Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθολόγιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθολόγιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2024

Αγάπη δίχως τέλος

 


Μια φορά κι έναν καιρό, σε μιαν ηλιόλουστη χώρα, ζούσε ένας σοφός και δίκαιος βασιλιάς. Ήταν όμορφος και δυνατός και μια μέρα του Μάρτη παντρεύτηκε την εκλεκτή της καρδιάς του, την πριγκίπισσα από το γειτονικό βασίλειο.

Ο βασιλιάς και η βασίλισσα κυβερνούσαν δίκαια και με πολλή σύνεση τη χώρα. Αυτό όμως που τους χαρακτήριζε και τους έκανε ξακουστούς ήταν η αγάπη που είχαν ο ένας για τον άλλον. Ήταν τέτοια η φήμη της αγάπης τους που ξεπέρασε τα σύνορα των δύο χωρών τους κι αποτελούσε παράδειγμα για όλους τους ερωτευμένους. Έδειχναν σεβασμό, βοηθούσαν, στήριζαν ο ένας τον άλλον, συζητούσαν, γελούσαν, χαίρονταν και ήξεραν ότι ο ένας ήταν συμπλήρωμα του άλλου χωρίς να χάνει την προσωπικότητά του. Η ευτυχία τους περνούσε σ’ όλους τους ανθρώπους, σύγκριναν την αγάπη που είχαν για τον σύντροφό τους μ’ αυτήν τη μοναδική αγάπη του βασιλιά και της βασίλισσάς τους.

Λίγο καιρό μετά η βασίλισσα έφερε στον κόσμο ένα αγοράκι που σφράγισε την ευτυχία τους ακόμα πιο δυνατά.

Ο καιρός περνούσε και τίποτα δεν φαινόταν να σκιάζει την ευτυχισμένη βασιλική οικογένεια, ούτε τους χαρούμενους ανθρώπους της χώρας.

Όταν ήρθε η άνοιξη, η βασίλισσα παρατήρησε ένα άσπρο σημάδι στο χέρι του βασιλιά της. Την επόμενη μέρα παρατήρησε κι άλλο. Μέσα σε λίγες εβδομάδες ο βασιλιάς έγινε ασπρομάλλης. Η βασίλισσα τον πείραζε ότι φαίνεται γέρος πια, αλλά με χάδια και φιλιά τον διαβεβαίωνε ότι θα τον αγαπά όπως πάντα, το ίδιο δυνατά.

Όταν ήρθε το καλοκαίρι, ο βασιλιάς πρόσεξε ένα μικρό κόκκινο σημάδι στο χέρι της αγαπημένης του. Την επόμενη μέρα παρατήρησε κι άλλο. Μέσα σε λίγες εβδομάδες η βασίλισσα έγινε κοκκινομάλλα. Ο βασιλιάς την πείραζε ότι έμοιαζε με ξωτικό, αλλά με χάδια και φιλιά τη διαβεβαίωνε ότι θα την αγαπά πάντα το ίδιο δυνατά.

Όταν μπήκε το φθινόπωρο, η υγεία του βασιλιά χειροτέρεψε. Τα άσπρα σημάδια έγιναν μεγάλα και κάλυπταν σιγά σιγά όλο του το σώμα.

Όταν μπήκε ο χειμώνας, η υγεία της βασίλισσας χειροτέρεψε. Τα κόκκινα σημάδια έγιναν μεγάλα και κάλυπταν σιγά σιγά όλο της το σώμα.

Το πριγκιπόπουλο ανησυχούσε για τους γονείς του και φώναξε όλους τους σοφούς κι όλους τους διάσημους γιατρούς του βασιλείου να έρθουν να γιατρέψουν το βασιλικό ζεύγος. Αλλά ούτε οι σοφοί ούτε οι γιατροί όλης της χώρας έβρισκαν τη θεραπεία της παράξενης αρρώστιας. Όλη η χώρα ζούσε μεγάλη θλίψη και ανησυχία.

Μόνο το ζευγάρι των βασιλιάδων δεν ανησυχούσε. «Αν είναι να πεθάνουμε, ας πεθάνουμε. Δεν μας φοβίζει τίποτα, αφού θα πεθάνουμε μαζί» έλεγαν.

Μια ηλιόλουστη μέρα, αρχές του Μάρτη, ο βασιλιάς κι η βασίλισσα έφυγαν αγκαλιασμένοι για τον άλλον κόσμο.

Η χώρα βυθίστηκε στο πένθος.

Χιλιάδες άνθρωποι ήρθαν στην κηδεία, να τους δουν για τελευταία φορά αγκαλιασμένους, ένα γέρικο, κοκκαλιάρικο, κάτασπρο πλάσμα σφιχταγκαλιασμένο μ’ ένα γέρικο, κοκκαλιάρικο, κατακόκκινο πλάσμα.

