Μια φορά και έναν
καιρό, σε μια θορυβώδη μεγαλούπολη, ζούσε ένα κορίτσι που το έλεγαν Λία. Τα
παιδιά στο σχολείο τη φώναζαν «Λία
Μελαγχολία» -ειδικά όταν ήθελαν να την πειράξουν.
Η Λία ήταν όμορφη και καλοσυνάτη,
με μακριά σγουρά μαλλιά και μελιά μάτια. Όμως, για 11 μήνες κάθε χρόνο, ήταν
μελαγχολική. Ο μόνος μήνας που την έκανε χαρούμενη ήταν ο Δεκέμβριος. Τότε η
πόλη πλημμύριζε από λαμπιόνια και οι άνθρωποι ήταν γελαστοί. Τα σπίτια γέμιζαν
από χαρούμενες φωνές και πολύχρωμα πακέτα! Τα τζάκια άναβαν και τα τραπέζια
ήταν στολισμένα με κατακόκκινα τραπεζομάντηλα και κεριά! Τα Χριστούγεννα οι
μαμάδες και οι μπαμπάδες που δουλεύουν είναι κι αυτοί στο σπίτι, μαζί με τους
παππούδες, τα ξαδέρφια και τους φίλους. Πόσο ήθελε η Λία να είναι Χριστούγεννα
όλο το χρόνο!
Όμως ήξερε καλά πως
αυτό δεν γίνεται. Έτσι, με το που τελείωνε ο Δεκέμβριος, η Λία ξαναθυμόταν πως
ήταν η «Λία Μελαγχολία» και
κατσούφιαζε. Ο πιο δύσκολος μήνας για αυτήν ήταν ο Ιανουάριος. Κάθε Γενάρη η
Λία γκρίνιαζε αδιάκοπα και δεν γελούσε πια με τα αστεία των φίλων της. Δεν
χαιρόταν ούτε τις ιστορίες της μαμάς της, που με τόσο κόπο προσπαθούσε να την
κάνει να ξεχαστεί κάθε βράδυ πριν πέσει για ύπνο. Δεν την παρηγορούσαν ούτε οι
αγκαλιές του μπαμπά της, ούτε τα χάδια της γιαγιάς της. Και δεν την συγκινούσαν
καθόλου οι σκανταλιές του μικρού της αδερφού, που ένα μήνα πριν έβρισκε πολύ
χαριτωμένες και την έκαναν να ξεκαρδίζεται στα γέλια.
Χρόνο με τον χρόνο, η
μελαγχολία του Ιανουρίου γινόταν όλο και πιο έντονη. Οι γονείς της Λίας
ανησυχούσαν. Ώσπου, κάποιο Γενάρη, η Λία από τη στενοχώρια της σταμάτησε να
τρώει. Δεν είχε όρεξη για τίποτα. Τι κι αν της έφτιαχναν το αγαπημένο της
φαγητό; Τι κι αν της έφερναν λαχταριστά σοκολατένια γλυκά, που ήταν η αδυναμία
της; Δεν κατέβαινε μπουκιά.
Μετά από μια εβδομάδα
ασιτίας η Λία κατέληξε στο νοσοκομείο. Οι γιατροί αναγκάστηκαν να της δώσουν
πολλά φάρμακα για να τη βοηθήσουν. Οι νοσοκόμες προσπαθούσαν να την κάνουν να
γελάσει μάταια. Και συνέχιζε να μην τρώει. Η μαμά της βρισκόταν κοντά της
νυχθημερόν και ο μπαμπάς της ερχόταν κάθε μέρα μετά τη δουλειά για να τη δει
και να προσπαθήσει να την κάνει να χαμογελάσει πάλι. Αλλά η Λία σε ό,τι κι αν
της έλεγαν απαντούσε πως είναι Ιανουάριος.
Μια μέρα, μια νοσοκόμα
πρότεινε στη Λία να πάει στον παιδότοπο του νοσοκομείου, ελπίζοντας ότι τα
παιχνίδια και η παρέα με τα άλλα παιδιά θα της έφτιαχναν τη διάθεση.
