Παρασκευή 7 Μαρτίου 2025

Συμμετοχές στον 1ο λογοτεχνικό διαγωνισμό των Εκδόσεων Αλάτι

 

1ΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΑΛΑΤΙ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ         

 


31 Ιανουαρίου ολοκληρώθηκε η αποστολή των συμμετοχών για τον διαγωνισμό.

Περιμέναμε όσες στάλθηκαν με σφραγίδα ταχυδρομείου 31/1 και έφτασαν αργότερα και προσπαθήσαμε να τις βάλουμε σε μία σειρά.

Κάποιες κρίθηκαν, δυστυχώς, άκυρες.

Θα ξαναδούμε όσες κρίθηκαν έγκυρες με μια πρώτη ματιά και αν κάποια δεν ακολουθεί τους όρους του διαγωνισμού (π.χ. όριο λέξεων, όχι πεζός λόγος), θα ακυρωθεί.

Στη συνέχεια τα έγκυρα παραμύθια θα δοθούν στα μέλη της κριτικής επιτροπής, τα οποία θα βαθμολογήσουν κάθε συμμετοχή (1-10). Τα τρία κείμενα που θα συγκεντρώσουν την υψηλότερη βαθμολογία, θα βραβευτούν.

Λόγω της τεράστιας συμμετοχής, τα αποτελέσματα δεν θα ανακοινωθούν 2 Απριλίου, όπως είχαμε δηλώσει, αλλά αρχές Ιουνίου.

Ευχαριστούμε θερμά για την εμπιστοσύνη σας.

Καλή επιτυχία!

 

Με μια πρώτη ματιά, έγκυρες συμμετοχές:

(αν υπάρχει κάποιο λάθος στα ψευδώνυμα ή στους τίτλους, θα διορθωθεί πριν τα παραμύθια σταλούν στα μέλη της κριτικής επιτροπής)

Αγράμπελη, Η μαγική μηχανή

Αίσωπος, Παραμύθι με τρία πράματα

Αιτωλός, Ο γάτος που έμαθε να γαβγίζει

Αλεπού, Ο μικρός λύκος και οι φίλοι του

Αλκιβιάδης, Φιλοζωικό πανδοχείο «η αγάπη για τα ζώα»

