα αγαπημένα μου παιχνίδια.»
«Μάλλον δεν διάβασες
κάποιο βιβλίο που πραγματικά να σου αρέσει. Εμένα για παράδειγμα μού αρέσουν
πολύ οι σούπερ ήρωες και διασκεδάζω πολύ να μαθαίνω για αυτούς και για τις
περιπέτειές τους. Εσένα τί σού αρέσει;»
«Το ποδόσφαιρο.»
«Χμμμ περίμενε. Κάπου
εδώ πρέπει να το έχω…»
Ξαφνικά ο Φωκάς άρχισε
να αδειάζει σακούλες, να ξεκουμπώνει τσάντες, να αναποδογυρίζει κουτιά. Έσπρωξε
αρκετά βιβλία από πολλά ράφια, μέχρι που βρήκε αυτό που ήθελε. Με σκονισμένη
μύτη ανακατεμένα μαλλιά και ύφος επίδοξου αφηγητή, απευθύνθηκε στον φίλο του το
Φωκά:
«Τώρα, θα σού πω μια
ιστορία».
Ο Νικόλας άρχισε να
βαριέται ξανά. «….Όχι πάλι ιστορίες…»
«….μας λείπουν μόνο οι
μπογιές!» πρόσθεσε ο Φωκάς και με ενθουσιασμό, άρχισε να αδειάζει συρτάρια, να
κοπανάει μολυβοθήκες και να ξεκουμπώνει κασετίνες.
Όταν βρήκε τα χρώματα
που ήθελε είπε στον Νίκο με ύφος διανοούμενου: «Θα παριστάνεις ότι είσαι ο Φλικ
και εγώ ότι είμαι ο Φλοκ».
«Οκέι» είπε το αγόρι,
που είχε ήδη αρχίσει να νιώθει περιέργεια για ό,τι επρόκειτο να ακολουθήσει.
«Ο Φλικ και ο Φλοκ,
ήταν οι καλύτεροι φίλοι. Ζούσαν στην ίδια γειτονιά και κάθε απόγευμα, μετά τα
βαρετά μαθήματά τους, έβγαιναν στον δρόμο να παίξουν μπάλα.
Χάρη σε αυτήν την εξάσκηση,
ήταν οι πιο καλοί ποδοσφαιριστές του σχολείου. Στα διαλείμματα έβαζαν αμέτρητα
γκολ.
Τα προβλήματα άρχιζαν
όταν έπαιζαν σε αντίπαλες ομάδες. Κανείς δεν νικούσε και στο τέλος κουράζονταν
και αναγκάζονταν να αποδεχθούν πως ήρθαν ισοπαλία.
Μία μέρα, ένας πολύ
γνωστός ποδοσφαιριστής, επισκέφθηκε το σχολείο τους. Ήταν ο θείος ενός
συμμαθητή τους και είχε έρθει να τον δει. Καθώς τον περίμενε, παρατηρούσε τον
Φλοκ που έπαιζε με τα υπόλοιπα παιδιά το καθιερωμένο πλέον ματς.
-Θα ήθελες να παίξεις
μαζί μας στο Champions League; Μάς λείπει ένας παίκτης, είπε στο παιδί.
Ο Φλοκ δέχθηκε χωρίς
δεύτερη σκέψη. «Φλικ……» φώναξε για να μοιραστεί τα ευχάριστα νέα με τον φίλο
του, μα, το ξέχασε. Εκείνη την ημέρα ο Φλικ ήταν άρρωστος και είχε μείνει στο
σπίτι.
Από το επόμενο Σάββατο
και για κάθε Σαββατοκύριακο, ο Φλοκ συμμετείχε σε προπονήσεις της μεγάλης
ομάδας. Ορισμένες φορές, έλειπε και από το σχολείο.» είπε ο Φωκάς.
«Και ο Φλίκ, τί έκανε ο
Φλικ;» αποκρίθηκε συνοφρυωμένος ο Νικόλας.
«Εσύ θα μού πεις. Το
ξέχασες; Εσύ είσαι ο Φλικ!».
Το γεγονός πως μπορούσε
να δημιουργήσει εκείνος μια ιστορία, ενθουσίασε τον Νίκο και συνάμα του φάνηκε
πολύ πολύ παράξενο.