Ο παιδότοπος ήταν ένα
χαρούμενο μέρος. Πολύχρωμος, με πολλά παιχνίδια και γελαστές νοσοκόμες και
δασκάλες. Η Λία είδε εκεί αρκετά παιδιά που έπαιζαν. Αλλά δεν τα πλησίασε.
Στεκόταν μόνη της και τα παρατηρούσε. Ανάμεσά τους, ήταν ένα πολύ χλωμό
κοριτσάκι, που ξεχώριζε επειδή είχε πολύ λίγα μαλλιά. Το κοριτσάκι την
πλησίασε.
-Πώς σε λένε;
-Λία, απάντησε
απρόθυμα.
-Και γιατί είσαι εδώ;
Εγώ έχω μια αρρώστια, αλλά εδώ με βοηθάνε να γίνω καλά και να ξαναγυρίσω στο
σπίτι μου, είπε το κοριτσάκι και χαμογέλασε. Έχεις κι εσύ κάποια αρρώστια;
-Όχι.
-Και τότε γιατί είσαι
εδώ;
-Γιατί δεν τρώω.
Το κοριτσάκι γούρλωσε
τα μάτια του με απορία.
-Δεν τρως τίποτα; Ούτε
γλυκά; Ούτε παγωτά; Μακάρι να μου επέτρεπαν να φάω ένα γλυκό! Όμως όταν γίνω
καλά...
Τα μάτια του κοριτσιού
έλαμψαν. Η Λία παρατήρησε ότι ήταν τόσο όμορφα τα μάτια της όπως έλαμψαν!
Μία νοσοκόμα πλησίασε
τα δύο κορίτσια.
-Έλα Ελπίδα μου, πρέπει
να πάμε να ξεκουραστείς.
-Πρέπει να φύγω. Ο
χρόνος του παιχνιδιού μου τελείωσε. Αύριο όμως θα ξαναέρθω. Εσύ;
-Δεν ξέρω..., είπε η
Λία μπερδεμένη.
-Τα λέμε αύριο,
απάντησε η Ελπίδα χαρούμενη.
Η Λία κάθισε στη μοκέτα
οκλαδόν. Τι αρρώστια είχε η Ελπίδα; Και γιατί δεν είχε πολλά μαλλιά; Και γιατί
δεν της επέτρεπαν να φάει γλυκά; Και γιατί χρονομετρούσαν το παιχνίδι της; Είχε
πολλές απορίες.
Όταν γύρισε στο
δωμάτιο, η Λία βρήκε τη μαμά της να την περιμένει εκεί.
-Πώς πέρασες Λία; ρώτησε
η μαμά με ένα βλέμμα γεμάτο ανησυχία. Έπαιξες;
-Όχι, αλλά γνώρισα ένα
κοριτσάκι που δεν είχε πολλά μαλλιά. Και δεν το αφήνουν να τρώει γλυκά ούτε να
παίζει όση ώρα θέλει. Γιατί μαμά;
-Έχει κάποια αρρώστια
το κοριτσάκι Λία μου, είπε η μαμά, και της Λίας σαν να της φάνηκε ότι η μαμά
της είχε βουρκώσει.
-Και πώς την έπαθε αυτή
την αρρώστια μαμά; Μπορεί να την πάθω κι εγώ;
-Εσύ Λία μου είσαι πολύ
τυχερή. Αν αρχίσεις να τρως, είσαι ένα υγιέστατο κοριτσάκι. Να θυμάσαι όμως,
ότι το σήμερα είναι αυτό που έχουμε και για αυτό πρέπει να είμαστε ευγνώμονες.
Κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί αύριο.
Η Λία προβληματίστηκε ακόμη
πιο πολύ. Για την ακρίβεια ένιωθε τύψεις: τύψεις γιατί είχε πολλά και πλούσια
μαλλιά, τύψεις γιατί δεν έτρωγε ενώ μπορούσε και τύψεις γιατί δεν ήταν ευγνώμων
για το σήμερα. Η μαμά της είχε δίκιο. Και η Ελπίδα το ίδιο. Πριν προλάβει να τα
καλοσκεφτεί όλα αυτά μπήκε στο δωμάτιο μια νοσοκόμα και έφερε το δίσκο με το βραδινό
της Λίας. Παρότι δεν πεινούσε και το στομάχι της είχε λίγο κλείσει από τις
περίπου δέκα μέρες ασιτίας, η Λία προσπάθησε και έφαγε 2-3 μπουκιές. Η μαμά της
ήταν πολύ χαρούμενη και της χάρισε την πιο μεγάλη και ζεστή αγκαλιά που της
είχε κάνει ποτέ.