Αλκυόνη, Η μηλιά που χαμογελούσε

Αλκυόνη, Τα χρώματα τη χαρούμενης καρδιάς

Αμαρυλλίς, Η Δανάη και το μυστικό της παλιάς αποθήκης

Αμαρυλλίς, Ο μαγικός κήπος των λέξεων και το χρυσό ρολόι

Απολλοδώρος, Η στιγμή

Αργυρώ, Οι τρελαμένες ηλεκτρικές συσκευές

Αύρα, Δώρα μες στον χειμώνα

Βιετνάμ, Ένα όμορφο χαμόγελο

Γαλήνη, Ο Βουτυρένιος

Γατοοικογένεια, Μια καλόκαρδη γατούλα

Γιασεμί, Ο κήπος του εαυτού μας

Γκασπάρ, Λάζαρος το λυκάκι

Δανάη, Ο μικρός αστερίας που ήθελε να φωτίσει τον κόσμο

Δάφνη, Πρόσεχε που κοιτάς

Ελπίς, Ο μικρός εφευρέτης

Εταίρος, Το ψωμί της Μακεδονίας

Εύρυθμη, Η μουσική κλωστή

Ευρυνόμη, Ο γλύπτης

Ευχή, Ένα αλλιώτικο δώρο

Ζέφυρος, Της ζωής οι γεύσεις

Ζολά, Η μαμά είναι αγάπη

Ηλακάτη, Ο φοβητσιάρης βασιλιάς

Θάλεια, Η κυρία Πέγκυ Πουφ

Θαλία, Το αγόρι που άλλαξε την ιστορία

Ίαν, Η μαϊμού που δοκίμασε τα πάντα

Ιπποκράτης, Ο θησαυρός της λιμνοθάλασσας

Ιωνάς, Το γενναιόδωρο κοράκι

Καλλίστη, Το αγόρι με την μπάλα

Καμέλια, Η εξαφάνιση της… Δευτέρας

Κανέλω, Οι γάτες της αυλής

Κασσάνδρα, Η Αλκμήνη και ο νότες

Καχίνα, Η μοβ αρκούδα

Κλειδί, Το κόκκινο ποδήλατο

Κλεονίκη, Η ιστορία της Σελήνης με τον Ήλιο

Κοκιάς, Το ανθρωποβότσαλο

Κουκούτσι, Η μεγάλη απόδραση

Κυμοθόη, Ο μπλε μονόκερος

Λαζαρούκα, Το κρυφτούλι της φωνής

Λεόν, Το δελφίνι

Λευκή, Χωρίς τίτλο

Λευκοθέα, Η μικρή ελιά και το παιδί

Λουλουδένια, Ο χάρτης που οδηγούσε στα όνειρα

Μάεβ, Ένα πολύχρωμο αστέρι

Μελιστάλαχτη, Όνειρα κλειδωμένα στο κουτί

Μιχαέλα, Δεκεμβριανή Καρύταινα

Μούσα, Πατάτα με δόντια

Μπουρμπουλήθρα, Η μέλισσα και η κόκκινη αλεπού

Μυθορέα, Η Ρόζι και το ρομπότ της ισότητας

Νάρκισσος, Το παπάκι που όλο ρωτούσε

Νεγρεπόντε, Το ταξίδι του φύλλου

Νεραϊδόσκονη, Το μαγικό κουτί

Νερίνη, Ο σκαντζόχοιρος που φοβόταν τις αγκαλιές

Νεφέλη, Ο κύκλος του καλοσωρίσματος

Νεφέλη, Το μολύβι

Νεφέλη, Το παγώνι και το λιοντάρι

Νίκα, Ένα ξεχωριστό φως

Νιναλό, Δεν είναι που δεν θέλω να μιλήσω

Νίσας, Ο άγνωστος ζητιάνος

Ντόνα, Ο Τερατογαργαλίτσας της αλφαβήτας

Ξερολόι, Χωρίς τίτλο

Πανθελξία, Ο φίλος μου ο Ρεντ

Πανσέληνος, Περιπετειώδες ταξίδι στην Τουρκία

Παραμυθάς, Η ευχή του αγκαθωτού

Παραμυθάς, Ο λύκος, το μωρό και η μάνα του

Πελαγία, Η γλώσσα των δέντρων

Πετριάννα, Χωρίς τίτλο

Ποκαχόντας, Με τα μάτια της ψυχής

Ποσειδών, Η Αλίκη με τα κόκκινα μαλλιά

Ρόζα, Μαζί λάμπουμε πιο πολύ

Σανέμιος, Όταν η μύτη έτρεχε

Σελέστια, Η χαμογελαστή ομπρέλα

Σελήνη, Ταξίδι στα αστέρια

Σιντερέλα, Χωρίς τίτλο

Στράκας, Ο Νικηφόρος

Υζάφη, Μια μοδιστρούλα τόση δα

Φαντασία, Η περιπέτεια του Ζωηρούλη

Φιλάνθη, Το όνειρο του Άλμπι

Φιλομένα, Τα ταξίδια της μαμάς

Φιλομύλα, Το πιο λαμπρό δέντρο

Φιφίκος, Η γάτα με τη μακριά ουρά

Φλόγα, Ο δράκος που έμαθε να πετάει με την καρδιά του

Φοίβη, Το δέντρο που έκλαιγε

Φωνή, Μια οικογένεια για την Μπέλα

Χάραμα, Το μέσα αλώνι

Χιονάτη, Η μαγική πεταλούδα

Χλόη, Γλυκομίλητη

Χρισαλιό, Επείγουσα διάσωση στον βυθό

Χρυσαυγή, Μικροί ζωγράφοι

Ψυχάκι, Ένας τόνος προβλήματα

Aggelena, Το παπούτσι

Airam, Ένα πολεμικό παιχνίδι

Annabella, Κοντραμπάσο και βιολί

Captain, Χωρίς τίτλο

Demiemi, Χωρίς τίτλο

Elph, Η λαμπερή έκπληξη

Gethim, Η πλημμύρα

Jenda, Ένα μπαλόνι για τη Λούνα

Penthesilia, Κερασιά

Wevistar, Η αγκαλιά που έδινε φτερά

 

Ακυρώθηκαν οι συμμετοχές των:

Αγγελική Παναούση (διπλό ψευδώνυμο)

Ανάστερος (ξεπέρασε το όριο των λέξεων)

Άννας Θέα (διπλό ψευδώνυμο-υπήρχε και ζωγραφιά)

Αρλεκίνος (γραμμένο με ομοιοκαταληξία)

Βοσκός (στάλθηκε με courier)

Εικασία (αναγραφόταν διεύθυνση)

Κουκουβάγια (στάλθηκε με courier)

Ουράνιο Τόξο (διπλό ψευδώνυμο)

Παλαμυθάς (πολυσέλιδο)

Ράπτης (αναγραφόταν αριθμός κινητού)

Ριρό (στάλθηκε με courier)

Τατόπουλος (στάλθηκε με courier)

Φωτάκης Ν. (διπλό ψευδώνυμο)

Dreamer Crafter (διπλό ψευδώνυμο)

Moment Collector (διπλό ψευδώνυμο)

 

Μπορείτε να ξαναθυμηθείτε λεπτομέρειες για τον διαγωνισμό εδώ:

https://enakeimenomiaeikona.blogspot.com/2024/10/1.html

Τετάρτη 5 Μαρτίου 2025

Το μήνυμα του χελιδονιού

 


Αγγελοπούλου Έλενα

Τέντωσα τη γέρικη ραχοκοκαλιά μου κάτω από τον λαμπρό ήλιο. Ο χειμώνας μόλις είχε τελειώσει κι άφησε στο πέρασμά του τη φύση γυμνή και παγωμένη. Μόνο η θαρραλέα αμυγδαλιά είχε ορθώσει πεισματικά το ανάστημά της στην κρύα του ανάσα.

Πάει καιρός τώρα που έχω μείνει μοναχή. Πάει καιρός που δεν σκεπάζω κανέναν κάτω απ’ τα κεραμίδια μου. Μια χιλιοτρυπημένη και φαγωμένη, από του χρόνου το πέρασμα, σκεπή είμαι, που καρτερώ τη στιγμή που θα σημάνει το τέλος μου...

Θαρρώ ότι άκουσα, προχθές, κάποιους εργάτες να λένε πως ήρθε κι εμένα η ώρα μου. Τι να με κάνουν άλλωστε; Πάλιωσα και ρήμαξα, δεν έχω κανέναν πια να προσμένω.

«Εδώ, εδώ λέω να φτιάξω τη φωλιά μου» είπε το χελιδόνι αποκαμωμένο από το εξαντλητικό ταξίδι της επιστροφής. Και συνέχισε: «Είναι καλά και ήσυχα, μακριά από των ανθρώπων τα μάτια. Εδώ, λοιπόν, θα γεννήσω τα παιδιά μου και θα τα μεγαλώσω... » Κι έτσι άρχισε να χτίζει με μαεστρία τη φωλιά του, γεμίζοντας με ήχους και φτερουγίσματα την ήσυχη γειτονιά.

«Να τελικά που η ελπίδα μπορεί να έρθει από κει που δεν την περιμένει κανείς! Από ένα μικρό χελιδόνι που απλώς σε επέλεξε... » ψιθύρισε η σκεπή γαληνεμένη.

 

Γακοπούλου Βάγια

Η κυρα-Λένη κάθισε στην ψάθινη καρέκλα της βεράντας. Παρά τα ογδόντα της χρόνια έμενε μόνη στο σπίτι που πρωτομπήκε νύφη και γέννησε τα παιδιά της, την Αριστούλα και τον Νικόλα της. Ένας καημός την έτρωγε μόνο. Νέο παλικάρι έφυγε ο γιος της για την Αυστραλία κι από τότε δεν τον ξαναείδε. Τριάντα χρόνια πέρασαν και κάποια νέα του μόνο μάθαινε από την κόρη της κι από... τα χελιδόνια.

Πώς τα περίμενε κάθε Άνοιξη, να έρθουν στην ασπρισμένη και περιποιημένη φωλίτσα τους! Τους μιλούσε, ρωτούσε για τον γιο της κι αυτά μόνο όμορφα πράγματα της έλεγαν: «Μεγάλος και τρανός ο Νικόλας στην Αυστραλία. Θα στρώσει τις δουλειές του και θα γυρίσει με τη γυναίκα και τα παιδιά του». Έτσι ησύχαζε η ψυχή της και την έπαιρνε ο ύπνος τα βράδια.

Και να! Ένα χελιδονάκι κάθισε στη ρυτιδιασμένη χούφτα της. «Καλώς το μου» είπε. «Γύρισες, πουλάκι μου; Αχ να ’φερνες στα φτεράκια σου και το παιδί μου, να το έβλεπα για μια τελευταία φορά κι ας πέθαινα». «Με φέρανε, μάνα» άκουσε να απαντάει και κούνησε το κεφάλι. Είχε μάθει πια να ακούει αυτά που ήθελε. Η φωνή, όμως, ακούστηκε ξανά κι ένα χέρι έπιασε τρυφερά το δικό της. «Γύρισα, μανούλα μου, την ευχή σου».

Γιορτή είχαν στήσει τα χελιδόνια γύρω από τη μάνα και τον γιο της την ιερή αυτή στιγμή της επανένωσης σαν να έλεγαν: «Μήνυμα εστάλη! Αποστολή εξετελέσθη!»

 

Γκιντίδου Δήμητρα

Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα χωριό, ζούσε η Κλεονίκη με τους παππούδες της. Πέρναγε εκεί τέλεια.