Άρχισε να ζωγραφίζει
κάτω από τις πολύχρωμες, εισαγωγικές καρικατούρες του Φωκά. Η αλήθεια ήταν πως
έπιανε το χέρι του σ’ αυτά.
«Ο Φλικ θύμωσε.» είπε
με νευριασμένο ύφος, λες και το είχε πάρει προσωπικά.
«Πρώτον, δεν τον
ενημέρωσε. Δεύτερον, δεν ζήτησε τη γνώμη του. Τρίτον, δεν τον πήρε μαζί του.
Αφού και ο Φλικ έπαιζε πολύ καλά μπάλα, γιατί να μην μπει στην ομάδα;».
Έπειτα σχεδίασε μια
εικόνα με έναν εξοργισμένο φλικ που κλωτσάει μόνος μια μπάλα ποδοσφαίρου στον
τοίχο.
«Ναι αλλά μην ξεχνάς,»
,πρόσθεσε ο Φωκάς, «πως ΕΝΑΝ μόνο παίκτη ζητούσε η ομάδα! Δηλαδή τί να έκανε ο
Φλοκ; Να έλεγε όχι;» . Η καρικατούρα αυτή τη φορά έδειχνε τον Φλοκ να βγάζει τη
γλώσσα στον Φλικ.
«Όχι, αλλά θα μπορούσε
να ζητήσει να φύγει κάποιος άλλος και την θέση του να πάρει ο Φλικ. Τόσο απλό!»
είπε ο Νίκος.
«Έχω σχέδιο!» φώναξε ο
Φλοκ- εχμ, ο Φωκάς.
«Θα προσπαθήσουμε να
πείσουμε έναν από τους παίκτες πόσο απαίσιο είναι το ποδόσφαιρο, για να φύγει
οικειοθελώς! Έτσι, ο Φλικ θα πάρει τη θέση του και όλα θα είναι ξανά εντάξει
ανάμεσα σε εκείνον και τον Φλοκ.»
«Ξέρω ποιόν! Ανακοίνωσε
ο Νικόλας- Φλικ. Τον Τζέιμς.»
Ο Φλικ και ο Φλοκ,
ανέλαβαν δράση.
Έσκασαν μπάλες,
τρύπησαν δίχτυα, άλλαξαν τα κανονικά ρούχα με μικρότερα, μα τίποτα δεν είχε
αποτέλεσμα. Του Τζέιμς όπως φαινόταν, του άρεσε πραγματικά το ποδόσφαιρο.
Έτσι, προχώρησαν στο
Σχέδιο Β.
«Θα τον απαγάγουμε και
θα τον φέρουμε εδώ, στο σπίτι των ξωτικών! Δεν θα περνάει άσχημα. Έχει τζάκι,
παιχνίδια και βιβλία. Έχει θέα, κουλουράκια και παιδιά. Θα περάσει υπέροχα!
Έτσι, όλοι θα είμαστε ευχαριστημένοι!»
Νικόλας και Φωκάς, Φλικ
και Φλοκ, ετοίμασαν ένα μεγάλο τσουβάλι (ο Τζέιμς βλέπετε, ήταν πολύ ψηλός).
Πήγαν στο δωμάτιό του, τον έβαλαν στο τσουβάλι καθώς κοιμόταν, τον κουβάλησαν
ως το σπίτι των ξωτικών και κατασκεύασαν ένα τείχος από βιβλία- μην τυχόν και
θελήσει και το σκάσει.
Οι δύο φίλοι, άρπαξαν
την μπάλα και άρχισαν να παίζουν στο Champions League. Έβαζαν το ένα γκολ μετά
το άλλο, κόντευαν να νικήσουν, αλλά ξαφνικά, ένας θόρυβος τους σταμάτησε.
«Εεεεεεεεε, τί κάνατε
εδώ;» φώναξε το τρομαγμένο, μικρό ξωτικό, ο Τζέιμς.
«Ουπς», είπαν οι δύο
φίλοι.
Είχαν παρασυρθεί τόσο
πολύ από την ιστορία τους, που απήγαγαν στα αλήθεια το ξωτικό!
Ευτυχώς το κέρασαν λίγα
μπισκότα και δεν είπε τίποτα σε κανέναν.
«Πάμε τώρα να
διαβάσουμε την δική μου αγαπημένη ιστορία;» είπε ο Φωκάς.
«Θα σου μάθω και να
ξεχωρίζεις το θήτα από το φι.»
«Αμέ!» απάντησε ο
Νικόλας.
Τελικά, οι ιστορίες δεν
είναι πάντα τόσο βαρετές!
ΣΤΑΜΑΤΙΑ ΚΑΛΛΙΒΩΚΑ
(ανέκδοτο κείμενο)
…
Κάθε βδομάδα η
νηπιαγωγός-συγγραφέας Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει κείμενα παιδικής λογοτεχνίας
(παραμύθια ή ποιήματα), διηγήματα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων
λογοτεχνών.
Ένας εικονογράφος ή
ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.
Περιμένουμε τις
εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr
…
Την εικόνα έκανε η Αθηνά Πετούλη.
Η Αθηνά Πετούλη
γεννήθηκε στην Κόρινθο, μεγάλωσε και σπούδασε στην Αθήνα, όπου παρακολούθησε
μαθήματα σχεδίου και ζωγραφικής. Διαμένει μόνιμα στο νησί της Σάμου με τον
σύζυγο και τα τρία παιδιά τους. Ασχολείται με τη ζωγραφική (ελαιογραφίες,
ακουαρέλες, ακρυλικά, έργα για παιδικά δωμάτια), την εικονογράφηση παιδικών
βιβλίων και την εκμάθηση ζωγραφικής σε παιδιά. Έχει λάβει μέρος σε πολλές
εκθέσεις ζωγραφικής κι έχει εικονογραφήσει παραμύθια για παιδιά:
«Καλημέρα ήλιε» της Ευφροσύνης Σπυροπούλου,
Andy’s Publishers,
«Ο Κόα και το μεγάλο
του δώρο» της Αθηνάς Βουδούρη,
«Μπουκέτα Ανθισμένα»
Χαϊκού και άλλα τρίστιχα για παιδιά (έπαινος 2014 από τη Γυναικεία Λογοτεχνική
Συντροφιά) της Γιώτας Κοτσαύτη (υπό έκδοση),
«Η ευχή της Αστεράτης»
της Ζωής Παπαδάκη, εκδόσεις Φυλάτος,
«Η μάγισσα Μουρ Μουρ
και το πλατύ παπούτσι» της Μαρίας Ιορδανίδου, εκδόσεις Φυλάτος.
«Το μονοπάτι του ήλιου»
του Αριστείδη Κάντα, εκδόσεις Ιδέες (υπό έκδοση)
Η σελίδα της Αθηνάς στο
facebook:
…
Το κείμενο έγραψε η Σταματία Καλλιβωκά.
Με λένε Σταματία
Καλλιβωκά.
Σπουδάζω στο Τμήμα
Επιστημών Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία Πάτρας και η πρακτική
στο Νηπιαγωγείο είναι ό,τι καλύτερο μου έχει συμβεί.
Προτιμώ να περνώ το
μεγαλύτερο μέρος της καθημερινότητάς μου με τα παιδιά γιατί δεν τσιγκουνεύονται
αγκαλιές και μου διδάσκουν πολύτιμα μαθήματα, όπως το ότι ένα ουράνιο τόξο μετά
τη βροχή, αδιαμφισβήτητα, είναι το πιο σημαντικό γεγονός της ημέρας!
Θεωρώ πως τα παραμύθια
είναι ένας τρόπος να εκφραζόμαστε, να
επικοινωνούμε και να γινόμαστε ξανά παιδιά.
Γραφώ για να μεταδώσω
αισιοδοξία και προβληματισμό.
Τα σημαντικότερα στη
ζωή είναι η υγεία και, φυσικά, τα ουράνια τόξα!
Το μπλοκ της Σταματίας
θα βρείτε εδώ:
…
Με αγάπη από τη
Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.
…
Η σελίδα της στήλης
«Ένα κείμενο, μία εικόνα» στο facebook:
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Για πες μας, πώς σου φάνηκε;