Μύρισε Χριστούγεννα και
όπως όλοι έτσι και η οικογένεια του μικρού Τζον στόλισε το δέντρο. Η μαμά θα έφτιαχνε
τα αγαπημένα τους γλυκά: μελομακάρονα
και, φυσικά, κουραμπιέδες.
Όλο
το σπίτι μοσχοβόλησε από τα γλυκίσματα. Η μαμά δεν άφησε τον μικρό Τζον να
πλησιάσει. Θα χρειαζόταν να κάνει λίγη ακόμα υπομονή.
Ο μικρούλης, σαν αυθόρμητο παιδί,
σκέφτηκε να κάνει μια σκανταλιά . Όταν όλοι πέσανε για ύπνο, κατέβηκε στο
σαλόνι για να φάει στα κρυφά. Μα μόλις έφτασε στην πιατέλα και έκανε να πιάσει
έναν κουραμπιέ, εκείνος άρχισε να φτερνίζεται! Ο Τζον τρόμαξε και τραβήχτηκε
πίσω. Καλά, πού ακούστηκε κουραμπιές να φτερνίζεται; απόρησε ο μικρός. Τότε ο
Κύριος Κουραμπιές μίλησε και του είπε πως είχε κρυώσει. Κανένας στην πιατέλα
δεν του έκανε παρέα. Φτερνιζόταν συνέχεια και έβγαζε την άχνη από πάνω τους με
αποτέλεσμα να τους χαλάει την εμφάνιση -μετά δεν θα ήθελε κανείς να τους φάει.
Το αγόρι λυπήθηκε και πήρε στο δωμάτιο του τον Κύριο Κουραμπιέ. «Από αυτή τη
στιγμή θα είμαι εγώ φίλος σου!» είπε και του χάρισε μια κατακόκκινη καρδιά! Δεν
την άφησε ποτέ από τα χέρια του! Είχε χαρεί τόσο πολύ που απέκτησε έναν νέο -ίσως
και τον μοναδικό- φίλο στη ζωή του. Χριστούγεννα, μέρες αγάπης, ποιος θα ‘θελε να
είναι μόνος; Από δω και πέρα θα είχανε ο ένας τον άλλο!
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΛΥΤΡΙΑΝΗ (ανέκδοτο
κείμενο)
Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή την
καρτέλα του Κύριου Κουραμπιέ της παραμυθοτράπουλας «Φτιάξε ένα παραμύθι»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Για πες μας, πώς σου φάνηκε;