Η μικρή ακολουθούσε τον παππού σ’ όλες τις εξορμήσεις του στο κτήμα. Μάθαινε για όλα τα καρποφόρα, τα λαχανικά, τα ζωύφια, τα πετούμενα, τα σερνάμενα όντα στη γη.

Οι ερωτήσεις της Κλεονίκης ήταν πάμπολλες και ποικίλες.

«Τι κρέμεται στο στόμα του πελαργού; Γιατί;»

«Ποιος έφτιαξε την τρύπα στο χωράφι; Γιατί;»

«Ποιος μάζεψε λοφάκια από χώμα εδώ; Γιατί;»

«Οι φωλίτσες από μαλλί στο δέντρο τι είναι;»

Κι άπειρες άλλες παιδικές, χαρούμενες ερωτήσεις ακολουθούσαν.

Μια μέρα ήρθε η ερώτηση: «Α! Τι είναι αυτά στα σύρματα, παππού;»

«Είναι σμήνος χελιδονιών, γλυκιά μου. Έχουν έρθει εδώ απ’ την Αφρική. Ψάχνουν μόνιμα μιαν άνοιξη. Ξέρουν ότι, μετά τον χειμώνα, όλα θ’ αναγεννηθούν και πάλι. Ζεστός ήλιος, μέρα μεγάλη, ανθισμένα δέντρα, λουλούδια, κελαηδίσματα, αυγουλάκια πουλιών θ’ ακολουθήσουν. Τώρα ξεκουράζονται γιατί σε λίγο έχουν πολλή δουλειά. Χτισίματα, γέννες, νέα αρχή».

«Κοίτα, παππού! Κουβαλάνε ένα πανό! Τι γράφει;»

«Εκεί, Κλεονικούλα μου, γράφει το μήνυμά τους σ’ εμάς: Mη φοβάστε τις παγωνιές! Η άνοιξη πάντα έρχεται. Ένα τέλος είναι μια αρχή. Η ζωή ξαναρχίζει και νικά. Ακολουθήστε την. Αυτή ξέρει!»

 

Κιζιρίδου Γεωργία

Το χελιδόνι, όπως κάθε χρόνο, ετοιμάστηκε για το ταξίδι του στις ζεστές χώρες. Αυτήν τη φορά, όμως, έγινε κάτι μοναδικό: ορίστηκε αρχηγός όλων των χελιδονιών που είχαν αποστολή στη Χώρα του Ουράνιου Τόξου, μια ανέλπιστη τιμή. Ο λόγος; Είχε εκτελέσει πολλά ταξίδια με πλήρη επιτυχία και μάλιστα στο τελευταίο βοήθησε τον τότε αρχηγό να αποφύγει ένα σμήνος άγριων πουλιών.

Το χελιδόνι, λοιπόν, με αίσθημα ευθύνης και συγκινημένο απευθύνθηκε σε όλα τα υπόλοιπα που το εμπιστεύτηκαν: «Αγαπητά μου χελιδόνια, ξεκινάμε όλοι μαζί με ένα σύνθημα. Ενωμένα θα αντιμετωπίσουμε τις όποιες καταιγίδες συναντήσουμε γιατί αξίζει να απολαύσουμε το ουράνιο τόξο και τη λιακάδα στη συνέχεια».

Το πλήθος πήρε θέση ενθουσιασμένο. Το ταξίδι θα ήταν μακρινό, περιπετειώδες, όμως και απόλυτα ενδιαφέρον!

 

Κολιαστάση Δήμητρα

Σαν βλέπεις το πρώτο χελιδόνι, λένε,  η άνοιξη κρύβεται στα φτερά του.

Το μικρό χελιδόνι ταξίδευε μέρες, ερχόταν από μέρη ζεστά και μακρινά. Στάθηκε σε σύρματα, να ξαποστάσει μια σταλιά. Ήξερε πως ο σκοπός του ήταν να φέρει το μήνυμα της Άνοιξης. Αιώνες τώρα ερχόταν ξανά και ξανά, να φέρει άνθη στα παγωμένα κλαδιά.

Η Άννα κοίταξε έκθαμβη τον ουρανό από το παράθυρο του σχολείου της. «Το σημάδι της Άνοιξης» σκέφτηκε χαμογελώντας. Λάτρευε αυτήν την εποχή. Όλα άρχιζαν δειλά, δειλά να ανθίζουν, γέμιζαν με χρώματα και αρώματα τα παρτέρια των σπιτιών, σαν να γεννιόταν η φύση από την αρχή. Της άρεσε να μαζεύει ανεμώνες και το κελάηδισμα των πουλιών, όπως και ο ήχος από τα φτερά των μελισσών που βούιζαν ολημερίς. Όλα αυτά στον ερχομό ενός χελιδονιού. Αυτό όρισε η άνοιξη σαν αγγελιοφόρο της. Έτσι έλεγε η γιαγιά της. Έτσι και τα παραμύθια που έγραφαν για δαύτο. Γι’ αυτό οι άνθρωποι δεν να χαλάνε τις φωλιές του μα να τις προστατεύουν. Γιατί χωρίς τα χελιδόνια η άνοιξη δεν θα βρει τα ίχνη να επιστρέψει στη γη.

 

Παπαχρήστου Μαριλένα

Μια φορά κι έναν καιρό, σ’ ένα μικρό χωριό, ένα χελιδόνι επέστρεψε από το ταξίδι του στην Αφρική. Όταν έφτασε, βρήκε το σπίτι του άδειο και καταστραμμένο από μια μεγάλη καταιγίδα. Η φωλιά του είχε γκρεμιστεί και δεν υπήρχε κανείς να το περιμένει.

Εκείνο, όμως, δεν απογοητεύτηκε. Άρχισε να πετάει γύρω από το χωριό, ψάχνοντας για βοήθεια. Σύντομα οι άνθρωποι κατάλαβαν το μήνυμά του και συγκεντρώθηκαν όλοι μαζί. Καθένας πρόσφερε και κάτι: κάποιοι άρχισαν να επισκευάζουν τις ζημιές χρησιμοποιώντας μικρά κλαδάκια κι άλλοι έδιναν τροφή και νερό.

Το χελιδόνι, μαζί με την ελπίδα και την αλληλεγγύη, έφερε τη ζωή πίσω στο χωριό. Γεμάτο ευγνωμοσύνη, έκανε μια τελευταία πτήση πάνω από την περιοχή και τραγούδησε για την αναγέννηση και την ενότητα. Από τότε, κάθε φορά που επιστρέφει, οι άνθρωποι θυμούνται το μήνυμά του: «Μαζί μπορούμε να ξεπεράσουμε κάθε δυσκολία».