Την επόμενη μέρα, η Λία
έφαγε λίγο από το πρωινό της και στη συνέχεια ζήτησε να πάει στον παιδότοπο του
νοσοκομείου. Εκεί συνάντησε πάλι την Ελπίδα, γελαστή και χαρούμενη. Τα κορίτσια
έπαιξαν μαζί για όση ώρα οι γιατροί το επέπτρεπαν στην Ελπίδα. Αυτό συνέβη για
περίπου μια βδομάδα, και, μέρα με τη μέρα, η Λία έτρωγε όλο και πιο πολύ, γινόταν
όλο και περισσότερο φίλη με την Ελπίδα.
Ώσπου, ένα βράδυ, οι
γιατροί ενημέρωσαν τη μαμά της ότι η Λία μπορούσε να βγει από το νοσοκομείο,
αρκεί να συνέχιζε να τρώει συχνά και μικρά γεύματα. Την επόμενη ημέρα θα
έπαιρνε εξιτήριο. Η Λία χαιρόταν που θα έβγαινε από το νοσοκομείο, αλλά λυπόταν
που δεν θα έβλεπε καθημερινά την Ελπίδα.
Το επόμενο πρωί, η Λία
έφαγε σχεδόν όλο το πρωινό της και στη συνέχεια ζήτησε να πάει στον παιδότοπο
για να χαιρετίσει την Ελπίδα. Όμως δεν τη βρήκε εκεί.
-Πού είναι η Ελπίδα;
ρώτησε μια νοσοκόμα.
-Πήγε να κάνει κάποιες
εξετάσεις. Δεν θα έρθει σήμερα, της απάντησε εκείνη.
Η Λία απογοητεύθηκε.
Όμως η μαμά της έγραψε σε ένα χαρτάκι «Λία»
και το τηλέφωνο του σπιτιού τους και το άφησε στη νοσοκόμα. Εκείνη υποσχέθηκε
να το δώσει στην Ελπίδα.
Οι μέρες περνούσαν και
η Λία ξαναγύρισε στο σχολείο της. Δεν ήταν πια τόσο μελαγχολική, κι ας ήταν
τέλος Ιανουαρίου. Όμως είχε μια μικρή ανησυχία για τη φίλη της. Γιατί δεν την
είχε πάρει ακόμη τηλέφωνο; Ήταν ακόμα στο νοσοκομείο;
Την τελευταία μέρα του
Ιανουαρίου, αργά το απόγευμα, χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν η Ελπίδα! Είχε μόλις
βγει από το νοσοκομείο μετά από πολλούς μήνες. Οι εξετάσεις της ήταν καλές και,
παρότι οι γιατροί δεν της επέτρεπαν να επιστρέψει ακόμα στο σχολείο της, ήταν
πολύ ευχαριστημένη που γύρισε σπίτι.
Από εκείνη τη μέρα και
κάθε απόγευμα, οι δύο φίλες μιλούσαν καθημερινά στο τηλέφωνο. Και, μετά από
αρκετό καιρό, συναντήθηκαν. Ήταν και οι δύο πολύ διαφορετικές: η Λία ήταν ζωηρή
και χαρούμενη, κι ας μην ήταν Δεκέμβρης. Και η Ελπίδα είχε πολύ περισσότερα
μαλλιά.
Στο τέλος της σχολικής
χρονιάς, η δασκάλα ζήτησε από τα παιδιά να γράψουν μια έκθεση με θέμα «Ποιος είναι ο αγαπημένος μου μήνας του
χρόνου». Η έκθεση της Λίας ξεκινούσε κάπως έτσι: «Ο αγαπημένος μου μήνας είναι ο Ιανουάριος γιατί τότε γνώρισα την
Ελπίδα».