Από τότε έδωσε διαταγή ο νεαρός βασιλιάς. κάθε Μάρτη. όλοι στη χώρα να φορούν στο χέρι δυο κορδόνια, ένα άσπρο κι ένα κόκκινο μπλεγμένα μεταξύ τους, για να μην ξεχάσουν ποτέ τον άσπρο βασιλιά, την κόκκινη βασίλισσα και τη μεγάλη αγάπη τους.

 

Παπαθανασίου Ευαγγελία

 

Πηγή: https://www.ekdoseisalati.com/p/anthologio-peza-kai-poiimata-me-themata-ap-toys-mines-kai-tis-epoches/

 

 

Δευτέρα 1 Ιανουαρίου 2024

Ο Γενάρης που άλλαξε έντεκα γνώμες

 


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο Γενάρης. Ο πρωτότοκος γιος του Χρόνου. Καθόταν ολομόναχος στο παράθυρο ενός μεγάλου πύργου αγναντεύοντας πέρα απ’ τα σύννεφα. Μια σκέψη φτερούγιζε σαν πεταλούδα στο μυαλό του, που τον έκανε χαρούμενο κι ανήσυχο συνάμα. Σε λίγο είχε τα γενέθλιά του. Θα έπαιρνε την ευχή του πατέρα του και με τη σύμφωνη γνώμη των αδερφών του, θα κατηφόριζε προς τη γη. Έτσι πρόσταζε το έθιμο. Κατέβηκε στη Μεγάλη Αίθουσα. Ο πατέρας Χρόνος περίμενε ήρεμος και γαλήνιος. Ο θρόνος ήταν καμωμένος από λιόξυλα που τα ’χαν δέσει οι γιοι του μ’ ασημοκαπνισμένα φύλλα. Οι μήνες έσκυψαν και τον προσκύνησαν. Τότε ο Γενάρης ζήτησε πρώτος τον λόγο και είπε:

«Σεβαστέ πατέρα, δώσε μου την ευχή σου. Κι εσείς, πολυαγαπημένα μου αδέρφια, πείτε τη γνώμη σας, για να ξεκινήσω το ταξίδι μου».

«Πήγαινε στο καλό, γιε μου» είπε ο Χρόνος. «Εύχομαι τα έργα σου να τιμηθούν και να εκτιμηθούν από τους ανθρώπους. Ας ακούσουμε τώρα και τη γνώμη των αδερφών σου».

Εκείνοι είπαν:

«Η γνώμη μας δεν θα σου αρέσει, Γενάρη, αλλά δυστυχώς πρέπει να σου την πούμε».

Κι ένας ένας άρχισε να λέει την ιδέα που είχε γι’ αυτόν.

«Αντιπαθητικός».

«Μονόχνοτος».

«Ακατάδεχτος».

«Μυγιάγγιχτος».

«Παγωμένος».

«Κακόκεφος».

«Μουντός».

«Χιονιάς».

«Άχρωμος».

«Άκαρπος».

«Αφιλόξενος».

Ο καημένος ο Γενάρης! Έσκυψε το κεφάλι και δεν είπε ούτε μια λέξη.

Τόσο άσχημη γνώμη είχαν γι’ αυτόν τ’ αδέρφια του;

Ο γερο-πατέρας πήρε τον λόγο.

«Ακούσαμε και μάθαμε τις γνώμες των αδερφών σου. Θέλω να πας στη Γη και να γυρίσεις να μας πεις τη γνώμη που έχουν για σένα όσα ζωντανά πλάσματα προλάβεις να δεις και να σε δουν σε μια μέρα. Έπειτα να γυρίσεις και να μας πεις τι άκουσες».

Έτσι κι έγινε.

Ο Γενάρης κατηφόρισε στη γη. Κοίταξε γύρω του.

Οι άνθρωποι περπατούσαν γρήγορα, σκυφτοί και κουκουλωμένοι.

«Ωραία μέρα σήμερα» είπε σ’ έναν χοντρούλη κύριο που κουβαλούσε μια σακούλα με ψώνια.

«Πού την είδες; Μας παράχωσε στο χιόνι ο Παλιογενάρης!»

«Παίζουμε χιονοπόλεμο;» ρώτησε μια κοπέλα που θαύμαζε τον εαυτό της σε μια βιτρίνα.

«Τρελάθηκες; Θα βραχούν τα ρούχα μου από την υγρασία. Αχ, πόσο κουραστικός μήνας είναι ο Γενάρης».

Απελπισμένος προχώρησε σε μιαν αλάνα. Ξαφνικά άκουσε γέλια και χαρούμενες φωνές. Μια παρέα παιδιών κουτρουβαλιάστηκε στο χιόνι. Σηκώθηκε. Άπλωσε τα χέρια του και τους πλησίασε. Μια χιονόμπαλα τον πέτυχε στο πρόσωπο. Κι άλλη μια. Έριξε χαρούμενος κι αυτός. Έφαγε όμως τόσο χιόνι που κουκουλώθηκε. Τα παιδιά τον έκαναν χιονάνθρωπο. Στο τέλος έφυγαν ξεχνώντας στο κεφάλι του κι έναν κόκκινο σκούφο. Στεκόταν εκεί ακίνητος μέχρι που νύχτωσε. Τότε έφτασαν στ’ αυτιά του ψίθυροι απ’ τη γη. Ήταν οι σπόροι που λαγοκοιμόντουσαν κάτω απ’ το χιόνι.

«Αχ, τι καλά που ξεκουραζόμαστε. Ευχαριστούμε, Γενάρη. Χάρη σε σένα δυναμώνουμε για να φυτρώσουμε την Άνοιξη».

Χαμογέλασε.

Μα άκουγε κι ένα ροχαλητό. Ήταν η αρκούδα που ηρεμούσε κι αναπαυόταν.

Προτού φύγει κοντοστάθηκε σ’ έναν βράχο. Ένιωσε ένα απαλό χάδι στο χέρι του σαν γαργαλητό. Ένα μοβ κυκλάμινο τριβόταν πάνω του και του είπε:

«Σ’ αγαπώ!»

Πέταξε απ’ τη χαρά του. Δίχως να το καταλάβει έφτασε στην αίθουσα του θρόνου. Είπε όλα όσα είδε κι άκουσε. Η ματιά του έλαμπε. Οι έντεκα γνώμες των αδερφών του άλλαξαν. Έγιναν έντεκα συγγνώμες. Κι αγκαλιάστηκαν ευτυχισμένοι!

Ζωή Ράλλη

 

Πηγή: https://www.ekdoseisalati.com/p/anthologio-peza-kai-poiimata-me-themata-ap-toys-mines-kai-tis-epoches

 

 

 

 

 

Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2023

Το βαρύ φορτίο του Γενάρη

 


Μ’ ενοχλούσε αφάνταστα το πουκάμισο που κούμπωνε τόσο ψηλά στον λαιμό. Μ’ ενοχλούσε κι η φούστα με τον φιόγκο στα δεξιά, για να μην πω για τα λουστρίνια που μου χτυπούσαν τα δάχτυλα. Κι οι υπόλοιποι βέβαια δεν φαίνονταν ευτυχείς. Αγνώριστοι όλοι –αδέρφια, ξαδέρφια– μέσα σε στενά μεγαλίστικα παντελόνια, μακρυμάνικα πουκάμισα και καρώ γιλέκα.

Οι οδηγίες σαφείς κι αυστηρές

«Να είστε ήσυχοι!»: εντολή θείας Μαρίας.

«Όχι τρέλες και φασαρίες» φώναζε από την κουζίνα η γιαγιά.

«Αλίμονό σας αν σηκωθείτε κι αρχίσετε τα τρεξίματα και τα κρυφτά» μας είχε ήδη προειδοποιήσει η μαμά καθώς φεύγαμε για το σπίτι του παππού, όπου θα γιορτάζαμε τον ερχομό κάποιου σπουδαίου.

Μα καλά, ποιος ήταν αυτός που θα ερχόταν τελοσπάντων; Πόσο σημαντικός για ν’ αξιώνει τέτοια επισημότητα κι ακινησία;

Όσο για το τραπέζι, ολοστόλιστο, ξεπερνούσε το χριστουγεννιάτικο δέντρο σε χρώματα και λάμψη.

Κάθισα δίπλα στον μεγάλο ξάδερφο, τον πρώτο απ’ όλους, στην ηλικία και στις σκανταλιές. Το εντυπωσιακό θέαμα μάς κράτησε για λίγο απασχολημένους και ήσυχους.

Παραγεμισμένη, καλογυαλισμένη η γαλοπούλα. Κολονάτα ποτήρια για μικρούς και μεγάλους. Πολύχρωμες σαλάτες και γιρλάντες γύρω από τραπέζι και καρέκλες. Μαμάδες που πηγαινοέρχονταν με βιασύνη να προλάβουν τι;

Πότε πότε γέλαγαν κοιτώντας προς τα εμάς ή σιγομουρμούριζαν ρίχνοντας βλέμματα στους μπαμπάδες. Τυχεροί μπαμπάδες! Φωναχτά μιλούσαν και βροντερά γελούσαν, και κανένας δεν τους έκανε παρατήρηση.

Ο θαυμασμός για την ατμόσφαιρα μεγάλος, η πείνα μεγαλύτερη κι η αίσθηση αναμονής κοσμοϊστορικού γεγονότος αβάσταχτη. Τι να πρωτοαντέξουμε!

Αρχίσαμε να στριφογυρίζουμε στις καρέκλες, να τσιμπάμε τις άκρες από το ψωμί, να δοκιμάζουμε τις αντοχές των κρυστάλλινων ποτηριών.

Ο μεγάλος ξάδερφος μού έκλεισε το μάτι κι έβαλε πιπέρι στο νερό της αδερφής του.

Η δική μου αδερφή άρχισε να φτιάχνει σαΐτες με τις πάνινες πετσέτες, χωρίς επιτυχία.

«Μα γιατί δεν τρώμε επιτέλους;» ρώτησε με θάρρος ο μικρότερος όλων.

«Και πότε θα έρθει ο επίσημος καλεσμένος που ήδη μας έχει και περιμένουμε τόσο;» δεν κρατήθηκα εγώ.

«Η υπομονή είναι αρετή» είπε η γιαγιά καθώς ακουμπούσε μια βασιλόπιτα υπερπαραγωγή στο μικρό τραπεζάκι.

«Για μετά, όταν θα έχει έρθει ο Νέος» συμπλήρωσε.

Είχα ακούσει να τον περιγράφουν νέο, γεμάτο δώρα και υποσχέσεις, άρχισα να φαντάζομαι πώς θα μπορούσε να είναι αυτός που σε λίγο θα ερχόταν, όταν προσγειώθηκε στη μύτη μου μια ελιά καλαματιανή, μεγάλη!

Ευκαιρίας δοθείσης, εξαφάνισα τα ίχνη της. Δεν άφησα και τον αποστολέα παραπονούμενο, αντικέρασα μια ρόγα ρόδι από τη σαλάτα.

Δεν πρόλαβα να δω αν βρήκα στόχο, εκείνη την ώρα τα φώτα έσβησαν. Επικράτησε πανικός στους μικρούς, ευθυμία στους μεγάλους που άρχισαν με ζωηρές φωνές να τραγουδούν «Πάει ο παλιός ο χρόνος, ας γιορτάσουμε, παιδιά, ήρθ’ ο νέος με τα δώρα…»

Τα φώτα επέστρεψαν εκτυφλωτικά, μαζί με ένα κύμα φιλιών κι αγκαλιών απρόσμενο.

Μόλις το πανδαιμόνιο καταλάγιασε κι όλοι σιγουρεύτηκαν ότι τους είχαν φιλήσει όλους, κηρύχτηκε η έναρξη του δείπνου.

Σάστισα, για ποιον παλιό και ποιον νέο μιλούσε το τραγούδι των μεγάλων; Και τι δώρα φέρνει; Και πού είναι τελοσπάντων; Απορροφημένος στις σκέψεις μου μασουλούσα κι άκουγα χωρίς ν’ ακούω κολακευτικά λόγια για τη μαγείρισσα, ανέκδοτα και σχόλια για την επικαιρότητα, όταν με έκπληξη συνειδητοποίησα πως επρόκειτο για ένα… μωρό!

Μα μωρό περιμέναμε τόση ώρα; Και πού είναι τα δώρα κι οι υποσχέσεις κι οι ευχές που περίμενα να πραγματοποιηθούν;

Αυτοί οι μεγάλοι είναι πολύ αφελείς τελικά. Δεν μπορεί να σου τα φέρει αυτά ένα μωρό. Ο νέος χρόνος έρχεται μωρό, φασκιωμένος χρυσόσκονη, τυλιγμένος ελπίδες. Στη βρεφική ηλικία του τον φωνάζουν «Γενάρη».

Στρατή Σμαρώ

 

Πηγή: https://www.ekdoseisalati.com/p/anthologio-peza-kai-poiimata-me-themata-ap-toys-mines-kai-tis-epoches

Σάββατο 16 Δεκεμβρίου 2023

Κλαίει ο Χειμώνας

 


Αν ρωτήσεις τα παιδιά,

Καλοκαίρι θέλουν μόνο.

Κι ο Χειμώνας γοερά

κλαίει με πίκρα και με πόνο.

 

«Μα δεν έχω εγώ χαρές;

Δεν τους φέρνω τόσα δώρα;

Με τα χιόνια, τις γιορτές;

Την ομίχλη και την μπόρα;

 

Δεν με θέλουν τα παιδιά.

Δεν με θέλουν κι οι μεγάλοι.

Μα αν δεν έρθω μια φορά,

θα μ’ αναζητήσουν πάλι».

 

Κλαίει ο Χειμώνας κλαίει.

Κι έτσι είναι, όπως τα λέει.

 

Σταυρούλα Γιώτη

 

Πηγή: Ανθολόγιο, Πεζά και ποιήματα με θέματα απ’ τους μήνες και τις εποχές, Εκδόσεις Αλάτι.

https://www.ekdoseisalati.com/p/prosfora-noemvrioy/

 

Εικόνα: Nino Chakvetadze