 

Πλιάτσικα Βάσω

Το μικρό χελιδόνι πέρασε το ανοιχτό παράθυρο και στάθηκε στο πεζούλι του, αφήνοντας τον φάκελο που κρατούσε στο ράμφος του. Κατάφερε να έρθει κι ας χιόνιζε ακόμη. Η αποστολή του έφτανε στο τέλος της ή μόλις ξεκινούσε;

Μια κόκκινη καρδιά ξεκόλλησε από τον φάκελο, που άνοιξε διάπλατα. Λέξεις ξεχύθηκαν γύρω του. Μεμιάς το δωμάτιο γέμισε με νότες αγάπης από το γλυκό κελάηδημά του που άρχισε να αναγγέλλει το μήνυμά του στους ανθρώπους:

«Ήρθε η άνοιξη!

Σας περιμένει να την υποδεχτείτε.

Σας περιμένει στα μπαλκόνια, στις αυλές, στους κήπους, στα πάρκα, στα χωράφια, στους κάμπους, στα βουνά, στα δάση.

Σας περιμένει γεμάτη ευωδιές και χρώματα των λουλουδιών που δειλά ανθίζουν.

Σας περιμένει στα νιόβγαλτα φύλλα των δέντρων που ξεμυτίζουν στα κλαδιά.

Σας περιμένει στο γρασίδι που σκεπάζει τρυφερά το χώμα.

Σας περιμένει με το δροσερό αεράκι της αλλά και με τη ζεστασιά του ήλιου».

Το μελωδικό μήνυμα του χελιδονιού πέρασε το παράθυρο κι άρχισε να ταξιδεύει. Το πήρε το αεράκι και το πήγε στα σύννεφα. Εκείνα κατάλαβαν ότι ήρθε η ώρα να αποχωρήσουν. Φεύγοντας πήραν μαζί τους και το χιόνι.

Οι άνθρωποι με αγωνία άνοιξαν τις πόρτες των σπιτιών τους φωνάζοντας: «Καλώς ήρθες, άνοιξη! Κι εμείς σε περιμέναμε!»

 

Στεργίου Ευαγγελία

Οι αμυγδαλιές είχαν ανθίσει και σηματοδοτούσαν τον ερχομό της Άνοιξης. Ο Φλεβάρης, όμως, δεν ήθελε να φύγει. Προτιμούσε να μείνει λίγο ακόμα με την ανθισμένη αμυγδαλιά του. Τα χελιδόνια περίμεναν τον ερχομό της Άνοιξης για να γυρίσουν πίσω . Η είδηση πως ο Φλεβάρης δεν ήθελε να φύγει έφτασε μέχρι τα μέρη τους . «Τι θα γίνει τώρα;» αναρωτήθηκαν. «Πώς θα επιστρέψουμε;» Τότε ο Διώνης, το πιο θαρραλέο χελιδόνι, είπε στους φίλους του: «Θα ταξιδέψουμε όλα μαζί και θα τον βρούμε, να του μιλήσουμε». Έτσι ξεκίνησε το ταξίδι του γυρισμού με όλα τα χελιδόνια να τον ακολουθούν. Όταν έφτασαν, βρήκαν τον Φλεβάρη κάτω από την αμυγδαλιά. Σαν είδε τα χελιδόνια να πετούν, κατάλαβε πως ήταν ώρα να την αποχωριστεί και να υποδεχθεί την Άνοιξη. Άλλωστε σε έναν χρόνο θα γύρναγε πάλι πίσω, να συναντήσει την αγαπημένη του. Ζήτησε από τα χελιδόνια να προσκαλέσουν την Άνοιξη με τα όμορφα χελιδονίσματά τους. Ξεκίνησαν αμέσως το τραγούδι τους κι εκείνη έφτασε φορώντας ένα υπέροχο φόρεμα γεμάτο πολύχρωμα λουλουδάκια. Ο ήλιος έσκασε το πιο γλυκό του χαμόγελο. Το ποταμάκι άρχισε να τραγουδά κι οι πλαγιές γέμισαν μαργαρίτες και ανεμώνες. «Ήρθε επιτέλους!» φώναξε ο Διώνης και πέταξε χαρούμενος πάνω από τις στέγες των σπιτιών, για να μεταφέρει το μήνυμα σε όλο τον κόσμο.

 

Χαραμή Μεταξία

Μια φορά κι έναν καιρό, στις ακτές της μακρινής Αφρικής, συγκεντρώθηκαν τα χελιδόνια. Ο Γοργόφτερος χελιδονοαρχηγός θέλησε να τους μιλήσει. «Ελάτε, φίλοι και συνταξιδιώτες, κοντά μου. Εγώ πια γέρασα και θα μείνω εδώ. Οι δυνάμεις μου με εγκαταλείπουν. Τόσα χρόνια έκανα ό,τι μπορούσα. Τώρα ήρθε η ώρα του Ασπρολαίμη να σας οδηγήσει στην Ευρώπη. Ξέρετε πόσο σας αγαπώ, όμως πρέπει να αποσυρθώ. Θα σας περιμένω να επιστρέψετε το φθινόπωρο». «Εσένα θέλουμε, γοργόφτερε αρχηγέ μας. Δεν πάμε πουθενά!» είπε ο Ασπρολαίμης. «Ξέρεις ότι αυτό δεν γίνεται. Είστε νέοι, θα χτίσετε τις φωλιές σας, θα κλωσήσετε τα αυγά σας, θα βγουν τα πουλάκια σας. Εγώ μπορώ να μείνω εδώ». «Θα θέλαμε, τότε, να μας δώσεις συμβουλές για το ταξίδι» φώναξαν κάποια χελιδόνια . «Έχω ένα μήνυμα που πρέπει να βάλετε στον νου σας. Κάθε πρωί που ξυπνάτε, θα κοιτάτε τον ήλιο και θα λέτε ευχαριστώ που φέρνει την καινούργια μέρα. Χαμογελάτε, πείτε καλημέρα στον γείτονα, τραγουδήστε , κυνηγήστε τα όνειρά σας. Θα πετύχετε τον στόχο σας μόνο αν πιστέψετε ότι μπορείτε. Κι ό,τι κάνετε, να σας δίνει χαρά. Η ευτυχία είναι μικρά, καθημερινά πράγματα. Ένα όμορφο τραγούδι, μια βόλτα, μια καλή κουβέντα με τους φίλους. Να θυμάστε πως σας αγαπώ. Όμως ήρθε η ώρα να ξεκινήσετε. Τα υπόλοιπα στην επιστροφή. Κι όσο για το ταξίδι, να υπακούτε στον αρχηγό, ενωμένοι κι αγαπημένοι θα φτάσετε στον προορισμό σας».

 

Γράφτηκαν με αφορμή το παιχνίδι γραφής εδώ:

https://www.facebook.com/groups/1006082537869676

 

Θα χαρούμε πολύ να μας γράφετε τις εντυπώσεις σας ή, αν είστε εκπαιδευτικοί και δουλέψετε με κάποιο κείμενο στην τάξη σας, να μοιραστείτε την εμπειρία.

