Κυριακή 4 Μαΐου 2025

Με αφορμή την «Παπλωματού»

 


Γράφτηκαν με αφορμή την ανάγνωση του παραμυθιού «Το δώρο της Παπλωματούς» (συγγραφέας: Τζεφ Μπριμπό, εικονογράφος: Γκέιλ ντε Μάρκεν, μετάφραση: Κώστια Κοντολέων, στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Άγκυρα), την κουβέντα μας και δύο προτεινόμενες δραστηριότητες δημιουργικής γραφής, στα πλαίσια της διαδικτυακής παιδικής λέσχης ανάγνωσης ενηλίκων των Εκδόσεων Αλάτι.


Νέα μέλη θα γίνουν δεκτά από το φθινόπωρο του 2025.

https://www.facebook.com/groups/621286497213511

 

Γιάννου Μαρίνα

«Να σας ρίξω αυτή την κουβέρτα;» ρώτησε.

«Μα αφού ξέρεις πως με πιάνει φαγούρα με τα μάλλινα» απάντησε η κόρη της.

Στο βάθος της ντουλάπας είδε κάτι χρωματιστό. Το τράβηξε για να το κοιτάξει καλύτερα. Ήταν ένα πάπλωμα, με ζωηρά χρώματα, περίτεχνα μοτίβα και σχέδια, σαν να μιλούσαν. Τα παιδιά φώναξαν πως αυτό θέλουν και μόλις τα σκέπασε, μια ζεστασιά απλώθηκε όχι μόνο στα σώματά τους αλλά σε όλο το δωμάτιο.

«Ούτε που θυμόμουν αυτό το πάπλωμα. Τι άλλο έχει φυλαγμένο στις ντουλάπες η γιαγιά μου;» αναρωτήθηκε.

Μετά τον θάνατο της ηλικιωμένης γυναίκας είχαν μετακομίσει βιαστικά στο σπίτι που κληρονόμησαν και δεν είχε ξεκαθαρίσει όλα τα παλιά αντικείμενα.

Τα παιδιά παρατηρούσαν τα τετράγωνα του παπλώματος. Αυτό είναι σαν «Ψάρι», τούτο μοιάζει με «Πουλιά στον αέρα», αυτό σαν «Το πόδι της αρκούδας», «Το δέντρο του παραδείσου», «Το δίχτυ»...

Βγήκε από το δωμάτιο αφήνοντας τα παιδιά στη δίνη της φαντασίας τους. Ξάπλωσε στο κρεβάτι, είχε πονοκέφαλο. Έκλεισε τα μάτια της, ομίχλη απλώθηκε. Χρώματα ανακατεμένα με σχήματα άλλαζαν θέσεις, σαν να κοίταζε μέσα από καλειδοσκόπιο. Αφέθηκε στην όμορφη εικόνα και παρασύρθηκε στα μονοπάτια του υποσυνείδητου που δεν μπορούσε η ίδια να ορίσει. Είδε τον εαυτό της μικρό παιδί και τη γιαγιά της, που την μεγάλωσε, να τη σκεπάζει στοργικά με το πάπλωμα. Άκουσε μια φωνή σαν φθινοπωρινό θρόισμα φύλλων έτοιμων να πέσουν... Ένιωσε μια πρωτόγνωρη ζεστασιά.

«Θυμάσαι; Ήσουν μικρή. Η γιαγιά σου σε μεγάλωσε, όταν οι γονείς σου αναγκάστηκαν να φύγουν. Είχαν δωρίσει τα πάντα στον βασιλιά αλλά αυτός δεν είχε ικανοποιηθεί, τους ζητούσε κι άλλο δώρο, καλύτερο. Σε άφησαν στη γιαγιά κι έφυγαν, να αναζητήσουν κάτι που θα ευχαριστούσε τον βασιλιά. Εσύ έκλαιγες και τους αποζητούσες, σταμάτησες να τρως, ήσουν χλωμή και αδύναμη. Αρρώστησες βαριά».

Η φωνή ερχόταν από το πάπλωμα, αποκύημα της φαντασίας της, αποφάνθηκε. Δεν άνοιξε όμως τα μάτια. Αφέθηκε...

«Η γιαγιά σου φώναξε πολλούς γιατρούς αλλά κανείς δεν μπορούσε να βρει τι έχεις. Κανένα φάρμακο, καμιά γιατρειά δεν είχε αποτέλεσμα. Εκείνο το βράδυ ανέβασες υψηλό πυρετό. Η γιαγιά, απελπισμένη, πήγε να φωνάξει τον γιατρό. Το σκοτάδι πηχτό, το κρύο τσουχτερό. Ξαφνικά ένιωσε ένα ζεστό σύννεφο να την τυλίγει. Κοντοστάθηκε. Μια σκιά πλησίαζε. Ήταν μια γυναικεία φιγούρα, δεν μπορούσε να διακρίνει χαρακτηριστικά, μόνο τα άσπρα μαλλιά που έλαμπαν στο λιγοστό φως. Της έδωσε ένα πακέτο. Εξαφανίστηκε χωρίς να πει λέξη. Ένα πάπλωμα. Ήσουν πολύ άρρωστη, τύλιξα το σώμα σου αλλά και τη μικρή, πληγωμένη καρδιά σου...»

Η γυναίκα πετάχτηκε, τα μάγουλα της ήταν υγρά. Θυμήθηκε... Το πάπλωμα, η ζεστασιά, η αγάπη... Η αγάπη, η κινητήριος δύναμη αυτού του κόσμου.

 

Καραβασίλη Πόπη

Ο θρόνος της εξουσίας στη δύναμη των παραμυθιών

Ο άνδρας μπήκε στο σπίτι φουριόζος, με μαλλιά ανακατωμένα, μάτια δακρυσμένα και κόκκινα μάγουλα. Η γυναίκα τού φώναξε από την κουζίνα.

«Τελείωσε η διαδήλωση, αγάπη μου;»

Πριν προλάβει να απαντήσει, ο επτάχρονος γιος του έτρεξε στην αγκαλιά του.

Αυτός τον έβαλε να καθίσει στα πόδια του και είπε με σοβαρό ύφος.

«Παιδί μου, αυτός ο κόσμος πρέπει να γίνει καλύτερος. Όταν μεγαλώσεις, να προσέξεις σε ποιο κόμμα θα ανήκεις».

«Μπαμπά, με μπερδεύουν τα κόμματα αλλά μου αρέσουν τα θαυμαστικά».

Οι γονείς χαμογέλασαν, η μητέρα πλησίασε και απευθυνόμενη στον άντρα της είπε:

«Προσπάθησε να του το πεις με διαφορετικό τρόπο».

«Πώς να πω σε ένα επτάχρονο ότι η εξουσία είναι καλή μόνο όταν υπηρετεί τη δικαιοσύνη και προστατεύει τους αδύναμους;»

Η γυναίκα χαμογέλασε, πλησίασε τη βιβλιοθήκη πήρε το παραμύθι «Το δώρο της Παπλωματούς» του Τζεφ Μπριμπό και άρχισε να διαβάζει. Ο πατέρας άκουσε την ιστορία της Παπλωματούς, που χάριζε τα παπλώματά της σε όσους τα είχαν ανάγκη και για έναν άπληστο βασιλιά. Όταν αυτοί οι δυο συναντιούνται, αρχίζουν οι περιπέτειες . Στο τέλος ο βασιλιάς χαρίζει τον θρόνο του στην Παπλωματού, για να συνεχίζει να ράβει με άνεση τα παπλώματα.

