Μια φορά κι έναν καιρό,
στον μακρινό Βόρειο πόλο, ζούσε μια πανέμορφη οικογένεια πιγκουίνων. Η μαμά
Ρίνα, ο μπαμπάς Ντίνος και ο μικρούλης Μαρίνος. Η ζωή τους κυλούσε πολύ ήσυχα.
Ε! Και “λιγάκι” παγωμένα!
Η
φωλιά τους ήταν η πιο περίτεχνη της πιγκουινογειτονιάς. Σμιλεμένη από κύβους
πάγου, με πολλή αγάπη από τον κύριο Ντίνο και την κυρία Ρίνα. Όλοι τη θαύμαζαν!
«Ακόμη και οι πιο ξακουστοί αρχιτέκτονες, θα την ζήλευαν», τους έλεγαν κι
εκείνοι καμάρωναν.
Ο Μαρίνος
μεγάλωνε όμορφα. Λάτρευε να κάνει τσουλήθρα στα παγόβουνα του χωριού του. Με
τις ώρες τσαλαβουτούσε στα νερά του Αρκτικού Ωκεανού παρέα με τους φίλους του.
Το
αγαπημένο του παιχνίδι ήταν το «Χοπ – Χοπ». Με τα δύο του πόδια κολλημένα,
χοροπηδούσε κι έλεγε «Χοοοοοπ – Χοοοοοπ» και ξανά «Χοοοοοπ – Χοοοοοπ». Το πώς το ευχαριστιόταν,
δεν έχω λόγια να σας το περιγράψω!
Το
σχολείο του άρεσε πολύ, αν και δεν ήταν άριστος μαθητής. Πάντα προσπαθούσε,
μελετούσε και δεν παραιτούνταν εύκολα. Ήξερε πως με υπομονή και επιμονή, θα έβγαινε ωφελημένος.
Όταν τελείωνε την σχολική του μελέτη, έβγαινε έξω στην αυλή του σπιτιού του και
παρακολουθούσε τ’ αστέρια. Τον μάγευε η φωτεινότητά τους, οι λαμπερές αχτίδες
τους που ξεπρόβαλλαν σαν τις κοίταζε για πολλή ώρα. Ιδιαίτερα, την παραμονή των
Χριστουγέννων την περίμενε με μεγάλη ανυπομονησία. Εκείνη τη νύχτα, έβλεπε ένα
αστέρι πιο φωτεινό από όλα τα υπόλοιπα. Όταν ρώτησε τη μαμά του γι’ αυτό,
εκείνη του είπε ότι αυτό το αστέρι, είναι το «δικό» μας αστέρι. Έχει την
αποστολή από τον ουρανό, να μας προσέχει και μας φανερώνεται πάντα αυτή τη
νύχτα.
Έτσι
ο Μαρίνος κάθε τέτοια νύχτα αγωνιούσε .
-Άραγε
θα δω ξανά το «δικό» μου αστέρι ;
Μόλις
το αντίκριζε ένοιωθε να φτερουγίζει ψηλά στον ουρανό. Αν και πτηνό δεν μπορούσε
να πετάξει. Κι όμως, αισθανόταν πως πετούσε.
Φέτος,
την παραμονή των Χριστουγέννων ο Μαρίνος έκανε ακριβώς αυτό που κάνει κάθε
χρόνο. Βγήκε έξω στην αυλή να χαζέψει τα λαμπιόνια της μαμάς. Την στόλιζε πάντα
απίστευτα! Έτσι έμεινε μονάχος στην ησυχία, να ψαχουλεύει τα άστρα. Μάταια η
Κυρία Ρίνα του φώναζε να μπει μέσα στο σπίτι. Ήταν βλέπετε κι αυτό το σκοτάδι,
έξι μήνες ολάκερους ξεπερνάς όλους τους φόβους που έχεις γι’ αυτό.
Η
ματιά του πλανήθηκε εξονυχιστικά. Ξαφνικά ανάμεσα στα αμέτρητα αστέρια διέκρινε
το αστέρι του. Το φεγγερό του αστέρι! Ένα πλατύ χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο
πρόσωπό του.
-Ήρθες!
Είσαι πάλι εδώ! Πόσο μου αρέσει το φεγγερό σου χρώμα! Τι εκθαμβωτική λάμψη που
έχεις! Τι σε κάνει τόσο ξεχωριστό;
-Η αγάπη!
απάντησε το αστέρι.
-Μα
μιλάς; αναρωτήθηκε.
Ο
Μαρίνος νόμισε για μια στιγμή πως έβλεπε όνειρο.
-Φυσικά
και μιλάω. Αφού με ακούς. Τώρα, κοίταξε λίγο μέσα στο φτερό σου!
Ο
Μαρίνος άνοιξε το φτερό του με δισταγμό. Με μεγάλη έκπληξη αντίκρισε μια μικρή,
κατακόκκινη καρδιά.
- Τι
είναι αυτό; Πόσο ωραίο χρώμα έχει! Δεν έχω ξαναδεί κάτι τέτοιο πουθενά εδώ
τριγύρω. Άσπρο μαύρο, άσπρο μπλε, μαύρο άσπρο… μόνο αυτά βλέπω! Και η ζεστασιά
της… θαρρείς πως θα λιώσει όλο τον πάγο του χωριού.
-Ναι!
συμφώνησε το αστέρι. Η αγάπη όλα τα μπορεί. Η ζεστασιά της μπορεί να απλωθεί ως
τα πέρατα της γης .
-Τι
άλλο μπορεί να κάνει η αγάπη; ρώτησε με μεγάλη περιέργεια.
Με
λόγια που έσταζαν μέλι, το αστέρι άρχισε να εξιστορεί γι’ αυτήν.
-Η αγάπη
μπορεί να κάνει τα πάντα, μικρέ μου. Είναι χαρά. Είναι ευτυχία. Είναι χαμόγελο
και ευφάνταστη δημιουργία. Θεριά ημερεύει, ανθρώπους γαληνεύει, ακόμη κι αρρώστους γιατρεύει. Μεγαλώνει
μωρά στις κούνιες, συντροφεύει γιαγιάδες και παππούδες πλάι στο τζάκι. Στα
σχολειά κάνει βόλτες, ανάμεσα στις αυλές και τα βιβλία. Σε χορούς ,σε τραγούδια,
σε δέντρα και λουλούδια θα τη βρεις. Παντού σου λέω υπάρχει η αγάπη!
-Όλα
αυτά τα κρατώ μέσα στο μικροσκοπικό φτερό μου;
-Αυτός
είναι ο μεγαλύτερος θησαυρός της ζωής. Στον χαρίζω να σε συντροφεύει για πάντα.
Είχε
πια ξημερώσει. Το σκοτάδι παρέμενε αλλά το αστέρι χάθηκε μαζί με τα χιλιάδες
άλλα.
Η
μαμά Ρίνα ακουγόταν να αναστατώνει τα κατσαρολικά της κουζίνας καθώς ετοίμαζε
το Χριστουγεννιάτικο πρωινό. Δεν ανησύχησε καθόλου που δεν βρήκε στο κρεβάτι
του τον Μαρίνο. Πολλές φορές αποκοιμιόταν στην κούνια της αυλής.
Η
πόρτα άνοιξε σιγά σιγά.
-Καλημέρα,
μαμά! είπε χαρούμενα ο Μαρίνος.
-Καλημέρα,
Μαρίνο! χαμογέλασε πειραχτικά η κυρία Ρίνα.
-Πάω
να πλυθώ και επιστρέφω αμέσως για το πρωινό μου.
Ο
Μαρίνος άφησε την κατακόκκινη καρδούλα πάνω στο τραπέζι.
Η
μαμά συνέχιζε τις ετοιμασίες και δεν την πρόσεξε παρά μονάχα όταν πήγε να
αφήσει το δίσκο με το ζεστό κέικ και το γάλα στο τραπέζι. Την πήρε στα χέρια
της και είδε πάνω της χαραγμένο το μονόγραμμα ΜΙ .Την άφησε βιαστικά κάτω αφού
άκουσε τον Μαρίνο να επιστρέφει κλείνοντας την πόρτα του μπάνιου. «Χοπ – Χοπ»
έλεγε και έρχονταν παιχνιδιάρικα χοροπηδώντας.
-Μαμά,
γιατί δεν μου είπες ότι τα αστέρια μιλούν;
-Τι
είναι αυτά που λες, μικρέ μου; Νομίζω η αϋπνία σου φέρνει ζάλη και παραμιλάς.
Εγώ δεν γνωρίζω τίποτα τέτοιο.
-Όλη
τη νύχτα ήμουν παρέα με το ολόλαμπρο αστέρι μου. Μου μίλησε για την αγάπη και
μου χάρισε αυτήν εδώ την καρδιά. Ορίστε έχει και το μονόγραμμα μου επάνω ΜΙ.
Πιο
δίπλα αγουροξυπνημένος, ο κύριος Ντίνος παρακολουθούσε τη γλυκιά συζήτηση.
Παίρνει τον λόγο και λέει στον Μαρίνο, ρίχνοντας μια κλεφτή ματιά στην κυρία
Ρίνα.
-Άκουσε
με παιδί μου. Όταν κάποιος φεύγει από αυτή τη ζωή γίνεται αστέρι στον λαμπερό
ουρανό. Από εκεί προσέχει μετά όλους τους αγαπημένους του. Τους αγαπά και δεν
θέλει να υπάρχει τίποτα που να τους στεναχωρεί. Τις κρύες νύχτες βάζει τα
δυνατά του κι οι αχτίδες του φτάνουν ως τις καρδιές τους και ζεσταίνει τη
μοναξιά τους. Εκείνοι με τη σειρά τους νιώθουν πως δεν έφυγαν ποτέ. Ο ουρανός
κάθε βράδυ φωτίζεται από χιλιάδες αστέρια που κάνουν παρέα στους δικούς τους. Όμως
η παραμονή των Χριστουγέννων είναι ξεχωριστή νύχτα και φωτίζουν ακόμη
περισσότερο.
-Είναι
το πιο όμορφο χριστουγεννιάτικο δώρο που έλαβα ποτέ!
Κι άρχισε να στριφογυρίζει γύρω από το ολόφωτο
χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Ένα
δάκρυ κύλησε από τα μάτια της κυρίας Ρίνας. Ο κύριος Ντίνος την αγκάλιασε
στοργικά.
-ΚΑΛΑ
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, Μαρίνα μου! ψέλλισε νοσταλγικά χωμένη στην αγκαλιά του.
Ήταν
τα ενδέκατα Χριστούγεννα που η κυρία Ρίνα τα περνούσε χωρίς την πολυαγαπημένης
της αδερφή.
-Τώρα
ξέρω γιατί με λένε Μαρίνο, μαμά! φώναξε δυνατά.
Κρατώντας
ακόμα πιο σφιχτά την καρδούλα, ξεκίνησε να ξετυλίγει τα χριστουγεννιάτικα δώρα
των γονιών του.
…
Το παραμύθι έγραψε η Ιωάννα Ζώρζου με αφορμή την
παραμυθοκαρτέλα του Πιγκουίνου:
Η Ιωάννα Ζώρζου μεγάλωσε στο Κερατσίνι και κατάγεται από δυο
Αιγαιοπελαγίτικα νησιά, την Κίμωλο και τη Σαντορίνη.
Σπούδασε Λογιστική στο
ΤΕΙ Μεσολογγίου. Διαμένει στη Μαλεσίνα Φθιώτιδας με τον σύζυγο και τα δύο
τους παιδιά.
Λατρεύει τα παραμύθια
γιατί στις σελίδες τους παύει να ισχύει το ανέφικτο. Γράφει ποίηση και της
αρέσει πολύ να ταξιδεύει με την πένα της στους δρόμους της Δημιουργικής Γραφής,
γενικότερα.
Τον Ιούνιο του 2019 έλαβε
μέρος για πρώτη φορά στους 34ους Πανελλήνιους
Ποιητικούς Αγώνες Δελφών, όπου ποίημά της έλαβε Τιμητική Διάκριση.
Αυτό τον καιρό, είναι
μέλος του Εργαστηρίου Συγγραφής των Εκδόσεων Αλάτι, που συντονίζει η συγγραφέας
Γιώτα Κοτσαύτη, αλληλεπιδρώντας με άτομα που μοιράζονται με εκείνη την ίδια
αγάπη για τη συγγραφή και τα μαγικά μονοπάτια της.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Για πες μας, πώς σου φάνηκε;