Το ιστολόγιο λειτουργεί, εδώ και δέκα χρόνια, αποκλειστικά και μόνο αφιλοκερδώς (δεν έχει καν διαφημίσεις, όπως η πλειοψηφία των ιστολογίων) κι η ανατροφοδότησή σας είναι για μας ένα ισχυρό κίνητρο για να συνεχίσουμε.

Ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας: yotakotsafti1@yahoo.gr

Ευχαριστούμε θερμά!

 

Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2025

«Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά αποφάσισε να...»

 


Αγγελοπούλου Έλενα

Μια φορά κι έναν καιρό, η Αμυγδαλιά αποφάσισε να μην ανθίσει. Κοιτούσε τους περαστικούς μέσα από το μικρό δασάκι, όπου ζούσε χρόνια τώρα, να περπατούν βιαστικοί, με τα κεφάλια τους σκυφτά. Άλλοτε κοιτούσαν απερίσπαστοι τα κινητά τους κι άλλοτε, με μάτια απλανή, προχωρούσαν βυθισμένοι μέσα στις έγνοιες και στις σκέψεις τους.

«Δεν με κοιτάει, πλέον, κανείς. Κανείς δεν σηκώνει τη ματιά του να με θαυμάσει, όπως γινότανε παλιά» σκέφτηκε κι ένας αναστεναγμός βγήκε μέσα από τα βάθη του κορμού της. «Για ποιον ν’ ανθίσω; Για ποιον να στολιστώ; Μάταια, όλα μάταια είναι σ’ αυτόν τον κόσμο!»

Εκείνη τη στιγμή, πάνω που σουρούπωνε, ένας κούκος ήρθε και κάθισε στα κλαδιά της. Έδειχνε σαστισμένος. «Τι γίνεται φέτος; Τι έπαθε ο χρόνος; Σταμάτησε να κυλά; Τι εποχή έχουμε και γιατί η φύση αποκοιμήθηκε; Λες να έχουμε αιώνιο χειμώνα; Και πώς θα ξέρω εγώ, αλλά κι όλα τ’ άλλα ζώα και πουλιά, πότε θα έρθει η άνοιξη, για να ζευγαρώσουμε; Ποιος θα σημάνει την ώρα τη σωστή; Ακόμη κι αυτή η αμυγδαλιά, που στέκομαι τώρα πάνω στα κλαδιά της, μήτε μπουμπούκι έβγαλε, μήτε μικρό ανθάκι» είπε ο κούκος και η φωνή του ίσα που έβγαινε.

Η Αμυγδαλιά, που άκουγε το παράπονό του, δεν άντεξε και απάντησε αυθόρμητα: «Μόλις μου ’δωσες έναν λόγο για ν’ ανθίσω, έναν λόγο για να συνεχίσω! Νόμιζα πως είχα πάψει να είμαι σημαντική. Τώρα, όμως, το βλέπω καθαρά. Και σ’ ευχαριστώ που μ’ έκανες να πιστέψω ξανά σ’ εμένα!»

 

Γακοπούλου Βάγια

Μια φορά κι έναν καιρό, η Αμυγδαλιά αποφάσισε να μην ανθίσει νωρίτερα από τα άλλα δέντρα.

«Κάθε χρόνο βιάζομαι, λες και θα πάρω το πρώτο βραβείο. Άσε το τι ακούω από τους ανθρώπους. Τι ξεμυαλισμένη με έχουν πει, τι τρελή, τι ανυπόμονη και με πόσα άλλα κοσμητικά επίθετα με έχουν στολίσει. Το μόνο που ήθελα ήταν να δώσω χαρά στον κόσμο κι ελπίδα ότι τελειώνει ο Χειμώνας κι έρχεται η αγαπημένη τους Άνοιξη. Αυτά είπε και σταμάτησε τους χυμούς της, τύλιξε σφιχτά τα μπουμπουκάκια της και κλείστηκε στον κορμό της.

Ένα σπουργιτάκι, που περνούσε από κει, είδε το ξερό δεντράκι κι απόρησε. «Τι έπαθε η αμυγδαλίτσα μας;» αναρωτήθηκε. «Μήπως αρρώστησε; Λες η Άνοιξη να αργήσει να έρθει; Θεέ μου, πώς θα αντέξουμε;»

Άρχισε να πετάει και να καλεί σε γενική συνέλευση τα πουλάκια του Χειμώνα. Μαζεύτηκαν όλα πάνω στα κλαδιά της, τιτίβιζαν και συζητούσαν κι αγωνιούσαν για την υγεία της αμυγδαλίτσας και για τη δική τους επιβίωση.

Εκείνη τα άκουγε και δεν ήξερε τι να κάνει. Να μείνει σιωπηλή και να ανθίσει μαζί με τα υπόλοιπα δέντρα ή να ανοίξει τα ματάκια-μπουμπουκάκια της και να καθησυχάσει τα πουλάκια;

Αποφάσισε να μην κάνει τίποτα, όταν άκουσε το μικρότερο πουλάκι να λέει: «Αν της τραγουδήσουμε γλυκά, της πούμε πόσο την αγαπάμε και την παρακαλέσουμε, λέτε να μας ακούσει και να ξυπνήσει;»

Η καρδούλα της αμυγδαλιάς σκίρτησε.

«Πώς να πάω κόντρα στη φύση μου; σκέφτηκε. «Αυτή είμαι εγώ και σε όποιον αρέσω».

Μόλις άρχισαν τα πουλάκια να κελαηδούν, έβαλε όλη της τη δύναμη και το θαύμα έγινε! Τα μπουμπούκια της άνοιξαν και έλουσε όλο τον κήπο με τα άνθη και το φως της.

 

Γιαννουλίδου Μάγδα

Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά αποφάσισε να φέρει την άνοιξη νωρίτερα. Άρχισε να ανθίζει ενώ τα κλαδιά των υπολοίπων δέντρων ήταν ακόμη γυμνά και ξερά. Όλοι γύρω της ψιθύριζαν πως βιάζεται και πως έπρεπε να ακολουθεί τους κανόνες.

Εκείνη όμως ήταν έτοιμη κι έτσι συνέχισε να φουντώνει τα κλαδιά της. Η καρδιά της χτυπούσε πιο δυνατά και σιγά σιγά κάλυπτε τους υπόλοιπους ήχους.

Είχε ανθίσει σχεδόν ολόκληρη, ήταν σαν μια όμορφη νεαρή κοπέλα, φρέσκια και μυρωδάτη, όμορφη και δυνατή, με αυτοπεποίθηση. Τα βλέμματα ακόμη περίεργα, οι ψίθυροι ακόμη πολλοί, η απόφαση όμως είχε ληφθεί.

Άπλωσε τα κλαδιά της στις γειτόνισσές της και είπε: «Ελάτε μαζί μου, να ομορφύνουμε αυτόν τον βαρύ χειμώνα, να στολίσουμε τους δρόμους με άνθη, να μοιράσουμε ελπίδα στις καρδιές των ανθρώπων.