Όταν τελείωσε το παραμύθι, ο άντρας πλησίασε τη γυναίκα και ψιθύρισε:

«Είσαι σίγουρη ότι τώρα κατάλαβε αυτό που ήθελα να του πω;»

«Απολύτως, με τον καλύτερο τρόπο» απάντησε χαμογελαστά.

 

Κιζιρίδου Γεωργία

1.

Αγαπημένη μου Παπλωματού,

Σου γράφω από μια πολύ μακρινή χώρα, άγνωστη στον περισσότερο κόσμο, τη λένε «Ουράνιο τόξο».

Ξέρω πολύ καλά ότι τον τελευταίο καιρό εξαφανίστηκα χωρίς να υπάρχει κάποιος σοβαρός λόγος. Η αλήθεια είναι ότι δεν έπαψα στιγμή να σε σκέφτομαι, εσένα και όσα περάσαμε μαζί. Σου είμαι βαθιά ευγνώμων γιατί αν δεν ήσουν εσύ, δεν θα μου περνούσε ποτέ από το μυαλό να παραιτηθώ από Βασιλιάς και να ζήσω πλέον ελεύθερος, ως μουσικός του δρόμου, σε ένα μέρος που κυριαρχεί η αισιοδοξία και η ελπίδα. Θέλω να ξέρεις ότι πάντα θα σε έχω στο μυαλό και στην καρδιά μου ασχέτως αν δε μιλάμε, πλέον, συχνά.

Με αγάπη κι εκτίμηση,

Ο πρώην αλαζόνας βασιλιάς

 

2.

Γεια σας! Είμαι το πολύχρωμο πάπλωμα που έφτιαξε με τα ίδια της τα χέρια η περίφημη Παπλωματού. Η αλήθεια είναι πως όταν με δημιούργησε, δεν ήταν τόσο γνωστή στον κόσμο και μάλιστα ήμουν από τα πρώτα της παπλώματα. Εμένα με έφτιαξε μέσα σε ένα βράδυ, χρησιμοποιώντας την αντανάκλαση του φωτός από το είδωλο του φεγγαριού στη Μαγική Λίμνη των Μυστικών. Ούτε στιγμή δεν παραπονέθηκε η καλή μας Παπλωματού ότι κουράστηκε. Η αποστολή της ήταν ιερή: Με αυτό το πάπλωμα θα μπορούσαν να νιώσουν ξανά ζεστασιά τα τρία ορφανά της Νικούλας. Δυστυχώς οι γονείς των παιδιών είχαν ένα σοβαρό ατύχημα κι από τότε έγιναν αχώριστα, δίνοντας κουράγιο και δύναμη το ένα στο άλλο. Όταν με ετοίμασε η καλή μας χειροτέχνισσα κι ακούμπησα πάνω στα κορμάκια των παιδιών, συγκινήθηκα. Ένα απαλό χάδι ήμουν για τα άτυχα πλάσματα. Γνωριστήκαμε μέσα από το άγγιγμα και δεν άργησε να τους πάρει ο ύπνος. Από εκείνη την ημέρα είμαστε αχώριστοι. Έχουν περάσει πόσα χρόνια κι ακόμα με φροντίζουν ώστε να είμαι καθαρό και απαλό. Είναι τόσο ωραίο να συνυπάρχουμε όλοι μαζί!

 

Πετροπούλου Ιωάννα

Το Τρελό Πάπλωμα

Το όνομά μου είναι Βίκτωρας, δηλαδή Νικητής. Αυτό είναι το κανονικό μου όνομα, γι’ αυτό η μαμά μου, η παπλωματού, έχει κεντήσει πάνω μου ένα μεγάλο «V», όμως, με φωνάζει χαϊδευτικά «Τρελό Πάπλωμα». Η μαμά μου με λέει έτσι επειδή κάνω ασυνήθιστα πράγματα. Τι ασυνήθιστα πράγματα κάνω δεν ξέρω. Ξέρω όμως ότι εγώ αγαπάω πολύ τη μαμά, τον μπαμπά μου και τα αδέλφια μου. Κι αυτοί με αγαπούν. Όλη η οικογένειά μου με αγαπάει, γι’ αυτό κι εγώ στεναχωριέμαι πολύ κάθε φορά που ακούω κρυφά το βράδυ τη μαμά με τον μπαμπά να συζητάνε το ενδεχόμενο να με δώσουν στον βασιλιά. Εγώ τότε βάζω τα κλάματα και η μαμά στεναχωριέται πολύ το πρωί, που με βρίσκει ξάγρυπνο και λυπημένο και τελικά δεν με δίνει. Ένα βράδυ είχα φοβηθεί κι είχα κρυφτεί στην αποθήκη για να μη με δώσουν. Το πρωί η μαμά με έψαχνε ταραγμένη. Όταν με βρήκε, δεν με μάλωσε. Της είπα κλαίγοντας ότι δεν θέλω να φύγω ποτέ από το σπίτι μας. Αν και η μαμά κάθε πρωί μου λέει ότι δεν θα με δώσει ποτέ, εγώ δεν την πιστεύω. Ξέρω ότι μόλις βρουν έναν καλό άνθρωπο, θα με δώσουν, όπως έκαναν και με τα αδελφάκια μου και θα πρέπει να τους αποχωριστώ. Αυτό λέει η μαμά ότι είναι το σωστό και το ονομάζει «Ενηλικίωση». Εγώ δεν ξέρω τι είναι αυτό. Σαν αρρώστια μου ακούγεται. Το κίτρινο χρώμα μου το οφείλω στον μπαμπά μου, αυτός έφερε στη μαμά τις κίτρινες κλωστές από το ταξίδι του. Αχ, πόσο αγαπώ τον μπαμπά μου! Όταν στεναχωριέμαι και κλαίω, έρχεται στο προσκεφάλι μου και μου λέει πάντα ένα παραμύθι να αποκοιμηθώ. Το αλογάκι στην ύφανσή μου ήταν ιδέα του μεγάλου μου αδερφού, του Ψαριού, αυτός ζήτησε να μου το κεντήσει η μαμά, για να μπορώ να κάνω με ασφάλεια τις περιπλανήσεις μου στο δάσος. Ο πετεινός ήταν ιδέα της μικρής μου αδερφής, της Ειρήνης με τα Πλούτη. Ήθελε να ξυπνάω χαρούμενα το πρωί, αφού με έβλεπε ότι κάθε βράδυ έκλαιγα γοερά. Η μαμά, τέλος, όταν με βλέπει πολύ στεναχωρημένο, μου λέει ότι δεν πρέπει να φοβάμαι και πως στο τέλος εγώ θα είμαι ο Νικητής της Ζωής. Αυτό είναι, εξάλλου, το όνομά μου! Μερικές φορές την πιστεύω, μερικές φορές όχι.

