Σ’ έναν ξεχασμένο λόφο, κάπου μακριά, υπάρχει ένα χαριτωμένο σπιτάκι με
ξύλινα παραθυρόφυλλα και μοβ λουλούδια να το αγκαλιάζουν. Εκεί, λένε, πως ζει
μια κοπέλα, που μπορεί να μεταμορφώνεται σε λεβάντα.
Η Λεβάντα, όταν γίνεται κοπέλα, ετοιμάζει στο σπίτι…
Αγγελοπούλου Έλενα
…την αποσκευή
της, για να κατέβει στη γη των ανθρώπων. Είναι οι ώρες εκείνες που βλέπει πως
τους έχει κυριεύσει αμέτρητη δυστυχία και πόνος. Παίρνει, λοιπόν, τα
γιατροσόφια της και ξεκινά το θαυματουργό της έργο.
Η πρώτη στάση
της είναι σε μια μικρή παιδική χαρά. Εκεί σταματά, για να δώσει με τα
θεραπευτικά της χέρια τις πρώτες βοήθειες στον μικρό Παυλή, που σκόνταψε, έπεσε
και μάτωσε τα γόνατά του. Καθώς τον περιποιείται, εκείνος αρχίζει να νιώθει
καλύτερα και η πληγή του, ως διά μαγείας, αρχίζει να κλείνει.
Χαρούμενος, τότε,
τρέχει στη μαμά του και της λέει για μια μοβ νεράιδα, με μαγικά χεράκια, που
παίρνει τον πόνο των παιδιών. Και πριν εκείνη προλάβει να τον ρωτήσει πού είναι
η νεράιδα για να την ευχαριστήσει, η Λεβάντα έχει ήδη εξαφανιστεί.
Θέλει, βλέπετε,
να τα προλάβει όλα, πριν νυχτώσει και λυθούν ξανά τα μάγια... Μπαίνει στην
κάμαρα ενός μωρού, που κλαίει και δεν μπορεί να κοιμηθεί. Τότε, μεμιάς,
αρωματίζει το δωμάτιο με το ευωδιαστό άρωμά της και το μωρό επιτέλους γαληνεύει
και αποκοιμιέται γλυκά.
«Πρέπει να
βιαστώ!» λέει στον εαυτό της και τρέχει πιο γρήγορα. Μπαίνει φουριόζα στο
μεγάλο νοσοκομείο και περνά από τα κρεβάτια των αρρώστων. Τους ακουμπά και τους
γλυκαίνει τον πόνο. Κάποιους, που έχουν μερόνυχτα να κοιμηθούν, τους
γλυκοκοιμίζει. Κι εκείνοι ευθύς ονειρεύονται πως περπατούν ανάλαφροι, σε κήπους
με ολάνθιστες λεβάντες...
Γακοπούλου Βάγια
…πολλά πολλά
πακετάκια με παραμύθια. Σε κάθε πακέτο, εκτός από το παραμυθοβιβλίο, βάζει μια
καρτούλα με δύο γλυκά λόγια αγάπης, παρηγοριάς, ενθάρρυνσης κι ένα κλαδάκι
αποξηραμένης αρωματικής λεβάντας. Τυλίγει τα δωράκια της με χρωματιστό χαρτί
και δένει γύρω του μια μοβ λιλά σατέν κορδέλα. Όταν πέφτει το βραδάκι, παίρνει
τα πακέτα της, βγαίνει από το σπιτάκι της, διασχίζει το ολάνθιστο χωράφι που το
περιβάλλει και γυρίζει από πόρτα σε πόρτα. Έξω από καθεμιά αφήνει το πακέτο με
το βιβλίο που του ταιριάζει. Όλοι το έχουν καταλάβει και το περιμένουν με
ανυπομονησία. Ανοίγουν το δέμα λύνοντας αργά την κορδέλα, μυρίζουν αχόρταγα το
ντελικάτο λουλούδι, ανοίγουν το βιβλίο και βυθίζονται στο όνειρο, στη μαγεία
της ανάγνωσης, ξεχνούν τις έγνοιες τους και για λίγο ζουν σε κόσμους μαγικούς.
Η Λεβάντα κρυφοκοιτάζει από το παράθυρο, χαμογελά, χαίρεται που κατάφερε να
μοιράσει φως και άρωμα ελπίδας για μια ακόμα φορά και παίρνει τον δρόμο του
γυρισμού για το σπιτάκι της, μεταμορφώνεται σε λουλούδι, χώνεται ανάμεσα στις
μοβ συστάδες και προετοιμάζεται για νέες περιπέτειες!
Γκιντίδου Δήμητρα
…τραπέζι για
φίλους και συμμαθητές. Στρώνει τραπεζομάντηλο άσπρο με μοβ λουλουδάκια
λεβάντας. Πιάτα, ποτήρια, χαρτοπετσέτες έχουν όλα διακόσμηση με χρώματα και
σχέδια εμπνευσμένα απ’ αυτήν. Τα μαχαιροκουταλοπίρουνα καταλήγουν σε λαβή με
σχέδιο το λουλούδι της. Το άρωμα, που σκορπούν τριγύρω τα κεριά, είναι το ίδιο.
Οι πετσέτες του μπάνιου ασορτί. Το βάζο πάνω στο τραπέζι περιέχει ανθοσύνθεση
με υπέροχα άνθη λεβάντας.
Ειδικά η
σημερινή πρόσκλησή της ήταν στολισμένη ανάλογα με την περίσταση. Κλαδάκια
λεβάντας γύρω γύρω τη στόλιζαν και την είχε ραντίσει με ίδιο άρωμα.
Είχε βάλει στα
χρυσαφένια μαλλιά της στέκα με άνθη λεβάντας και φόρεσε κολιέ φτιαγμένο από
λεβαντολούλουδα.
Μόνη της
παράκληση: οι καλεσμένοι να κρατάνε οπωσδήποτε λουλούδια λεβάντας. Τοποθέτησε
στις τέσσερις γωνίες του σαλονιού της άδεια βάζα, που θα γέμιζαν απ’ τα
χαρισμένα τους σ’ αυτήν άνθη. Με την είσοδό τους, θα δώριζε στον καθένα από ένα
σαπουνάκι λεβάντας.
Ήταν πανέμορφη
και καταχαρούμενη σήμερα. Είχε αποφασίσει να τραγουδήσει μαζί τους αυτό που της
τραγούδαγαν, λίγο κοροϊδευτικά, στο σχολείο: « Λεβαντίνη, Λεβαντίνη τ’ άρωμά σου
σε προδίνει...»
Έγραψε και μια
μεγάλη επιγραφή υποδοχής στην πόρτα της και χαμογέλασε:
«Να μοιραστώ
θέλω μ’ εσάς ό,τι πολύ αγαπάω.
Καλώς ήρθατε!
Η Λεβάντα-
Λεβαντίνη σας»
Κιζιρίδου Γεωργία
...οτιδήποτε θα
έκανε τους μουσαφίρηδες να νιώθουν σαν στο σπίτι τους. Μόνο που υπάρχει μια
ιδιαιτερότητα στις ετοιμασίες της: Στο κάθε τι προσθέτει μια μοβ πινελιά, γιατί
είναι το αγαπημένο της χρώμα.
Τι να σας
πρωτοπεριγράψω από τα φαγητά και τα γλυκίσματα που είναι κάθε χρόνο
διαθέσιμα... Τάρτα με άγρια μούρα κομμένα με τα χέρια της από το δάσος, ψωμί με
άνθη λεβάντας, μοσχαράκι με δαμάσκηνα...
Δεν μένει μόνο
στα φαγώσιμα, όμως, η ακούραστη Λεβάντα. Δεν λησμονεί να στρώσει σεντόνια σε
λιλά τόνους, τα τραπεζομάντηλα σε χρώμα ροζ/μοβ και οι κουρτίνες σε τόνους
μαντσέτας.
Χρόνο με τον
χρόνο, έγινε γνωστή η Λεβάντα από στόμα σε στόμα και όλο και περισσότεροι
χωρικοί έσπευδαν για να τη γνωρίσουν αλλά και για να απολαύσουν το θέαμα. Έτσι,
μετά από πολλά χρόνια, καθιερώθηκε η συγκεκριμένη περίοδος που η Λεβάντα
ζωντάνευε ως η «Μοβ εποχή». Από τη μέρα που η Λεβάντα εξαφανίστηκε σαν αερικό,
το σπίτι της ονομάστηκε «Το μουσείο της Λεβάντας» και παρέμεινε ανοιχτό για
όλους, ταξιδιώτες και ντόπιους.
Κολιαστάση Δήμητρα
…μπουκέτα με άνθη λεβάντας και στολίζει το λευκό της
τραπεζομάντιλο. Η Λεβάντα λικνίζεται στους κάμπους όταν γίνεται κοπέλα, χορεύει
κι ανεμίζει το μοβ φουστάνι της. Στο περβάζι της στέκονται πάντα πεταλούδες, οι
ίδιες που κάθονται να ξαποστάσουν πάνω στα μυρωμένα άνθη της. Στολίζει το
ψάθινο καπέλο της με λεβάντες και βγαίνει ένα περίπατο στον ήλιο, να παίξει με
τα σύννεφα λίγο πριν δύσει και γίνεται ξανά λουλούδι, για να αποκοιμηθεί στης
άνοιξης το πέπλο. Η Λεβάντα πλημμυρίζει το σπίτι της με το άρωμά της, κάθεται
στον κήπο το ξημέρωμα και βγάζει τον άσπρο καμβά της. Λατρεύει να ζωγραφίζει τη
φύση.
Τα παιδιά
ακούγανε το παραμύθι με αφοσίωση από τη μητέρα τους, ταξίδευαν μέσα από τις
σελίδες του στο μαγικό κόσμο της Λεβάντας, είδαν το ξύλινο σπίτι της, έπαιξαν
στον λόφο μαζεύοντας μερικές λεβάντες κι εκείνη τους κερνούσε νόστιμα ζαχαρωτά
που ετοίμαζε μοναχή της. Ο Νικόλας έφτιαχνε ένα στεφάνι με λεβάντες στην αδερφή
του την Μαρίνα για τα ξανθά μαλλιά της. Έμοιαζε με νεράιδα στο φως του
φεγγαριού. Παράξενο μα το παραμύθι είχε έναν σελιδοδείκτη από μια αποξηραμένη
λεβάντα. «Τι όμορφα που μυρίζει» είπε η Μαρίνα. «Αλήθεια, μητέρα, υπήρξε εκείνη
η Λεβάντα που μεταμορφωνόταν σε κοπέλα;» «Δεν γνωρίζω. Εμείς πάντως την
επισκεφτήκαμε και περάσαμε ένα υπέροχο απόγευμα μαζί της!»
Κοτσαύτη Γιώτα
…το πιο παράξενο
τσάι του κόσμου. Δεν φτιάχνεται με απλό νερό αλλά με δάκρυα χαράς. Μέσα στο
καζάνι της, εκτός απ’ αυτά κι από τα μοβ αρωματικά ανθάκια της, ρίχνει λίγες
αναμνήσεις, μια χούφτα από ξεχασμένα όνειρα και μερικές ανάσες από ξέγνοιαστα
παιδιά που αποκοιμήθηκαν. Όποιος το πιει, θυμάται ξανά κάτι μαγικό που είχε
ξεχάσει: πώς να μιλά στις πεταλούδες, πώς να ακούει το φως, πώς να βρίσκει τη
σωστή στιγμή για να σωπάσει.
Οι περαστικοί που
φτάνουν ως τον λόφο -συνήθως κατά λάθος ή όταν χάνονται αναζητώντας κάτι άλλο-
βλέπουν την κοπέλα να ποτίζει τα λουλούδια, να τους χαμογελά και να τους
καλωσορίζει σαν να τους περίμενε χρόνια.
Το σπίτι της,
όμως, δεν μένει ποτέ στο ίδιο σημείο. Άλλοτε ξεφυτρώνει στην καρδιά μιας
πολύβουης πόλης, άλλοτε στην αυλή μια παρατημένης μονοκατοικίας, άλλοτε πάνω σ’
ένα σύννεφο. Κι όταν δεν το χρειάζεται κανείς, χάνεται μ' έναν αχνό ήχο.
Λένε πως κάθε
φορά που το σπιτάκι εξαφανίζεται, στο σημείο που βρισκόταν φυτρώνουν λεβάντες
με ιδιότητες μαγικές. Όμως αυτή είναι μια ιστορία που θα ξεδιπλώσουμε κάποια
άλλη στιγμή…
Πάτση Ελένη
…μικρά πουγκάκια
από ύφασμα που ράβει προσεκτικά και μέσα τοποθετεί άνθη από λεβάντα, τα οποία
καλλιεργεί στον μικρό, ολάνθιστο και μοσχοβολιστό της κήπο. Μετά φορά το μοβ
φόρεμά της, πλέκει στα μαλλιά της λουλούδια και ξεκινά για την πόλη. Εκεί, σε
ένα μαγαζάκι που μπορείς να βρεις ό,τι ζητά η ψυχή σου, τα προσφέρει με αγάπη.
Η ιδιοκτήτρια της δίνει λίγα φλουριά για να την ευχαριστήσει καθώς και κουλουράκια.
Μετά περνάει από τον ράφτη για να αγοράσει χρωματιστά υφάσματα και κλωστές, να
συνεχίσει να φτιάχνει τα μαγικά της πουγκιά. Η κοπέλα, ευτυχισμένη και
ακούραστη, επιστρέφει γρήγορα γρήγορα στο σπίτι . Είναι σίγουρη ότι σύντομα θα
πουληθούν γιατί είναι ευλογημένα Όσοι τ’ αγοράζουν, το σπίτι τους έχει την
ευωδιά και τη χάρη Του θεού. Επίσης, αγοράζει καλαθάκια και καραμέλες. Οι
καραμέλες θα είναι κέρασμα για τα παιδιά, τα καλαθάκια θα τα γεμίσει με
μπουκέτα λεβάντας. Τα παιδιά του χωριού θα την επισκεφτούν, θα πάρουν τα
καλαθάκια και με αυτά θα στολίσουν τον Επιτάφιο. Αν έχετε δει έναν Επιτάφιο
στολισμένο με λεβάντες που μοσχοβολούν, να ξέρετε ότι αυτές προέρχονται από το
κορίτσι που ζει σε έναν ξεχασμένο λόφο και κάθε άνοιξη μεταμορφώνεται σε
λεβάντα. Έτσι και φέτος. Το κορίτσι της λεβάντας θα επιτελέσει το χρέος του, να
ευλογεί τους ανθρώπους με τη χάρη που του έχει δώσει ο Δημιουργός μας.
Στεργίου Ευαγγελία
…μια γιορτή και
προσκαλεί όλα τα λουλουδάκια, τις πεταλούδες, τις μέλισσες, τα πουλάκια και
άλλα ζώα. Εκείνη τα υποδέχεται φορώντας το μοβ φορεματάκι της και το λαμπερό
χαμόγελό της.
Όταν
συγκεντρώνονται όλοι, μπαίνουν μέσα στο σπίτι της και κάθονται σε κύκλο. Η
Λεβάντα κερνάει ένα ρόφημα με βότανα του βουνού και νόστιμα γλυκίσματα που
φτιάχνει με τα χεράκια της. Ύστερα αρχίζουν και μιλάνε. Το κάθε ένα λέει το
όνομά του και μια μικρή ιστορία από τη ζωή του στο βουνό. Η Λεβάντα τότε πιάνει
ένα μολύβι και ένα τετράδιο και γράφει όλες τους τις ιστορίες σαν μικρά παραμύθια
-ιστορίες θάρρους, αγάπης, φιλίας και
πολλές άλλες. Σε κάθε μία κάνει και μια ζωγραφιά.
Ύστερα τις τυλίγει
σε ρολό και τις δένει με ένα κλωναράκι λεβάντας. Βγαίνει στην όμορφη αυλή της
μαζί με όλα τα πλάσματα που την επισκέφθηκαν. Χορεύουν και τραγουδούν,
απολαμβάνουν τα φιλιά του ήλιου και τα χάδια απ’ το απαλό αεράκι.
Σαν τελειώσει η
γιορτή, βάζει όλα τα παραμύθια σε ένα καλαθάκι στολισμένο με λουλούδια και
παίρνει τον δρόμο για την πόλη. Όταν συναντάει κάποιον, του χαρίζει ένα
παραμύθι και με το λαμπερό της βλέμμα εξαφανίζει όλους τους φόβους, τα κλάματα
και τις στενοχώριες. Στη θέση τους προσφέρει χαμόγελα, αγάπη και θάρρος.
Σωτηροπούλου Ρούλα
…γλυκά αρωματικά
με μέλι και ροδοπέταλα, μαγειρεύει τσάγια που γιατρεύουν κάθε πληγή της καρδιάς
και γεμίζει τα δωμάτια με το άρωμα της γης. Όποιος ταξιδιώτης φτάσει στον λόφο,
κουρασμένος ή λυπημένος, βρίσκει στο κατώφλι της ζεστή φιλοξενία και λόγια
παρηγοριάς.
Όταν το φεγγάρι
γεμίζει, η Λεβάντα καλεί τα πλάσματα του δάσους –νεράιδες, κουκουβάγιες σοφές
και μικρούς ανέμους– να χορέψουν γύρω από το σπίτι. Με κάθε της βήμα, η γη
ανθίζει και οι πέτρες ανάβουν απαλά, σαν να είχαν μέσα τους κρυμμένα άστρα.