Όσοι ψιθύριζαν, τώρα μιλούσαν δυνατά. «Ελάτε όλοι μαζί, να απλώσουμε αγάπη στου φόβου τα στενά!»

 

Γκιντίδου Δήμητρα

Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά συνάντησε απελπισμένο τον Ιανουάριο. Περπατούσε μες στα χιόνια, στους βοριάδες κι έκλαιγε γοερά. Ξυλιασμένος, αποκαμωμένος, κάθισε στη ρίζα της. Εκείνη τον καταλυπήθηκε. Γιατί η καρδούλα της ήταν τρυφερή κι ας φαινόταν ξερή εξωτερικά.

«Τι έχεις, Ιανουάριε; Μπορώ να βοηθήσω;»

Την κοίταξε ξαφνιασμένος με δακρυσμένα μάτια.

«Είμαι απελπισμένος μήνας. Ο πιο κρύος, με μικρότερες μέρες και μεγαλύτερες νύχτες. Στο κέντρο του χειμώνα εγκλωβισμένος, παγωμένος. Δέντρα, φυτά, λουλούδια γύρω μου ξερά σαν νεκρά. Άνθρωποι αγανακτισμένοι απ’ τη σκοτεινιά μου. Παγωμένοι κρύσταλλοι με λογχίζουν. Να ξεφύγω, να βοηθήσω θέλω, αλλά δεν ξέρω πώς.

«Ω, καημένε μου! Εγώ θα σε βοηθήσω ν’ αναθαρρήσεις. Μη φοβάσαι!»

«Εσύ; Πώς;» ρώτησε βουρκωμένος.

«Ναι, θ’ ανθίσω και χωρίς φύλλα ακόμα. Θα δείξω θάρρος, ομορφιά και τη δύναμη της φύσης. Θα σου συμπαρασταθώ πρακτικά. Θα προσευχηθώ, επίσης, στον ήλιο. Να μας χαρίσει μερικές ηλιόλουστες μέρες, χειμωνιάτικα».

«Αχ, ναι» ήχησε μια κελαριστή φωνή μες στα κλαδιά της. «Θέλω να γεννήσω τ’ αυγά μου νωρίς κι αυτά όλο παγώνουν». Η αλκυόνη συνηγόρησε πρόθυμη.

«Κι εγώ θέλω να προσθέσω χρώμα στο βρεγμένο χώμα» συμφώνησε ο βολβός της ανεμώνης στη ρίζα της.

«Νιάου!» ακούστηκε ενθουσιασμένος ο γάτος. «Κι εγώ θέλω να ερωτευτώ τώρα, δυνατά!»

«Θα είμαι μαζί σας» ακούστηκε μια φωτεινή φωνή εξ ουρανού. «Αφού τόσο πολύ, τόσοι πολλοί, το θέλετε. Ναι. Θα βγαίνω κάθε Γενάρη, κάποιες μέρες, εγώ. Και θα κουβαλάμε στη γη, όλοι μαζί, το μήνυμα της νέας ζωής!»



Καλαϊτζάκη Μαρία

Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά αποφάσισε να σκορπίσει παντού τα άνθη της στα πέρατα της γης. Θα χρειαζόταν, όμως, βοήθεια από τα πουλάκια του χειμώνα. Μόλις έκατσε στα κλαδιά της ένας χαριτωμένος χειμωνοσπίνος, του ζήτησε ψιθυριστά να τη βοηθήσει. Του είπε ότι θα συμβάλει στο να έρθει η Άνοιξη στις καρδιές των ανθρώπων. «Με ποιον τρόπο;» ρώτησε κελαηδιστά το πουλάκι. «Με το να μεταφέρεις εσύ κι οι φίλοι σου τα ροζ ανθάκια μου παντού, όπου μπορείτε να πετάξετε. Έτσι οι άνθρωποι θα χαρούν και θα μπει χρώμα στις γκρίζες ζωές τους, αφού θα στολίσουν τα σπίτια τους με τα άνθη μου». Ο σπίνος πήγε πρόθυμα να διαδώσει την επιθυμία της Αμυγδαλιάς και μέσα σε λίγες ώρες σμήνη πουλιών είχαν μαζευτεί τριγύρω εκτελώντας το έργο που τους ανατέθηκε. Η Αμυγδαλιά γυμνώθηκε, τα κλαδιά της ήταν άδεια αλλά ήξερε ότι αυτό θα έκανε χαρούμενους τους ανθρώπους. Πράγματι, στα πρώτα σπίτια που άφησαν τα άνθη της, οι κάτοικοι απόρησαν αλλά καλοδέχτηκαν τα ροζ λουλούδια και τα κρέμασαν στις εξώπορτες τους ή στα μπαλκόνια τους. Κάποιοι έφτιαξαν στεφάνια. Κι ένα παιδάκι ρώτησε αν αυτό είχε ξανασυμβεί και παλιότερα. Όταν του είπαν ότι γίνεται πρώτη φορά στα χρονικά, πήγε και βρήκε την Αμυγδαλιά της γειτονιάς του, αγκάλιασε τον κορμό της και της ψιθύρισε: «Ευχαριστούμε». Η Αμυγδαλιά ένιωσε γαλήνη και πληρότητα και ευωδία αναδύθηκε από τα κλαδιά της.

 

Κιζιρίδου Γεωργία

Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά αποφάσισε να σπάσει τον χρυσό κανόνα περί σιωπής μεταξύ των δέντρων και ανθρώπων.

Κάθε απόγευμα, το αγόρι του αρχοντικού, έστρωνε ένα χαλάκι και διάβαζε ευλαβικά το βιβλίο του. Ακουμπούσε στο όμορφο δέντρο, ο ένας απολάμβανε τη συντροφιά του άλλου κι αφουγκράζονταν τους ήχους της φύσης.

Η Αμυγδαλιά, όταν ένιωσε τους χτύπους της καρδιάς του αγοριού να γίνονται ένα με το θρόισμα των φύλλων της, αποφάσισε να ρισκάρει και να μιλήσει στην ανθρώπινη γλώσσα για πρώτη φορά στα χρονικά. «Μπορείς να με ακούσεις; Είμαι η Αμυγδαλιά. Σε βλέπω, κάθε μέρα, που έρχεσαι στις ρίζες μου και βρίσκεις καταφύγιο. Θες να γνωριστούμε καλύτερα;»

Το αγόρι δεν τρόμαξε. Ήξερε ότι ένα δέντρο μπορεί να μιλήσει στην καρδιά ενός μοναχικού αγοριού. Απάντησε αμέσως, χαϊδεύοντας τον κορμό. «Είμαι ο Νικόλας και απολαμβάνω το καταφύγιο που μου προσφέρεις. Κοντά σου ξεχνάω όλα μου τα ανθρώπινα προβλήματα. Υπόσχομαι να σε ποτίζω, να σε φροντίζω και αν μου επιτρέπεις, να φτιάξω ένα όμορφο στεφάνι με τα άνθη σου».