 

Πλιάτσικα Βάσω

Αγαπημένη μου Παπλωματού,

Πέρασε καιρός από την τελευταία φορά που συναντηθήκαμε. Ήταν η ώρα που με σκέπασες με το πανέμορφο πάπλωμα που έραψες για εμένα. Ένιωσα να με τυλίγει το νοιάξιμό σου και ταυτόχρονα να ξελαφρώνω, έτοιμος να πετάξω.

Πόσο πολύ με βοήθησες! Με τράβηξες μέσα από τη μεγάλη δίνη της απληστίας. Έτσι είχα μάθει. Μόνο να παίρνω δώρα, μόνο να ζητάω πράγματα από τους άλλους και δεν νοιαζόμουν για κανέναν. Μόνο για μένα…

Εσύ με έκανες να βρω τον αληθινό μου εαυτό. Κάθε φορά που ήθελα να σε τιμωρήσω και να σε πληγώσω, τύψεις με βασάνιζαν και επέστρεφα να σε βοηθήσω. Πίστεψα τελικά πως δεν είμαι τόσο κακός, όσο οι άλλοι ήθελαν να φαίνομαι.

Πόσο πολύ με άλλαξες! Με οδήγησες να βρω εκείνο το μονοπάτι που φέρνει τη χαρά, το μονοπάτι της προσφοράς. Στην αρχή δυσκολεύτηκα. Όμως το παιχνίδι των παιδιών με τα άλογα με συγκίνησε.

Πόσο ανάλαφρα νιώθω τώρα, που μου έμαθες ότι η χαρά βρίσκεται στο μοίρασμα. Ο καθένας χρειάζεται να δίνει και όχι μόνο να παίρνει από τους άλλους. Γι’ αυτό χαίρομαι που δέχθηκες κι εσύ το δικό μου δώρο.

Σε ευχαριστώ για ό,τι έκανες για εμένα!

Ο βασιλιάς σου

 

Το σπίτι της Λεβάντας

 


Σ’ έναν ξεχασμένο λόφο, κάπου μακριά, υπάρχει ένα χαριτωμένο σπιτάκι με ξύλινα παραθυρόφυλλα και μοβ λουλούδια να το αγκαλιάζουν. Εκεί, λένε, πως ζει μια κοπέλα, που μπορεί να μεταμορφώνεται σε λεβάντα.

Η Λεβάντα, όταν γίνεται κοπέλα, ετοιμάζει στο σπίτι…

 

Αγγελοπούλου Έλενα

…την αποσκευή της, για να κατέβει στη γη των ανθρώπων. Είναι οι ώρες εκείνες που βλέπει πως τους έχει κυριεύσει αμέτρητη δυστυχία και πόνος. Παίρνει, λοιπόν, τα γιατροσόφια της και ξεκινά το θαυματουργό της έργο.

Η πρώτη στάση της είναι σε μια μικρή παιδική χαρά. Εκεί σταματά, για να δώσει με τα θεραπευτικά της χέρια τις πρώτες βοήθειες στον μικρό Παυλή, που σκόνταψε, έπεσε και μάτωσε τα γόνατά του. Καθώς τον περιποιείται, εκείνος αρχίζει να νιώθει καλύτερα και η πληγή του, ως διά μαγείας, αρχίζει να κλείνει.

Χαρούμενος, τότε, τρέχει στη μαμά του και της λέει για μια μοβ νεράιδα, με μαγικά χεράκια, που παίρνει τον πόνο των παιδιών. Και πριν εκείνη προλάβει να τον ρωτήσει πού είναι η νεράιδα για να την ευχαριστήσει, η Λεβάντα έχει ήδη εξαφανιστεί.

Θέλει, βλέπετε, να τα προλάβει όλα, πριν νυχτώσει και λυθούν ξανά τα μάγια... Μπαίνει στην κάμαρα ενός μωρού, που κλαίει και δεν μπορεί να κοιμηθεί. Τότε, μεμιάς, αρωματίζει το δωμάτιο με το ευωδιαστό άρωμά της και το μωρό επιτέλους γαληνεύει και αποκοιμιέται γλυκά.

«Πρέπει να βιαστώ!» λέει στον εαυτό της και τρέχει πιο γρήγορα. Μπαίνει φουριόζα στο μεγάλο νοσοκομείο και περνά από τα κρεβάτια των αρρώστων. Τους ακουμπά και τους γλυκαίνει τον πόνο. Κάποιους, που έχουν μερόνυχτα να κοιμηθούν, τους γλυκοκοιμίζει. Κι εκείνοι ευθύς ονειρεύονται πως περπατούν ανάλαφροι, σε κήπους με ολάνθιστες λεβάντες...

 

Γακοπούλου Βάγια

…πολλά πολλά πακετάκια με παραμύθια. Σε κάθε πακέτο, εκτός από το παραμυθοβιβλίο, βάζει μια καρτούλα με δύο γλυκά λόγια αγάπης, παρηγοριάς, ενθάρρυνσης κι ένα κλαδάκι αποξηραμένης αρωματικής λεβάντας. Τυλίγει τα δωράκια της με χρωματιστό χαρτί και δένει γύρω του μια μοβ λιλά σατέν κορδέλα. Όταν πέφτει το βραδάκι, παίρνει τα πακέτα της, βγαίνει από το σπιτάκι της, διασχίζει το ολάνθιστο χωράφι που το περιβάλλει και γυρίζει από πόρτα σε πόρτα. Έξω από καθεμιά αφήνει το πακέτο με το βιβλίο που του ταιριάζει. Όλοι το έχουν καταλάβει και το περιμένουν με ανυπομονησία. Ανοίγουν το δέμα λύνοντας αργά την κορδέλα, μυρίζουν αχόρταγα το ντελικάτο λουλούδι, ανοίγουν το βιβλίο και βυθίζονται στο όνειρο, στη μαγεία της ανάγνωσης, ξεχνούν τις έγνοιες τους και για λίγο ζουν σε κόσμους μαγικούς. Η Λεβάντα κρυφοκοιτάζει από το παράθυρο, χαμογελά, χαίρεται που κατάφερε να μοιράσει φως και άρωμα ελπίδας για μια ακόμα φορά και παίρνει τον δρόμο του γυρισμού για το σπιτάκι της, μεταμορφώνεται σε λουλούδι, χώνεται ανάμεσα στις μοβ συστάδες και προετοιμάζεται για νέες περιπέτειες!

 

Γκιντίδου Δήμητρα

…τραπέζι για φίλους και συμμαθητές. Στρώνει τραπεζομάντηλο άσπρο με μοβ λουλουδάκια λεβάντας. Πιάτα, ποτήρια, χαρτοπετσέτες έχουν όλα διακόσμηση με χρώματα και σχέδια εμπνευσμένα απ’ αυτήν. Τα μαχαιροκουταλοπίρουνα καταλήγουν σε λαβή με σχέδιο το λουλούδι της. Το άρωμα, που σκορπούν τριγύρω τα κεριά, είναι το ίδιο. Οι πετσέτες του μπάνιου ασορτί. Το βάζο πάνω στο τραπέζι περιέχει ανθοσύνθεση με υπέροχα άνθη λεβάντας.

Ειδικά η σημερινή πρόσκλησή της ήταν στολισμένη ανάλογα με την περίσταση. Κλαδάκια λεβάντας γύρω γύρω τη στόλιζαν και την είχε ραντίσει με ίδιο άρωμα.