Οι περαστικοί,
αν σταθούν σιωπηλά, μπορεί να δουν μια λάμψη να τρεμοπαίζει στα παράθυρα ή να
ακούσουν μια φωνή, γλυκιά σαν άνοιξη, να τους καλεί. Κι αν τολμήσουν να περάσουν
το κατώφλι, η Λεβάντα τούς χαρίζει έναν σπόρο: έναν μικρό, μοβ σπόρο που αν φυτευτεί
με πίστη, μπορεί να γεννήσει έναν δικό τους μαγικό κόσμο.
Κανείς δεν ήξερε
πώς βρέθηκε εκείνη στον λόφο, ούτε πώς έμαθε να γίνεται λουλούδι. Μόνο οι
παλιοί σοφοί του χωριού ψιθύριζαν πως ήταν δώρο της γης για όσους ήξεραν ακόμα
να πιστεύουν στα θαύματα.
Χίου Έλσα
…μικρά ρολάκια
από χαρτί και γεμίζει μ' αυτά ένα καλαθάκι. Σε κάθε ρολάκι έγραφε κι από κάτι.
Της άρεσε πολύ να είναι ριζωμένη στη γλάστρα της και να κοιτάζει τα λιβάδια,
τις νεροσυρμές και τα ζωάκια να περνάνε. Όταν φυσούσε αεράκι, το άρωμά της
μάζευε γύρω της μελισσούλες, πεταλούδες και αλογάκια της Παναγιάς. Τα
αγριολούλουδα κουνιόντουσαν σαν να χόρευαν κι εκείνη τα χαιρετούσε ανεμίζοντας
τα φύλλα της. Όταν διψούσε, μεταμορφωνόταν σε κοπέλα κι έτρεχε στο σπιτάκι της
για νερό. Η μεγαλύτερη χαρά της ήταν να παίρνει το καλαθάκι της και να
κατηφορίζει προς το κοντινότερο χωριό. Τρέχοντας έφτανε στο σχολείο. Τα παιδιά
την έβλεπαν στο διάλειμμα και φώναζαν: «Ήλθε η Λεβάντα!» Την κύκλωναν κι'έπαιρνε
καθένα απ' το καλάθι το τυλιγμένο χαρτάκι του. Δεν ήξεραν τι έγραφε κι
ανυπομονούσαν να τ' ανοίξουν. Ύστερα διάβαζαν δυνατά αυτό που τους έτυχε.
«Τα κόκκινα άνθη
στη ροδιά. Αχ, πώς μ' αρέσουνε παιδιά!»
«Τι ποτάμια, τι
χορτάρια, τι λιοτρόπια και φεγγάρια!»
«Γιατί είμαστε
μικρά παιδιά κι η αγάπη μας μεγάλη. Που αν τη χωρέσουμε απ' τη μια, περισσεύει
απ' την άλλη».
Τέτοια κι άλλα
πολλά γράφανε τα χαρτάκια της Λεβάντας.
Και πόσο χαιρόταν
ν' ακούει τα παιδιά να απαγγέλουν στιχάκια απ' τον αγαπημένο της ποιητή! Ύστερα
έτρεχε στον λόφο, χωνόταν στη γλάστρα της για να δει και ν' ακούσει κι άλλα
ωραία και παράξενα του κόσμου. Να γράψει και να βρει κι άλλα στιχάκια, να τα
βάλει στο στόμα των παιδιών, που είναι γλυκά σαν το μέλι στο ψωμί.
Η εικόνα δημιουργήθηκε
μέσω ΑΙ αποκλειστικά για το ιστολόγιο.
Γράφτηκαν με αφορμή το
παιχνίδι γραφής εδώ:
https://www.facebook.com/groups/1006082537869676
Θα χαρούμε πολύ να μας
γράφετε τις εντυπώσεις σας ή, αν είστε εκπαιδευτικοί και δουλέψετε με κάποιο
κείμενο στην τάξη σας, να μοιραστείτε την εμπειρία.
Το ιστολόγιο
λειτουργεί, εδώ και δέκα χρόνια, αποκλειστικά και μόνο αφιλοκερδώς (δεν έχει
καν διαφημίσεις, όπως η πλειοψηφία των ιστολογίων) κι η ανατροφοδότησή σας
είναι για μας ένα ισχυρό κίνητρο για να συνεχίσουμε.
Ηλεκτρονική διεύθυνση
επικοινωνίας: yotakotsafti1@yahoo.gr
Ευχαριστούμε θερμά!