Από εκείνη την ημέρα, και για πολλά χρόνια, ο Νικόλας κι η Αμυγδαλιά έγιναν αχώριστοι και απέδειξαν ότι ένα αγόρι μπορεί να γίνει φίλος με ένα δέντρο, αρκεί να το θέλουν κι οι δύο...

 

Κολιαστάση Δήμητρα

Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά αποφάσισε να υφάνει το άσπρο της φουστάνι με μεταξωτή κλωστή καμωμένη από τα ξέφτια των άστρων. Το έραβε κάθε νύχτα κάτω από το φως του φεγγαριού. Και σιγοτραγουδούσε καθώς περίμενε την άνοιξη για να φορέσει το πιο ξεχωριστό πέπλο. Να έρθουν να σταθούν επάνω του τα πρώτα χελιδόνια. Τα μπουμπούκια της ήταν κλειστά. Ο κορμός της κρύωνε σαν έπεφτε η πάχνη τα βράδια. Μα η μοναξιά ήταν που την πείραζε περισσότερο απ’ όλα. Τα λουλούδια, που της κρατούσαν παρέα, αργούσαν να ξυπνήσουν. Μια νύχτα του Φλεβάρη κοιμόταν βαθιά κι ονειρευόταν τον ήλιο να μπλέκεται και να λούζει με την ζέστη του τα κλαδιά της. Ξαφνικά αισθάνθηκε κάτι να την ταρακουνάει. Ξύπνησε αλαφιασμένη. Κοίταξε στις ρίζες της ένα σκιουράκι. Προσπαθούσε να σκαρφαλώσει πάνω της. «Τι έπαθες» το ρώτησε. «Χάθηκα στο δάσος. Η μητέρα μου θα με ψάχνει μα φοβάμαι το σκοτάδι». «Ανέβα ψηλά και δεν θα σε πειράξει κανένας» είπε η Αμυγδαλιά. Το σκιουράκι την άκουσε. Της ζήτησε να του αφηγηθεί ένα παραμύθι, για κοιμηθεί, όπως έκανε η μητέρα του. Εκείνη αναστέναξε. Σάμπως ήξερε και κανένα; Σκαρφίστηκε μια ιστορία με πεταλούδες και παπαρούνες. Το σκιουράκι κοιμήθηκε ασφαλές στην αγκαλιά της. Έμεινε μέχρι να έρθει η άνοιξη. Πέρασαν  όμορφα οι δύο τους κι έγιναν καλοί φίλοι. Το σκιουράκι βρήκε τη μαμά του μα ερχόταν συχνά και της κρατούσε συντροφιά. Μάλιστα έφερνε και παραμύθια από τη σοφίτα του σπιτιού του. Της άρεσε τόσο να τα ακούει! Την ταξίδευαν σε άλλους κόσμους, μαγικούς. «Τίποτα δεν είναι απίθανο; έτσι;» «Πράγματι» απάντησε το σκιουράκι.

 

Παπαχρήστου Μαριλένα

Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά αποφάσισε να ταξιδέψει. Πάντα αισθανόταν ριζωμένη στον τόπο της αλλά ο άνεμος, που φυσούσε ανάμεσα στα κλαδιά της, ψιθύριζε για νέα μέρη, για εμπειρίες και περιπέτειες. Έτσι, χωρίς δεύτερη σκέψη, άφησε πίσω το χωριό κι άρχισε να ταξιδεύει προς το άγνωστο.

Καθώς περπατούσε, συνάντησε τον Ήλιο, που την καλωσόρισε με μια ζεστή ακτίνα φωτός και της είπε: «Μη φοβάσαι το άγνωστο γιατί είναι γεμάτο ομορφιά και νέα ξεκινήματα».

Η Αμυγδαλιά συνέχισε το ταξίδι της και συνάντησε τη Βροχή, που της χάρισε την ικανότητα να αναγεννηθεί και να ανθίζει σε κάθε νέο μέρος που επισκεπτόταν.

Στον δρόμο της γνώρισε και το Δέντρο της Σκιάς, το οποίο της μίλησε για τη σημασία της υπομονής και της ειρήνης. «Όλα έρχονται σιγά σιγά» είπε. «Η πραγματική ομορφιά βρίσκεται στο ταξίδι, όχι στον προορισμό».

Με την πάροδο των χρόνων, η Αμυγδαλιά άνθιζε πάντα σε νέες γωνιές του κόσμου, μοιράζοντας τη σοφία και την ηρεμία της. Κι έτσι, κάθε φορά που κάποιος περνούσε από το μονοπάτι της, την έβλεπε να του χαμογελάει, σαν να του έλεγε: «Το ταξίδι σου θα σε κάνει σοφότερο! Συνέχισε!»

 

Πάτση Ελένη

Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά αποφάσισε να μην ξεβολευτεί από τον ύπνο της και να μην ανθίσει. Έκανε κρύο, η παγωνιά θέριζε κάθε της κλαδάκι, τα πουλιά τουρτούριζαν και πετούσαν γύρω της ψάχνοντας για κανένα σποράκι. Οπότε καλύτερα να ξεκουραζόταν λίγο ακόμα. Τύλιξε τα μπουμπούκια της, που είχαν αρχίσει να ζωντανεύουν, σφιχτά και γύρισε πλευρό. Είχε νυχτώσει. Θα κοιμόταν μέχρι την Άνοιξη. Μα ο ύπνος της δεν κράτησε πολύ. Όταν ξημέρωσε, άνοιξε τα μάτια της και τι να δει; Το χιόνι είχε πέσει λευκό, αφράτο και μπόλικο. Όλα ήταν κάτασπρα. Κάθε δέντρο, θάμνος και κορυφή. «Τι ομορφιά!» σκέφτηκε. «Αν υπήρχε και μια πινελιά ροζ μέσα στο λευκό; Πόση χαρά θα έδινε στα παιδάκια που τριγύρω». Έπρεπε να δώσει ό,τι καλύτερο είχε. «Και τι θα κερδίσω με τον ύπνο;» σκέφτηκε Έτσι τινάχτηκε μεμιάς, τεντώθηκε και τα μπουμπούκια της άρχισαν να ανοίγουν και να ανθίζουν. Χαρούμενες παιδικές φωνούλες και χέρια με γαντάκια την αγκάλιασαν σφιχτά. Τα παιχνίδια γύρω από τον κορμό της έδιναν κι έπαιρναν όλη μέρα. Ξέχασε ό,τι την απασχολούσε, ξέχασε τον ύπνο και χάρηκε με τη χαρά μικρών και μεγάλων «Άξιζε!» μονολόγησε. Κοίταξε την πλάση, που ήταν σαν ζωγραφιά και αποφάσισε να ανθίζει κάθε χειμώνα και να φέρνει την ελπίδα πως η Άνοιξη πλησιάζει.

 

Στεργίου Ευαγγελία

Μια φορά κι έναν καιρό η Αμυγδαλιά αποφάσισε να μην ανθίσει τον χειμώνα. Ήθελε να κοιμηθεί λίγο παραπάνω. Βαρέθηκε να ξυπνάει εκείνη πάντα πρώτη για να φέρει το μήνυμα της Άνοιξης. Ένιωθε κουρασμένη και ήθελε να ξεκουραστεί λίγο ακόμα. Ο χειμώνας πλησίαζε στο τέλος του. Ο Φλεβάρης, που ήταν ο τελευταίος μήνας του,  όταν είδε πως η αμυγδαλιά δεν άνθιζε, άρχισε να ανησυχεί. Μήπως έφταιγε εκείνος; Μήπως έκανε κάτι λάθος και νόμιζε πως δεν την αγαπούσε; Έχοντας όλες αυτές τις απορίες στο μυαλουδάκι του αποφάσισε να πάει να ρωτήσει τον πατέρα του. Ο Χειμώνα τού είπε πως έπρεπε να βρει έναν τρόπο να της δείξει πως την αγαπάει. Καθώς προχωρούσε σκεφτικός, ένα πουλάκι που τον είχε ακούσει να μιλάει με τον πατέρα του, του είπε: «Μπορείς απλώς να πας να της πεις πως την αγαπάς». Ο ήλιος, που μόλις έχει ξεπροβάλει πίσω από τα σύννεφα, του είπε πως θα μπορούσε να κάνει μια μεγάλη γιορτή για χάρη της, με χορούς και τραγούδια. Τότε ο Φλεβάρης κάλεσε όλα τα πουλάκια, όλα τα ζώα, κάλεσε και πρίγκιπες και πριγκίπισσες. Τους έδωσε κι από ένα κόκκινο μπαλόνι που έγραφε επάνω «αγάπη». Όλοι μαζί χόρευαν και τραγουδούσαν γύρω από την Αμυγδαλιά. Εκείνη ξύπνησε και χάρηκε τόσο πολύ που ο Φλεβάρης ετοίμασε μια τόσο μεγάλη γιορτή για χάρη της. Από τη χαρά της άρχισε να ανθίζει μέχρι που έγινε ολόλευκη σαν νυφούλα. Ο Φλεβάρης τότε την αγκάλιασε κι εκείνη του χάρισε το όμορφο άρωμά της.



Γράφτηκαν με αφορμή το παιχνίδι γραφής εδώ:

https://www.facebook.com/groups/1006082537869676

 

Θα χαρούμε πολύ να μας γράφετε τις εντυπώσεις σας ή, αν είστε εκπαιδευτικοί και δουλέψετε με κάποιο κείμενο στην τάξη σας, να μοιραστείτε την εμπειρία.

Το ιστολόγιο λειτουργεί, εδώ και δέκα χρόνια, αποκλειστικά και μόνο αφιλοκερδώς (δεν έχει καν διαφημίσεις, όπως η πλειοψηφία των ιστολογίων) κι η ανατροφοδότησή σας είναι για μας ένα ισχυρό κίνητρο για να συνεχίσουμε.

Ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας: yotakotsafti1@yahoo.gr

Ευχαριστούμε θερμά!

 

 

 

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2025

Διαδικτυακή λέσχη ανάγνωσης παιδικής λογοτεχνίας


Επειδή η παιδική λογοτεχνία είναι μια μεγάλη αγάπη που δεν τελειώνει...

Κάτι όμορφο ξεκινάει με τον ερχομό της Άνοιξης!

«Διαδικτυακή λέσχη ανάγνωσης παιδικής λογοτεχνίας»
(υπό την αιγίδα των Εκδόσεων Αλάτι, θα συντονίζει η Γιώτα Κοτσαύτη*)

Η συμμετοχή είναι δωρεάν και απευθύνεται σε ενηλίκους που αγαπούν τα βιβλία για παιδιά.
Θα γίνουν τρεις συναντήσεις, μέσω zoom, (ημέρα Σάββατο, βραδάκι) προς το τέλος Μαρτίου, Απριλίου και Μαΐου.
Θα διαβάσουμε μία ποιητική συλλογή, ένα παραμύθι κι ένα μυθιστόρημα (θα ανακοινώνονται στην ομάδα στις αρχές κάθε μήνα, αξιόλογοι τίτλοι από διάφορους εκδοτικούς οίκους).
Δεν είναι υποχρεωτική η αγορά των βιβλίων. Μπορείτε και να τα δανειστείτε ή να βρείτε κάποιον άλλο τρόπο για να τα προμηθευτείτε. Θα πρέπει, όμως, να τα έχετε διαβάσει.
Για δηλώσεις συμμετοχής, στείλτε μήνυμα μέχρι 16/2 στο yotakotsafti1@yahoo.gr και γράψτε ποια 3 βιβλία θα θέλατε να διαβάσουμε (απ’ όποιο είδος λόγου επιθυμείτε, αρκεί να είναι παιδικά).
Οι θέσεις είναι συγκεκριμένες και όταν συμπληρωθεί ο αριθμός, το τμήμα θα κλείσει.
Αν υπάρχει ενδιαφέρον, η λέσχη θα συνεχιστεί ξανά από φθινόπωρο.
Γεννήθηκα το 1981 και μεγάλωσα στη Λεβαία Φλώρινας. Είμαι συγγραφέας, απόφοιτη του Τμήματος Νηπιαγωγών και του μεταπτυχιακού προγράμματος Δημιουργικής Γραφής (Ε.Α.Π.-Π.Δ.Μ.). Έχω παρακολουθήσει τα σεμινάρια «Δημιουργική Ανάγνωση και Γραφή της Πεζογραφίας», «Ειδική Αγωγή: Διεπιστημονικές Πρακτικές Σύγκλισης», «Το παραμύθι στην Εκπαίδευση» (Ε.Κ.Π.Α.), «Αυτισμός: κατανόηση, εκπαίδευση και παρέμβαση» και «Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση» (Πανεπιστήμιο Πατρών). Κείμενά μου έχουν βραβευτεί σε αρκετούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Η αγάπη μου για την παιδική, εφηβική, νεανική λογοτεχνία με οδήγησε στη δημιουργία του δημοφιλούς ιστολογίου «Ένα κείμενο, μία εικόνα». Τον Ιούλιο του 2018 ανέλαβα εθελοντικά τη δημιουργία βιβλιοθήκης-χώρου δημιουργικής απασχόλησης στην περιοχή μου. Το φθινόπωρο του 2019 δημιούργησα τις Εκδόσεις Αλάτι κι από τότε συντονίζω εργαστήρια και επιμελούμαι ατομικά και συλλογικά βιβλία. Είμαι παντρεμένη με τον Θεοφάνη Θεοφάνους, έχουμε δύο κόρες και κατοικούμε στον νομό Φλώρινας.