Είχε βάλει στα χρυσαφένια μαλλιά της στέκα με άνθη λεβάντας και φόρεσε κολιέ φτιαγμένο από λεβαντολούλουδα.

Μόνη της παράκληση: οι καλεσμένοι να κρατάνε οπωσδήποτε λουλούδια λεβάντας. Τοποθέτησε στις τέσσερις γωνίες του σαλονιού της άδεια βάζα, που θα γέμιζαν απ’ τα χαρισμένα τους σ’ αυτήν άνθη. Με την είσοδό τους, θα δώριζε στον καθένα από ένα σαπουνάκι λεβάντας.

Ήταν πανέμορφη και καταχαρούμενη σήμερα. Είχε αποφασίσει να τραγουδήσει μαζί τους αυτό που της τραγούδαγαν, λίγο κοροϊδευτικά, στο σχολείο: « Λεβαντίνη, Λεβαντίνη τ’ άρωμά σου σε προδίνει...»

Έγραψε και μια μεγάλη επιγραφή υποδοχής στην πόρτα της και χαμογέλασε:

«Να μοιραστώ θέλω μ’ εσάς ό,τι πολύ αγαπάω.

Καλώς ήρθατε!

Η Λεβάντα- Λεβαντίνη σας»

 

Κιζιρίδου Γεωργία

...οτιδήποτε θα έκανε τους μουσαφίρηδες να νιώθουν σαν στο σπίτι τους. Μόνο που υπάρχει μια ιδιαιτερότητα στις ετοιμασίες της: Στο κάθε τι προσθέτει μια μοβ πινελιά, γιατί είναι το αγαπημένο της χρώμα.

Τι να σας πρωτοπεριγράψω από τα φαγητά και τα γλυκίσματα που είναι κάθε χρόνο διαθέσιμα... Τάρτα με άγρια μούρα κομμένα με τα χέρια της από το δάσος, ψωμί με άνθη λεβάντας, μοσχαράκι με δαμάσκηνα...

Δεν μένει μόνο στα φαγώσιμα, όμως, η ακούραστη Λεβάντα. Δεν λησμονεί να στρώσει σεντόνια σε λιλά τόνους, τα τραπεζομάντηλα σε χρώμα ροζ/μοβ και οι κουρτίνες σε τόνους μαντσέτας.

Χρόνο με τον χρόνο, έγινε γνωστή η Λεβάντα από στόμα σε στόμα και όλο και περισσότεροι χωρικοί έσπευδαν για να τη γνωρίσουν αλλά και για να απολαύσουν το θέαμα. Έτσι, μετά από πολλά χρόνια, καθιερώθηκε η συγκεκριμένη περίοδος που η Λεβάντα ζωντάνευε ως η «Μοβ εποχή». Από τη μέρα που η Λεβάντα εξαφανίστηκε σαν αερικό, το σπίτι της ονομάστηκε «Το μουσείο της Λεβάντας» και παρέμεινε ανοιχτό για όλους, ταξιδιώτες και ντόπιους.

 

Κολιαστάση Δήμητρα

…μπουκέτα με άνθη λεβάντας και στολίζει το λευκό της τραπεζομάντιλο. Η Λεβάντα λικνίζεται στους κάμπους όταν γίνεται κοπέλα, χορεύει κι ανεμίζει το μοβ φουστάνι της. Στο περβάζι της στέκονται πάντα πεταλούδες, οι ίδιες που κάθονται να ξαποστάσουν πάνω στα μυρωμένα άνθη της. Στολίζει το ψάθινο καπέλο της με λεβάντες και βγαίνει ένα περίπατο στον ήλιο, να παίξει με τα σύννεφα λίγο πριν δύσει και γίνεται ξανά λουλούδι, για να αποκοιμηθεί στης άνοιξης το πέπλο. Η Λεβάντα πλημμυρίζει το σπίτι της με το άρωμά της, κάθεται στον κήπο το ξημέρωμα και βγάζει τον άσπρο καμβά της. Λατρεύει να ζωγραφίζει τη φύση.

Τα παιδιά ακούγανε το παραμύθι με αφοσίωση από τη μητέρα τους, ταξίδευαν μέσα από τις σελίδες του στο μαγικό κόσμο της Λεβάντας, είδαν το ξύλινο σπίτι της, έπαιξαν στον λόφο μαζεύοντας μερικές λεβάντες κι εκείνη τους κερνούσε νόστιμα ζαχαρωτά που ετοίμαζε μοναχή της. Ο Νικόλας έφτιαχνε ένα στεφάνι με λεβάντες στην αδερφή του την Μαρίνα για τα ξανθά μαλλιά της. Έμοιαζε με νεράιδα στο φως του φεγγαριού. Παράξενο μα το παραμύθι είχε έναν σελιδοδείκτη από μια αποξηραμένη λεβάντα. «Τι όμορφα που μυρίζει» είπε η Μαρίνα. «Αλήθεια, μητέρα, υπήρξε εκείνη η Λεβάντα που μεταμορφωνόταν σε κοπέλα;» «Δεν γνωρίζω. Εμείς πάντως την επισκεφτήκαμε και περάσαμε ένα υπέροχο απόγευμα μαζί της!»

 

Κοτσαύτη Γιώτα

…το πιο παράξενο τσάι του κόσμου. Δεν φτιάχνεται με απλό νερό αλλά με δάκρυα χαράς. Μέσα στο καζάνι της, εκτός απ’ αυτά κι από τα μοβ αρωματικά ανθάκια της, ρίχνει λίγες αναμνήσεις, μια χούφτα από ξεχασμένα όνειρα και μερικές ανάσες από ξέγνοιαστα παιδιά που αποκοιμήθηκαν. Όποιος το πιει, θυμάται ξανά κάτι μαγικό που είχε ξεχάσει: πώς να μιλά στις πεταλούδες, πώς να ακούει το φως, πώς να βρίσκει τη σωστή στιγμή για να σωπάσει.

Οι περαστικοί που φτάνουν ως τον λόφο -συνήθως κατά λάθος ή όταν χάνονται αναζητώντας κάτι άλλο- βλέπουν την κοπέλα να ποτίζει τα λουλούδια, να τους χαμογελά και να τους καλωσορίζει σαν να τους περίμενε χρόνια.

Το σπίτι της, όμως, δεν μένει ποτέ στο ίδιο σημείο. Άλλοτε ξεφυτρώνει στην καρδιά μιας πολύβουης πόλης, άλλοτε στην αυλή μια παρατημένης μονοκατοικίας, άλλοτε πάνω σ’ ένα σύννεφο. Κι όταν δεν το χρειάζεται κανείς, χάνεται μ' έναν αχνό ήχο.

Λένε πως κάθε φορά που το σπιτάκι εξαφανίζεται, στο σημείο που βρισκόταν φυτρώνουν λεβάντες με ιδιότητες μαγικές. Όμως αυτή είναι μια ιστορία που θα ξεδιπλώσουμε κάποια άλλη στιγμή…

 

Πάτση Ελένη

…μικρά πουγκάκια από ύφασμα που ράβει προσεκτικά και μέσα τοποθετεί άνθη από λεβάντα, τα οποία καλλιεργεί στον μικρό, ολάνθιστο και μοσχοβολιστό της κήπο. Μετά φορά το μοβ φόρεμά της, πλέκει στα μαλλιά της λουλούδια και ξεκινά για την πόλη. Εκεί, σε ένα μαγαζάκι που μπορείς να βρεις ό,τι ζητά η ψυχή σου, τα προσφέρει με αγάπη. Η ιδιοκτήτρια της δίνει λίγα φλουριά για να την ευχαριστήσει καθώς και κουλουράκια. Μετά περνάει από τον ράφτη για να αγοράσει χρωματιστά υφάσματα και κλωστές, να συνεχίσει να φτιάχνει τα μαγικά της πουγκιά. Η κοπέλα, ευτυχισμένη και ακούραστη, επιστρέφει γρήγορα γρήγορα στο σπίτι . Είναι σίγουρη ότι σύντομα θα πουληθούν γιατί είναι ευλογημένα Όσοι τ’ αγοράζουν, το σπίτι τους έχει την ευωδιά και τη χάρη Του θεού. Επίσης, αγοράζει καλαθάκια και καραμέλες. Οι καραμέλες θα είναι κέρασμα για τα παιδιά, τα καλαθάκια θα τα γεμίσει με μπουκέτα λεβάντας. Τα παιδιά του χωριού θα την επισκεφτούν, θα πάρουν τα καλαθάκια και με αυτά θα στολίσουν τον Επιτάφιο. Αν έχετε δει έναν Επιτάφιο στολισμένο με λεβάντες που μοσχοβολούν, να ξέρετε ότι αυτές προέρχονται από το κορίτσι που ζει σε έναν ξεχασμένο λόφο και κάθε άνοιξη μεταμορφώνεται σε λεβάντα. Έτσι και φέτος. Το κορίτσι της λεβάντας θα επιτελέσει το χρέος του, να ευλογεί τους ανθρώπους με τη χάρη που του έχει δώσει ο Δημιουργός μας.

 

Στεργίου Ευαγγελία

…μια γιορτή και προσκαλεί όλα τα λουλουδάκια, τις πεταλούδες, τις μέλισσες, τα πουλάκια και άλλα ζώα. Εκείνη τα υποδέχεται φορώντας το μοβ φορεματάκι της και το λαμπερό χαμόγελό της.

Όταν συγκεντρώνονται όλοι, μπαίνουν μέσα στο σπίτι της και κάθονται σε κύκλο. Η Λεβάντα κερνάει ένα ρόφημα με βότανα του βουνού και νόστιμα γλυκίσματα που φτιάχνει με τα χεράκια της. Ύστερα αρχίζουν και μιλάνε. Το κάθε ένα λέει το όνομά του και μια μικρή ιστορία από τη ζωή του στο βουνό. Η Λεβάντα τότε πιάνει ένα μολύβι και ένα τετράδιο και γράφει όλες τους τις ιστορίες σαν μικρά παραμύθια  -ιστορίες θάρρους, αγάπης, φιλίας και πολλές άλλες. Σε κάθε μία κάνει και μια ζωγραφιά.

Ύστερα τις τυλίγει σε ρολό και τις δένει με ένα κλωναράκι λεβάντας. Βγαίνει στην όμορφη αυλή της μαζί με όλα τα πλάσματα που την επισκέφθηκαν. Χορεύουν και τραγουδούν, απολαμβάνουν τα φιλιά του ήλιου και τα χάδια απ’ το απαλό αεράκι.

Σαν τελειώσει η γιορτή, βάζει όλα τα παραμύθια σε ένα καλαθάκι στολισμένο με λουλούδια και παίρνει τον δρόμο για την πόλη. Όταν συναντάει κάποιον, του χαρίζει ένα παραμύθι και με το λαμπερό της βλέμμα εξαφανίζει όλους τους φόβους, τα κλάματα και τις στενοχώριες. Στη θέση τους προσφέρει χαμόγελα, αγάπη και θάρρος.

 

Σωτηροπούλου Ρούλα

…γλυκά αρωματικά με μέλι και ροδοπέταλα, μαγειρεύει τσάγια που γιατρεύουν κάθε πληγή της καρδιάς και γεμίζει τα δωμάτια με το άρωμα της γης. Όποιος ταξιδιώτης φτάσει στον λόφο, κουρασμένος ή λυπημένος, βρίσκει στο κατώφλι της ζεστή φιλοξενία και λόγια παρηγοριάς.

Όταν το φεγγάρι γεμίζει, η Λεβάντα καλεί τα πλάσματα του δάσους –νεράιδες, κουκουβάγιες σοφές και μικρούς ανέμους– να χορέψουν γύρω από το σπίτι. Με κάθε της βήμα, η γη ανθίζει και οι πέτρες ανάβουν απαλά, σαν να είχαν μέσα τους κρυμμένα άστρα.

Οι περαστικοί, αν σταθούν σιωπηλά, μπορεί να δουν μια λάμψη να τρεμοπαίζει στα παράθυρα ή να ακούσουν μια φωνή, γλυκιά σαν άνοιξη, να τους καλεί. Κι αν τολμήσουν να περάσουν το κατώφλι, η Λεβάντα τούς χαρίζει έναν σπόρο: έναν μικρό, μοβ σπόρο που αν φυτευτεί με πίστη, μπορεί να γεννήσει έναν δικό τους μαγικό κόσμο.

Κανείς δεν ήξερε πώς βρέθηκε εκείνη στον λόφο, ούτε πώς έμαθε να γίνεται λουλούδι. Μόνο οι παλιοί σοφοί του χωριού ψιθύριζαν πως ήταν δώρο της γης για όσους ήξεραν ακόμα να πιστεύουν στα θαύματα.

 

Χίου Έλσα

…μικρά ρολάκια από χαρτί και γεμίζει μ' αυτά ένα καλαθάκι. Σε κάθε ρολάκι έγραφε κι από κάτι. Της άρεσε πολύ να είναι ριζωμένη στη γλάστρα της και να κοιτάζει τα λιβάδια, τις νεροσυρμές και τα ζωάκια να περνάνε. Όταν φυσούσε αεράκι, το άρωμά της μάζευε γύρω της μελισσούλες, πεταλούδες και αλογάκια της Παναγιάς. Τα αγριολούλουδα κουνιόντουσαν σαν να χόρευαν κι εκείνη τα χαιρετούσε ανεμίζοντας τα φύλλα της. Όταν διψούσε, μεταμορφωνόταν σε κοπέλα κι έτρεχε στο σπιτάκι της για νερό. Η μεγαλύτερη χαρά της ήταν να παίρνει το καλαθάκι της και να κατηφορίζει προς το κοντινότερο χωριό. Τρέχοντας έφτανε στο σχολείο. Τα παιδιά την έβλεπαν στο διάλειμμα και φώναζαν: «Ήλθε η Λεβάντα!» Την κύκλωναν κι'έπαιρνε καθένα απ' το καλάθι το τυλιγμένο χαρτάκι του. Δεν ήξεραν τι έγραφε κι ανυπομονούσαν να τ' ανοίξουν. Ύστερα διάβαζαν δυνατά αυτό που τους έτυχε.

«Τα κόκκινα άνθη στη ροδιά. Αχ, πώς μ' αρέσουνε παιδιά!»

«Τι ποτάμια, τι χορτάρια, τι λιοτρόπια και φεγγάρια!»

«Γιατί είμαστε μικρά παιδιά κι η αγάπη μας μεγάλη. Που αν τη χωρέσουμε απ' τη μια, περισσεύει απ' την άλλη».

Τέτοια κι άλλα πολλά γράφανε τα χαρτάκια της Λεβάντας.

Και πόσο χαιρόταν ν' ακούει τα παιδιά να απαγγέλουν στιχάκια απ' τον αγαπημένο της ποιητή! Ύστερα έτρεχε στον λόφο, χωνόταν στη γλάστρα της για να δει και ν' ακούσει κι άλλα ωραία και παράξενα του κόσμου. Να γράψει και να βρει κι άλλα στιχάκια, να τα βάλει στο στόμα των παιδιών, που είναι γλυκά σαν το μέλι στο ψωμί.

 

 

Η εικόνα δημιουργήθηκε μέσω ΑΙ αποκλειστικά για το ιστολόγιο.

 

Γράφτηκαν με αφορμή το παιχνίδι γραφής εδώ:

https://www.facebook.com/groups/1006082537869676

 

Θα χαρούμε πολύ να μας γράφετε τις εντυπώσεις σας ή, αν είστε εκπαιδευτικοί και δουλέψετε με κάποιο κείμενο στην τάξη σας, να μοιραστείτε την εμπειρία.

Το ιστολόγιο λειτουργεί, εδώ και δέκα χρόνια, αποκλειστικά και μόνο αφιλοκερδώς (δεν έχει καν διαφημίσεις, όπως η πλειοψηφία των ιστολογίων) κι η ανατροφοδότησή σας είναι για μας ένα ισχυρό κίνητρο για να συνεχίσουμε.

Ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας: yotakotsafti1@yahoo.gr

Ευχαριστούμε θερμά!

 

 

 

 

Σάββατο 19 Απριλίου 2025

Της Ανάστασης Φως

 


«Χριστός Ανέστη»

ο ιερέας ψέλνει

και η φωνή του

τρυπά τους τοίχους

και τα περίτεχνα παράθυρα.

Ξυπνά τα αηδόνια

και γλυκές μελωδίες πλημμυρίζει η πλάση.

 

«Χριστός Ανέστη»,

ο ήλιος λάμπει

και το γέλιο του

σκορπίζεται στο σύμπαν,

απλώνεται στην άσπαρτη κοιλάδα

που γεμίζει ευωδιαστά άνθη.

 

«Χριστός Ανέστη»

ψιθυρίζουν τα χείλη

και οι ταπεινές λαμπάδες

ανάβουν της Ανάστασης Φως,

με αγάπη ντύνουν ματιές και χαμόγελα.


Βάγια Γακοπούλου

 

 

Η εικόνα δημιουργήθηκε μέσω ΑΙ αποκλειστικά για το ιστολόγιο.

 

Γράφτηκαν με αφορμή το παιχνίδι γραφής εδώ:

https://www.facebook.com/groups/1006082537869676

 

Κυριακή 13 Απριλίου 2025

Πασχαλινές ιστορίες

 


Αγγελοπούλου Έλενα

Ο σκαντζοχοιρολαγός

«Γρήγορα, ξύπνα, υπναρά! Θα αργήσουμε στη γιορτή των λαγών» είπε η σκαντζοχοιρίνα στο αδερφάκι της. «Έλα, άφησέ με να κοιμηθώ! Δεν έχει έρθει ακόμη η άνοιξη...» απάντησε ο μικρούλης κάτω από το φλούδινο κουβερτάκι του. «Λοιπόν, αν δεν ξυπνήσεις και δεν ετοιμαστείς γρήγορα, θα τη χάσουμε τη μεγάλη πασχαλινή γιορτή. Όλοι οι σκαντζόχοιροι του δάσους έχουν ήδη ξυπνήσει, μόνο εσύ απέμεινες» ξαναείπε η σκαντζοχοιρίνα και πήρε το καλαθάκι της με τ’ αυγά, που είχε ετοιμάσει για τη γιορτή.

«Εντάξει μ’ έπεισες, θα έρθω. Όμως δεν έχω προλάβει να φτιάξω κάτι για τη γιορτή. Πώς να έρθω έτσι, με χέρια αδειανά;»

«Δεν πειράζει. Θα σου δώσω απ’ τα δικά μου. Πάμε γιατί αργήσαμε!»

Εκείνος, όμως, πρόλαβε και άρπαξε δυο μακρουλές φλούδες -από το κουβερτάκι του- και τις έβαλε στην τσέπη του. Στη διαδρομή, μάλιστα, σκέφτηκε να τις στολίσει με ό,τι έβρισκε μπροστά του, από τ’ ολάνθιστο δάσος.

Πρόσθεσε λίγες από τις κατακόκκινες παπαρούνες που ήταν τριγύρω, κάποιες λιλά ανεμώνες, μικρές άσπρες μαργαρίτες και λίγα πολύχρωμα φτερά, που είχαν πέσει από τις φωλιές των πουλιών. Το αποτέλεσμα ήταν ένα πραγματικό έργο τέχνης. Και όλα αυτά χωρίς να καταλάβει η αδερφούλα του το παραμικρό.

Όταν έφτασαν στη γιορτή, τους είδε όλους καλοντυμένους με τα καλαθάκια τους, να τον καλωσορίζουν. Τότε κι εκείνος, με μια αστραπιαία κίνηση, έβγαλε από την τσέπη του τις ολάνθιστες φλούδες και τις έμπηξε στ’ αγκαθάκια του, γι’ αυτιά. Τον κοίταξαν με θαυμασμό γιατί ήταν το πιο πρωτότυπο, ανοιξιάτικο, λαγουδίσιο κοστούμι.

«Ένας σκαντζοχοιρολαγός με τα όλα του!» φώναξαν με ενθουσιασμό.

 

Γακοπούλου Βάγια

Ο σκαντζόχοιρος του Πάσχα

«Επιτέλους, ήρθε η Άνοιξη» είπε ο Άκης, ο μικρότερος γιος της οικογένειας Ακανθάκη, στον αδερφό του τον Λάκη. Εκείνος, όμως, δεν απάντησε. Φαινόταν σαν κάτι να τον απασχολούσε.

«Λάκη, σου μιλάω, δεν ακούς;»

«Συγγνώμη. Σκεφτόμουν μια εργασία που μας έβαλε η δασκάλα για τα έθιμα του Πάσχα και δεν ξέρω τι να γράψω» είπε λυπημένα ο Λάκης.

«Και γι’ αυτό σκας;» απάντησε ο Άκης. «Θα πάμε στον ειδικό επιστήμονα Πασχολόγο, τον κύριο Λαγό Πασχαλίδη και θα του ζητήσουμε τη συμβουλή του».

Έτσι κι έκαναν. Τα δύο αδερφάκια πήραν ένα άγριο καροτάκι για δώρο και πήγαν στο σπίτι του κύριου Λαγού.

Εκείνος, μόλις άκουσε το πρόβλημά τους, είπε: «Πάνω στην ώρα ήρθατε. Όχι μόνο θα σας πω για ένα έθιμο, αλλά θα με βοηθήσετε να το ζήσουμε παρέα. Στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες έχουν το έθιμο του Λαγού του Πάσχα».

«Κι εμείς πώς θα σε βοηθήσουμε;» ρώτησε ο Λάκης και τα ματάκια του έλαμψαν.

«Ακολουθήστε με και θα σας εξηγήσω στον δρόμο. Εσύ, Λάκη, μπορείς να είσαι ο βοηθός μου» είπε ο Λαγός και του έδωσε να φορέσει λαγουδοαυτάκια. Όταν έφτασαν στο ολάνθιστο λιβάδι, τους έδωσε πολύχρωμα αυγά, να τα βάλουν σε ένα καλαθάκι για να τα κρύψουν το βράδυ στην αυλή του σχολείου, ώστε να τα βρουν την άλλη μέρα οι συμμαθητές του Λάκη κι ένα λουλούδι για τη δασκάλα του.

Την επόμενη μέρα ο Λάκης ήταν τόσο χαρούμενος όταν η δασκάλα τού χάιδεψε το κεφαλάκι χαμογελώντας κι όταν οι συμμαθητές του ανυπομονούσαν να βγουν στην αυλή, να ανακαλύψουν τα κρυμμένα αυγουλάκια!

 

Πάτση Ελένη

Η Λέλα κι ο Κοκός το Πάσχα

Το σχολείο έκλεισε για Πάσχα και τα σκαντζοχοιράκια Λέλα και Κοκός, συμμαθητές και φίλοι, συναντήθηκαν στην αυλή του σπιτιού της Λέλαs για να παίξουν. Η αυλή ήταν γεμάτη τουλίπες και ολάνθιστες πασχαλιές.

«Λέλα, κοίταξε τι ωραία αυτάκια λαγού μου πήρε η μαμά μου» είπε ο Κοκός και έδειξε τα φουντωτά αυτάκια λαγού

«Είναι τέλεια» απάντησε η Λέλα. «Σου πάνε πολύ, καλέ μου φίλε, πόσο θα ήθελα να έχω κι εγώ» είπε και χαμήλωσε το κεφάλι της.

Τότε ο Κοκός τα έβγαλε μεμιάς και της τα φόρεσε. «Εσένα σου πηγαίνουν πιο πολύ, στα χαρίζω».

Η Λέλα τού έδωσε ένα φιλί κι έτρεξε μέσα στο σπίτι της. Βρήκε ένα καλαθάκι που κρατούσε όταν πήγαινε με τη μαμά της για ψώνια, το φόρτωσε με βαμμένα αυγά και σοκολατάκια και ξαναβγήκε στην αυλή.

«Κοκό μου, καλό Πάσχα να έχουμε!» είπε με χαρά και του έδωσε το καλαθάκι με τα βαμμένα και στολισμένα αυγά, αλλά και μια κόκκινη τουλίπα.

Η αγάπη είναι το Πάσχα, η προσφορά και το νοιάξιμο είναι το Πάσχα!

 

Πλιάτσικα Βάσω

Οι βοηθοί του λαγού του Πάσχα

Ο μεγάλος σκαντζόχοιρος βγήκε από το δωμάτιο φωνάζοντας χαρούμενος στον αδελφό του: «Σου αρέσουν τα μακριά άσπρα αυτιά μου;»

Ο μικρός σκαντζόχοιρος τον κοίταξε ενθουσιασμένος. «Αλήθεια, ταιριάζουν πολύ με τα πυκνά καφετιά αγκάθια σου. Είσαι ό,τι χρειαζόμουν! Πλησιάζει η Ανάσταση κι ο λαγός του Πάσχα έχει αρρωστήσει… Έλα!» του είπε και τον άρπαξε βιαστικά από το χέρι.

Βγαίνοντας από τη φωλιά, τους μάγεψε ο γαλανός ουρανός που είχε στολιστεί με τα πουπουλένια του σύννεφα και το γρασίδι με τα καταπράσινα φύλλα του. Πατώντας στο γρασίδι, ένιωσαν ένα περίεργο γαργαλητό και άρχισαν να χοροπηδάνε σαν λαγοί! Σε λίγο μια αόρατη δύναμη τούς τράβηξε και στρογγυλοκάθισαν μπροστά σε ένα μεγάλο καλάθι. Ήταν γεμάτο πασχαλινά σοκολατένια αυγά, στολισμένα με ζωηρά χρώματα και σχέδια. Γύρω τους κάτασπρες μαργαρίτες και κόκκινες τουλίπες καμάρωναν γεμάτες χάρη.

Κατάλαβαν πως ο λαγός του Πάσχα αν και άρρωστος, τους οδηγούσε στην αποστολή τους. Έπρεπε οπωσδήποτε να τον βοηθήσουν. «Μεγάλε αδερφέ, το καλάθι με τα σοκολατένια αυγά, που ετοίμασε ο λαγός, σε περιμένει!» είπε ο μικρός σκαντζόχοιρος. «Γίνε λαγός-βοηθός! Είναι η ώρα να κρύψεις τα αυγά σε κήπους και αυλές, για να τα βρουν τα παιδιά και να χαρούν το κυνήγι του πασχαλινών αυγών!» συνέχισε.

Ο μεγάλος σκαντζόχοιρος ένιωθε περήφανος που θα αναλάμβανε αυτήν τη σπουδαία αποστολή! Κάλεσε όμως και τον αδελφό του να τον βοηθήσει, που αμέσως πήρε με χαρά ένα αυγό και ετοιμάστηκε να το κρύψει. Ο ίδιος έκοψε μια μικρή τουλίπα, για να ευχηθεί «περαστικά» στον λαγό του Πάσχα, πριν ξεκινήσουν…

(Ιδέα από το ομώνυμο γερμανικό πασχαλινό έθιμο)

 

Σπαθαράκη Κατερίνα

Το μυστικό της σκαντζοχοιρίνας

Κάθε Πάσχα η γιαγιά του Λάμπρου έλεγε ότι η γιορτή αυτή στα ορεινά χωριά της Κρήτης είναι διαφορετική. Γιατί το βράδυ της Ανάστασης βγαίνουν τα σκαντζοχοιράκια στα χωράφια και κρύβουν πολύχρωμα, πασχαλινά αυγά. Αλλά για να τα βρεις πρέπει να έχεις αγνή καρδιά.

Έτσι φέτος ο Λάμπρος αποφάσισε ότι θέλει να συμμετέχει κι αυτός στο κυνήγι των αυγών. Μετά την Ανάσταση δεν πήγε για ύπνο όπως συνήθως, αλλά κρύφτηκε πίσω από το παράθυρό του και περίμενε να δει τα σκαντζοχοιράκια. Και πράγματι, δεν πέρασε πολλή ώρα και φάνηκαν περίεργες σκιές. Έβλεπε κάτι πλάσματα με κοντά ποδαράκια, φουντωτή ουρά και αγκαθωτή ράχη, που αναγνώρισε αμέσως. Όμως είδε και μία άλλη σκιά, που του φάνηκε περίεργη. Ενώ ήταν κι αυτή μικρόσωμη, στο κεφάλι της είχε κάτι πελώρια αυτιά. Ο Λάμπρος παραξενεύτηκε τόσο που ξέχασε τα πασχαλινά αυγά και αποφάσισε να την ακολουθήσει. Πήρε το φαναράκι που του είχε αφήσει η γιαγιά του και βγήκε έξω.

Κατευθύνθηκε προς το χωράφι τους και πριν προλάβει να κοιτάξει ολόγυρα, είδε ξανά την περίεργη σκιά. Χωρίς να χάσει χρόνο, την ακολούθησε και οδηγήθηκε στην κουφάλα ενός δέντρου. Μάζεψε όλο το κουράγιο του και κοίταξε μέσα. Και τι να δει; Η σκιά ήταν μία μαμά-σκαντζοχοιρίνα, με ψεύτικα αυτιά κουνελιού, που θήλαζε πέντε μικροσκοπικά μωρά λαγουδάκια. Τότε θυμήθηκε ότι, πριν από λίγες μέρες, είχαν βρει μία κουνέλα ακίνητη και παγωμένη στο χωράφι τους, αλλά η γιαγιά είχε πει να μην ανησυχεί γιατί ο Θεός δεν αφήνει κανένα πλάσμα του αβοήθητο, ειδικά αυτές τις γιορτινές μέρες…

 

Στεργίου Ευαγγελία

Πάσχα στο Σκαντζοχοιροχωριό

Η Άνοιξη είχε μπει για τα καλά στο Σκαντζοχοιροχωριό. Τα δέντρα είχαν γεμίσει πράσινες φυλλωσιές και παντού είχαν ανθίσει λουλούδια. Όλα τα ζωάκια ετοιμάζονταν για τη γιορτή της Ανάστασης. Ο Ντίνος και η Κλαίρη, δύο μικρά σκαντζοχοιράκια, ξεκίνησαν για το Λαγουδοχωριό, για να φέρουν τα πασχαλινά αυγά. Στον δρόμο απόλαυσαν τις ομορφιές του δάσους και συνάντησαν διάφορα πλάσματα: σκιουράκια, πεταλούδες, πασχαλίτσες, πουλάκια, και χελώνες. Οι ακτίνες του ήλιου ξεπηδούσαν ανάμεσα από τις φυλλωσιές των δέντρων και τους πρόσφεραν ζεστασιά. Το δροσερό αεράκι χάιδευε απαλά τα πρόσωπά τους. Ξαφνικά άκουσαν μια φωνή να ζητάει βοήθεια. Ήταν ο φίλος τους, ο λαγός ο Γρηγόρης, παγιδευμένος σε μια παγίδα κυνηγών. Λίγο πιο πέρα βρισκόταν το καλαθάκι του και τα αυγά σκορπισμένα ανάμεσα στα λουλούδια.

Έπρεπε κάτι να κάνουν. Με τη βοήθεια ενός ξύλου, κατάφεραν να τον σώσουν. Ο Γρηγόρης τους ευχαρίστησε και μάζεψαν τα σκορπισμένα πασχαλινά αυγά. Άλλα ήταν κόκκινα όπως οι παπαρούνες, αλλά κίτρινα όπως οι μαργαρίτες και άλλα πράσινα όπως το γρασίδι. Ως ένδειξη ευγνωμοσύνης, ο Γρηγόρης χάρισε στα σκαντζοχοιράκια τα αυγά του. Κράτησε μόνο ένα, που το ονόμασε «το αυγό της φιλίας». Ο Ντίνος και η Κλαίρη τον ευχαρίστησαν και τον κάλεσαν στο χωριό τους, για να γιορτάσουν μαζί την Ανάσταση. Ο Γρηγόρης χάρηκε πολύ και δέχτηκε αμέσως την πρόσκληση.

Το βράδυ της Ανάστασης, μαζί με τις οικογένειές τους, άναψαν τις λαμπάδες, τσούγκρισαν αυγά και έφαγαν μαγειρίτσα. Τα τρία ζωάκια κράτησαν από ένα αυγό, για να τους θυμίζει την όμορφη φιλία τους!

 

 

 

Η εικόνα δημιουργήθηκε μέσω ΑΙ αποκλειστικά για το ιστολόγιο.

 

Γράφτηκαν με αφορμή το παιχνίδι γραφής εδώ:

https://www.facebook.com/groups/1006082537869676

 

Θα χαρούμε πολύ να μας γράφετε τις εντυπώσεις σας ή, αν είστε εκπαιδευτικοί και δουλέψετε με κάποιο κείμενο στην τάξη σας, να μοιραστείτε την εμπειρία.

Το ιστολόγιο λειτουργεί, εδώ και δέκα χρόνια, αποκλειστικά και μόνο αφιλοκερδώς (δεν έχει καν διαφημίσεις, όπως η πλειοψηφία των ιστολογίων) κι η ανατροφοδότησή σας είναι για μας ένα ισχυρό κίνητρο για να συνεχίσουμε.

Ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας: yotakotsafti1@yahoo.gr

Ευχαριστούμε θερμά!

 

 

 

Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

Το Πάσχα είναι…

 


Το Πάσχα στη σκέψη μου είναι συνδεδεμένο όχι μόνο με τη θρησκευτική γιορτή. Μου θυμίζει πέταλο ανεμώνης, που ψιθυρίζει στο ανοιξιάτικο αγέρι τα μυστικά της. Μια πασχαλίτσα που την άφηνα και πέταγε προς τον ουρανό. Συνδυασμός ψαλμών, φαναριών είναι ο κόσμος, είναι αναμνήσεις.

Το Πάσχα είναι μια ιεροτελεστία με ασβεστωμένα σοκάκια, κόκκινα βαμμένα αυγά, μια κατάνυξη ψυχής. Είναι τα ξωκλήσια που στολίζονται με άνθη, το άρωμα της πασχαλιάς, η μαστίχα και το μαχλέπι που αρωματίζουν όλες τις γειτονιές. Η λαμπάδα της νονάς που προσμένεις με λαχτάρα να φανεί. Το Πάσχα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της χώρας μας.

Είναι η Ανάσταση, με τις ξεχωριστές παραδόσεις, που την κάνουν μοναδική στα πέρατα του κόσμου. Είναι το καλό φόρεμα με τα λευκά λουστρίνια, οι μνήμες, τα αρώματα. Είναι θλίψη και γιορτή...

Δήμητρα Κολιαστάση

 

 

Η εικόνα δημιουργήθηκε μέσω ΑΙ αποκλειστικά για το ιστολόγιο.

 

Γράφτηκε με αφορμή το παιχνίδι γραφής εδώ:

https://www.facebook.com/groups/1006082537869676

 

Θα χαρούμε πολύ να μας γράφετε τις εντυπώσεις σας ή, αν είστε εκπαιδευτικοί και δουλέψετε με κάποιο κείμενο στην τάξη σας, να μοιραστείτε την εμπειρία.

Το ιστολόγιο λειτουργεί, εδώ και δέκα χρόνια, αποκλειστικά και μόνο αφιλοκερδώς (δεν έχει καν διαφημίσεις, όπως η πλειοψηφία των ιστολογίων) κι η ανατροφοδότησή σας είναι για μας ένα ισχυρό κίνητρο για να συνεχίσουμε.

Ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας: yotakotsafti1@yahoo.gr

Ευχαριστούμε θερμά!