Ποτέ πια κανείς δεν
ξαναφώναξε τη Λία «Λία Μελαγχολία». Η
ίδια ζήτησε από όλους να τη φωνάζουν με ολόκληρο το όνομά της: Ευαγγελία.
ΜΑΙΡΗ
ΣΚΟΡΔΙΑ (ανέκδοτο κείμενο)
…
Κάθε βδομάδα η
νηπιαγωγός-συγγραφέας Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει ένα κείμενο παιδικής λογοτεχνίας
(παραμύθι ή ποίημα), διήγημα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.
Από τον Δεκέμβριο του
2014 φιλοξενούνται στη στήλη και ανέκδοτα κείμενα νέων δημιουργών.
Ένας εικονογράφος ή
ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.
Περιμένουμε τις
εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr
…
Τη σημερινή εικόνα
έκανε η Έλλη Ζαρίφη.
Με λένε Έλλη Ζαρίφη και
σπούδασα Διαφήμιση και Μάρκετινγκ. Για κάποια χρόνια εργάστηκα στον χώρο των
εκδόσεων, μέχρι που απέκτησα την πρώτη μου κόρη και εγκατέλειψα την καριέρα μου
για να αφοσιωθώ στα παιδιά μου. Η ζωγραφική ήταν πάντα κάτι που αγαπούσα.
Ξεκίνησα να ασχολούμαι πιο δυναμικά για χάρη των κοριτσιών μου, που τους άρεσε
να τους ζωγραφίζω διάφορες παραστάσεις και εικόνες. Σιγά σιγά άρχισαν να μου
ζητάνε ζωγραφιές και οι φίλες τους με αποτέλεσμα να μπει η ζωγραφική στην
καθημερινότητά μου. Ζωγραφίζω κυρίως για παιδιά, αλλά και για μεγαλύτερα παιδιά,
διότι είναι μια ασχολία που γεμίζει τη ζωή μου, με χαλαρώνει και μου προσφέρει
μεγάλη ευχαρίστηση. Τα περισσότερα «έργα» μου, βρίσκονται στη σελίδα :
…
Το κείμενο έγραψε η Μαίρη Σκόρδια.
Η Μαίρη Σκόρδια
γεννήθηκε στην Αθήνα, ενώ κατάγεται από τη Χίο. Είναι Μαθηματικός, απόφοιτος
του Πανεπιστημίου Αθηνών, από το οποίο απέκτησε και Δίπλωμα Συμπληρωματικής
Επιμόρφωσης στην Εκπαιδευτική Ψυχολογία. Επίσης, είναι κάτοχος MBA (Masters in Business Administration) από το ALBA Graduate Business School, καθώς και Πτυχίου Ωδικής.
Εργάζεται ως
κειμενογράφος και μεταφράστρια, αλλά και ως δασκάλα μουσικής με έμφαση στην
πρώτη γνωριμία με τη μουσική των παιδιών προσχολικής και πρώτης σχολικής
ηλικίας. Το 2013 και 2014 παρουσίασε το μουσικό έργο για πιάνο «Ο Κύκλος της
Φύσης», αποτελούμενο από 12 κομμάτια αφιερωμένα ανά 3 σε καθεμιά από τις 4
εποχές του χρόνου.
Έχει μεταφράσει πληθώρα
ακαδημαϊκών άρθρων στον τομέα της Στατιστικής, της Διοίκησης Επιχειρήσεων, της
Επιχειρηματικής Στρατηγικής, της Διοίκησης Ανθρώπινων Πόρων, των
Χρηματοοικονομικών, κλπ.
Αγαπά πολύ το γράψιμο
και τη μουσική, καθώς και κάθε μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης, ενώ είναι σίγουρη
ότι η διαδικασία της μάθησης είναι η πιο όμορφη και πιο σημαντική μορφή δημιουργίας
(και ευτυχώς δεν τελειώνει ποτέ).
…
Με αγάπη από τη
Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.
…
Η σελίδα της στήλης «Ένα κείμενο, μία εικόνα»
στο facebook: