Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ράνια Ορφανάκου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ράνια Ορφανάκου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 23 Αυγούστου 2017

Η ευχή του φεγγαριού



Ακόμα ένα βράδυ που η μικρή Νάντια δεν μπορούσε να κοιμηθεί… Στριφογύριζε ανήσυχη στο κρεβάτι της και στο μυαλό της ξεπηδούσαν χιλιάδες εικόνες, αναμνήσεις και όνειρα…

  Από ένα σημείο και έπειτα, το κρεβάτι αδυνατούσε να την κρατήσει. Σηκώθηκε με φόρα, παραμέρισε την κουρτίνα και ακούμπησε τα χέρια της στο κρύο παράθυρο. Έμεινε εκεί να κοιτάζει τα αστέρια και να σκέφτεται, και έτσι όπως ήταν ένιωσε την ανάγκη να κάνει μια ευχή… Και τότε ένα παράξενο φως την πλησίασε πλημμυρίζοντας το δωμάτιο με ένα γλυκό λευκό χρώμα· το φεγγάρι είχε πλησιάσει στο παράθυρο και την παρατηρούσε σιωπηλό. Ήταν από τις νύχτες όπου έμενε μισό και φάνταζε με μοναχικό δάκρυ που κυλούσε στο πλάι του προσώπου. Η μικρή Νάντια σάστισε, αλλά έμεινε εκεί ακίνητη, προσπαθώντας να καταλάβει τι συμβαίνει.

  Το φεγγάρι πλησίασε κι άλλο, την κοίταξε με τρυφερότητα και της είπε: «Έκανες ευχή στα αστέρια, δεν είναι όμως αυτά που θα στην εκπληρώσουν… Έτσι πιστεύουν οι άνθρωποι εδώ και χρόνια, η αλήθεια όμως είναι άλλη. Θα σου πω την ιστορία μου και ίσως καταλάβεις…»

   Και άρχισε να της διηγείται το πώς ξεκίνησαν όλα:

«Δεν είχα πάντα τη μορφή που έχω τώρα. Πριν από χιλιάδες χρόνια ήμουν συνέχεια μισό…». 

  Και συνέχισε να της λέει για τα πώς περνούσε τα βράδια του παρατηρώντας τους ανθρώπους να περπατάνε χέρι χέρι στους δρόμους, τα ζώα να παίζουν σε ζευγάρια, τα πουλιά να κουρνιάζουν ήρεμα το ένα δίπλα στο άλλο πάνω στα δέντρα και στις στέγες των σπιτιών. Ακόμα και τα δέντρα έμπλεκαν τα κλαδιά τους μεταξύ τους και έτσι ενωμένα ταλαντεύονταν με το φύσημα του ανέμου. Μετά το φεγγάρι παρατηρούσε δίπλα του τα αστέρια που φλυαρούσαν μεταξύ τους και έδειχναν τόσο ευτυχισμένα που μπορούσε το ένα να καταλαβαίνει το άλλο. Στην αρχή χαιρόταν με όλη αυτή την ομορφιά γύρω του, αργότερα όμως μια θλίψη γεννήθηκε μέσα του και έτσι στα κρυφά όλο και μεγάλωνε… Έβλεπε ότι όλοι γύρω του είχαν κάποιον που τους έμοιαζε, κάποιον που τους καταλάβαινε και τους έκανε ευτυχισμένους. 

   Αυτή ακριβώς η διαπίστωση ήταν που έκανε το φεγγάρι να στεναχωριέται γιατί καταλάβαινε ότι ήταν μόνο, δεν τολμούσε όμως να το πει πουθενά… Δεν τολμούσε να πει ότι ήθελε κι αυτό κάποιον που να του μοιάζει, κάποιον που να το συμπληρώνει… Και έτσι κάθε βράδυ η θλίψη του μεγάλωνε και το φεγγάρι έχανε λίγο λίγο τη λάμψη του… 

  Συνεχίζοντας την αφήγηση του, το φεγγάρι αποκάλυψε στη μικρή Νάντια ότι τις ευχές δεν τις πραγματοποιούν τα αστέρια αλλά η νεράιδα των ευχών. 

  Η μικρή Νάντια άκουγε μαγεμένη! Ζήτησε να της περιγράψει την νεράιδα των ευχών και το φεγγάρι χαμογέλασε γλυκά και της είπε ότι ήταν πανέμορφη, με μακριά ξανθά μαλλιά και λευκή επιδερμίδα που έλαμπε μες στη νύχτα. Είχε ασημένια διάφανα φτερά και γλυκό χαμόγελο, αλλά αυτό που ξεχώριζε πάνω της ήταν τα μάτια της που μέσα τους καθρεφτίζονταν κάθε όνειρο, κάθε ευχή και επιθυμία… Αυτή ήταν εκεί κάθε νύχτα για να πραγματοποιεί τις ευχές, για να δίνει ελπίδα και χαρά…

  Και τότε η Νάντια ρώτησε απορημένη το φεγγάρι: 

«Και δε ζήτησες κι εσύ από τη νεράιδα να εκπληρώσει την ευχή σου και να μην είσαι πια μόνο;».
Το φεγγάρι την κοίταξε γλυκά και της είπε: 

«Όχι δεν τολμούσα, όμως αυτή το κατάλαβε, ήρθε κοντά μου και έκανε κάτι παραπάνω από το να εκπληρώσει την ευχή μου…».

   Η Νάντια παρακολουθούσε με αγωνία!

«Τι έκανε;», αναφώνησε γεμάτη περιέργεια!

  Και το φεγγάρι συνέχισε να της διηγείται αργά την ιστορία του σα να τη ζούσε ξανά από την αρχή…

  Για πολλά βράδια η νεράιδα ερχόταν κοντά του, το παρατηρούσε που έχανε τη λάμψη του, και του ζητούσε να της πει τι να κάνει για να είναι ευτυχισμένο. Στο τέλος το φεγγάρι της είπε πως το μόνο πράγμα που θα το έκανε πραγματικά ευτυχισμένο είναι να μπορούσε να έχει κάποιον που θα του έμοιαζε, κάποιον που θα το συμπλήρωνε, ένα ακόμα μισό φεγγάρι…

  Η όψη της νεράιδας σκοτείνιασε στο άκουσμα της ευχής του φεγγαριού… Και η ίδια ένιωθε έτσι… Τόσα χρόνια εκπλήρωνε τις ευχές των άλλων, τους έκανε ευτυχισμένους και ήταν ευχαριστημένη μ’ αυτό, όμως και η ίδια ήθελε να μπορούσε να έχει κάποιον να μοιράζεται τις ίδιες σκέψεις με αυτή, τα ίδια όνειρα, τα ίδια συναισθήματα, κάποιον που θα της έμοιαζε και θα τη συμπλήρωνε…

  Αποσύρθηκε αμίλητη στο πιο απόμερο σημείο του ουρανού και εκεί σκέφτηκε αυτά που ήθελε το φεγγάρι και αυτά που ήθελε και η ίδια. Είχε πια πάρει την απόφασή της, θα έκανε την τελευταία της ευχή, θα εκπλήρωνε την ευχή του φεγγαριού αλλά και τη δική της… Αυτή τη φορά θα άλλαζε εντελώς!

  Θυσίασε τα φτερά της και ευχήθηκε να γίνει το άλλο μισό του φεγγαριού…

  Με τη νέα της μορφή πλησίασε το φεγγάρι και ενώθηκε μαζί του,  και αυτή η ένωση πλημμύρισε με φως τον ουρανό και τη γη! Το φεγγάρι ήταν πλέον ολόκληρο και αυτό το συναίσθημα ήταν πρωτόγνωρο γι’ αυτό, αυτή την ευτυχία δεν την είχε ξανανιώσει, δεν τολμούσε καν να τη φανταστεί…

  Και ο καιρός περνούσε και το φεγγάρι έλαμπε όλο και περισσότερο! Δε συνέβαινε όμως το ίδιο και με τα υπόλοιπα πλάσματα που πλέον έκαναν ευχές αλλά δεν τις έβλεπαν να πραγματοποιούνται… Περίμεναν υπομονετικά, ήλπιζαν αλλά στο τέλος απογοητεύονταν γιατί δε γινόταν τίποτα, και έτσι ένιωθαν όλο και πιο δυστυχισμένα…

  Το φεγγάρι απορροφημένο από την ευτυχία του δεν είχε καταλάβει τίποτα, ώσπου ένα βράδυ το δυνατό κλάμα ενός παιδιού το έφερε αντιμέτωπο με την πραγματικότητα. Το παιδί είχε βγει στο μπαλκόνι του σπιτιού του και έκλαιγε για την ευχή του που δε θα πραγματοποιούνταν ποτέ… Τότε το φεγγάρι κοίταξε τριγύρω του και είδε πως το παιδί δεν ήταν το μόνο που ένιωθε έτσι. Κατάλαβε ξαφνικά πως η δική του ευτυχία είχε προξενήσει πολύ κακό, κατάλαβε ότι η δική του ευτυχία δε μπορούσε να συμβαδίσει με το καλό των άλλων… Άρχισε σιγά σιγά να χάνει τη λάμψη του, γιατί δεν άντεχε στη σκέψη ότι εξαιτίας του γινόταν τόσοι δυστυχισμένοι. Η ευχή πλέον άρχισε να μοιάζει με κατάρα. Έπρεπε να αλλάξει.. Και έπρεπε να γίνει από το ίδιο το φεγγάρι και τη νεράιδα.

  Αφού αποσύρθηκε στο μέρος όπου είχε πάει τελευταία φορά η νεράιδα, έψαξε και βρήκε τα φτερά που είχε θυσιάσει. Χαμήλωσε, ακούμπησε πάνω τους και αλλάζοντας την ευχή ζήτησε να αποχωρίζεται σιγά σιγά τη νεράιδα για να μπορεί εκείνη να εκπληρώνει ξανά τις ευχές. Ζήτησε να μένει μισό και μετά πάλι σιγά σιγά να ενώνεται μαζί της! 

Και η ευχή πραγματοποιήθηκε…

  Το φεγγάρι πλέον περνούσε μέρες που ήταν μισό, παρηγορούνταν όμως στην ιδέα ότι κάποιες ευχές θα εκπληρωνόταν, και περίμενε με ανυπομονησία τη στιγμή που και πάλι θα γινόταν ολόκληρο. Αυτό γινόταν περίπου μια φορά το μήνα και ήταν η στιγμή που το φεγγάρι έλαμπε με όλη του τη δύναμη γιατί ένιωθε την ασύλληπτη ευτυχία της ολοκλήρωσης…

«Τώρα ξέρεις…», είπε το φεγγάρι κοιτάζοντας τρυφερά τη Νάντια. «Μερικές φορές στη ζωή πρέπει να θυσιάσεις μέρος της ευτυχίας σου για να γίνουν οι άλλοι ευτυχισμένοι…»

  Αυτά είπε και απομακρύνθηκε από κοντά της ενώ εκείνη έμεινε να το κοιτάζει σκεπτική. 

  Αυτό το τελευταίο που της είπε δεν το κατάλαβε και πολύ… Ίσως έφταιγε το ότι ήταν ακόμα μικρή, ίσως πάλι και τίποτα από όλα αυτά να μην είχε συμβεί και απλά να τα φαντάστηκε. Αυτό που ήξερε όμως με βεβαιότητα ήταν ότι θα περίμενε με ανυπομονησία την επόμενη πανσέληνο…

ΡΑΝΙΑ ΟΡΦΑΝΑΚΟΥ (κείμενο-εικόνα)

Κάθε βδομάδα η νηπιαγωγός-συγγραφέας Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει ένα κείμενο παιδικής λογοτεχνίας (παραμύθι ή ποίημα), διήγημα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.

Ένας εικονογράφος ή ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.

Περιμένουμε τις εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr

Η Ράνια Ορφανάκου γεννήθηκε στη Σπάρτη το 1985. Τα παιδικά και τα εφηβικά της χρόνια τα πέρασε στην Καρδίτσα όπου και αποφοίτησε από το Μουσικό Γυμνάσιο και Μουσικό Λύκειο. Σπούδασε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και από το 2006 μέχρι σήμερα εργάζεται ως δασκάλα. Έχει εργαστεί ως εκπαιδευτικός σε σχολεία στον Κορυδαλλό, στη Νίκαια, στην Ύδρα, στη Λάρισα, στην Καρδίτσα και στον Έβρο.

Η ίδια πιστεύει ότι τα παιδιά διαθέτουν ζωηρή φαντασία που τους επιτρέπει να ταξιδεύουν σε κόσμους μαγικούς - σε κόσμους όπου ζουν νεράιδες, δράκοι, πρίγκιπες, μάγισσες κ.ά. -  μεγαλώνοντας όμως, αναγκάζονται να περιορίσουν τη φαντασία τους και στο τέλος να την εξαλείψουν ακολουθώντας τις επιταγές της σοβαροφανούς κοινωνίας μας. Ωστόσο, αν καταφέρουμε να κρατήσουμε ζωντανό ένα τμήμα της φαντασίας που είχαμε όταν ήμασταν παιδιά, θα μας ανοιχτούν πόρτες σε κόσμους ονειρικούς…

Το 2015 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις οσελότος το βιβλίο της: «Ο πρίγκιπας του φεγγαριού και άλλα παραμύθια» με εικονογράφηση δική της, αφιερωμένο στην κόρη της Ασπασία και στα παιδιά που έχουν φαντασία!
Με αγάπη από τη Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.

Η σελίδα του «Ένα κείμενο, μία εικόνα» στο facebook:




                                                                              
                              

Δευτέρα 10 Ιουλίου 2017

Η κούκλα του χορταριού




Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς κι είχε δώδεκα γιους. Τα παιδιά μεγάλωσαν, έγιναν παλικάρια και τότε ο πατέρας τούς είπε:

-Πηγαίνετε μακριά στον κόσμο και βρείτε ο καθένας μια γυναίκα. Προσέξτε όμως ώστε να μπορεί σε μια μέρα να γνέθει, να υφαίνει και να ράβει ένα πουκάμισο, αλλιώς δεν τη δέχομαι για νύφη μου.

Αυτοί καβάλησαν τα άλογα και ξεκίνησαν.

Μόλις πήγαν ένα διάστημα όμως, είπαν οι έντεκα στον μικρότερο:

-Εσύ, Γιαννάκη να μην έρθεις μαζί μας. Δεν είσαι ικανός για τίποτε. Τι να σε κάνουμε;

Ο Γιαννάκης λυπημένος κατέβηκε από το άλογό του, έκατσε στο χόρτο και τον πήραν τα κλάματα.

Κάποια στιγμή όμως εκεί που καθόταν είδε μια φούντα από χόρτο να κουνιέται κι αμέσως να ξεπροβάλλει ένα τόσο δα μικρούτσικο κοριτσάκι σαν μια μικρή κούκλα. Το μικροσκοπικό κοριτσάκι τώρα προχωρεί προς το μέρος του και τον ρωτάει:

-Μικρέ Γιαννάκη, δεν έρχεσαι να κάμεις μια επίσκεψη στην «Κούκλα του Χορταριού»;

-Πολύ ευχαρίστως, λέει ο Γιαννάκης.

Σε λίγο φτάνουν στο παλάτι της Κούκλας, που δεν ήταν μεγαλύτερο από ένα μεγάλο κουτί. Εκείνη κάθεται σε μια τόση δα καρέκλα και τον ρωτάει:

-Από πού έρχεσαι; Πού πηγαίνεις;

Ο Γιαννάκης τότε της διηγείται για τον πατέρα του το βασιλιά, για τα αδέρφια του, το άλογό του, την αρματωσιά του και για τη γυναίκα που πρέπει να βρει.

-Αυτή που θα πάρω, λέει, πρέπει να μπορεί σε μια μέρα να γνέσει, να υφάνει και να ράψει ένα πουκάμισο, αλλιώς ο πατέρας μου δεν τη θέλει για νύφη. Αν εσύ μπορείς να τα κάμεις αυτά και θέλεις να γίνεις γυναίκα μου, τότε να μην ψάξω παραπέρα.

-Με όλη μου την καρδιά. Και μπορώ να τα κάμω αυτά και θέλω να γίνω γυναίκα σου, είπε εκείνη.

Και χωρίς να χάσει καιρό άρχισε αμέσως το γνέσιμο, την ύφανση και ως το βράδυ είχε κιόλας ραμμένο το πουκαμισάκι. Μικρό σαν μια δαχτυλήθρα.

Ενθουσιασμένος καβαλάει τότε το άλογο, φέρνει το πουκαμισάκι στον πατέρα του και του διηγείται την ιστορία. Ντρέπεται όμως που το πουκάμισο είναι τόσο μικρό.

Μα ο πατέρας του λέει:

-Δεν πειράζει. Παντρέψου το μικρό κοριτσάκι, αφού είναι τόσο προκομμένο.

Χαρούμενος ξαναγυρίζει στην Κούκλα του Χορταριού και θέλει να την πάρει επάνω στο άλογό του για να πάνε στο παλάτι του πατέρα του.

-Εγώ θα ταξιδέψω επάνω σ’ ένα ασημένιο κουτάλι που θα το σέρνουν δυο ψάρια, λέει η κούκλα.

Ο Γιαννάκης δεν ξέρει τι είναι τα ψάρια, μα στο τέλος βλέπει πως δεν είναι παρά δυο άσπρα ποντίκια. Και σε λίγο παίρνουν δρόμο. Ο Γιαννάκης καβάλα στο άλογό του και εκείνη στο ασημένιο κουτάλι που το ‘σερναν τα δυο ψάρια. Ο Γιαννάκης πήγαινε τώρα δίπλα στο μικρό αμάξι σιγά-σιγά και πρόσεχε μην το πατήσει το άλογό του.

Περπατώντας έφτασαν σ’ ένα ποτάμι. Εκεί το άλογό του τρόμαξε ξαφνικά. Πήδηξε από την άλλη μεριά, αναποδογύρισε το κουτάλι και η Κούλα του Χορταριού έπεσε στο νερό και χάθηκε.

Ο Γιαννάκης στέκει τώρα δίπλα στο ποτάμι απελπισμένος και δεν ξέρει τι να κάμει. Σε λίγη ώρα όμως προβαίνει απ’ το νερό ένα κολυμβητής και βγάζει την αρραβωνιαστικιά του και την αφήνει στη γη. Κι αυτή δεν είναι πια η μικρή κούκλα αλλά μια πανέμορφη κοπέλα ψηλή όσο αυτός.

Την ίδια στιγμή τα δυο «ψάρια» γίνονται δυο υπέροχα άλογα και το κουτάλι ένα ασημένιο αμάξι. Χαρούμενος όσο δεν γίνεται ο Γιαννάκης ανεβαίνει με την όμορφη κοπέλα στο αμάξι και τρέχει γρήγορα στο παλάτι.

Τ’ αδέρφια του είχαν πια κι εκείνα φτάσει στο παλάτι το καθένα με την αρραβωνιαστικιά του. Οι κοπέλες εκείνες όμως ήσαν όλες άσχημες και κακές. Δεν είχαν καλούς τρόπους και όλη την ώρα μάλωναν μεταξύ τους και χτυπιούνταν.

Μόλις μπήκε ο Γιαννάκης με την Κούκλα του Χορταριού και τους είδαν, έγιναν όλοι κίτρινοι από το φθόνο και το θυμό τους.

Ο βασιλιάς όμως τους έδιωξε όλους τους άλλους και κράτησε κοντά του τον Γιαννάκη με την Κούκλα του Χορταριού, που έζησαν πολλά χρόνια ευτυχισμένοι. Ίσως μάλιστα να ζουν ακόμα και σήμερα με τα παιδιά και τα εγγόνια τους.

Η Βελουδένια και άλλα 17 παραμύθια, εκδόσεις Παπαδημητρίου.

Κάθε βδομάδα η νηπιαγωγός-συγγραφέας Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει ένα κείμενο παιδικής λογοτεχνίας (παραμύθι ή ποίημα), διήγημα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.

Ένας εικονογράφος ή ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.

Περιμένουμε τις εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr
Τη σημερινή εικόνα έκανε η Ράνια Ορφανάκου.



Η Ράνια Ορφανάκου γεννήθηκε στη Σπάρτη το 1985. Τα παιδικά και τα εφηβικά της χρόνια τα πέρασε στην Καρδίτσα όπου και αποφοίτησε από το Μουσικό Γυμνάσιο και Μουσικό Λύκειο. Σπούδασε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και από το 2006 μέχρι σήμερα εργάζεται ως δασκάλα. Έχει εργαστεί ως εκπαιδευτικός σε σχολεία στον Κορυδαλλό, στη Νίκαια, στην Ύδρα, στη Λάρισα, στην Καρδίτσα και στον Έβρο.

Η ίδια πιστεύει ότι τα παιδιά διαθέτουν ζωηρή φαντασία που τους επιτρέπει να ταξιδεύουν σε κόσμους μαγικούς - σε κόσμους όπου ζουν νεράιδες, δράκοι, πρίγκιπες, μάγισσες κ.ά. -  μεγαλώνοντας όμως, αναγκάζονται να περιορίσουν τη φαντασία τους και στο τέλος να την εξαλείψουν ακολουθώντας τις επιταγές της σοβαροφανούς κοινωνίας μας. Ωστόσο, αν καταφέρουμε να κρατήσουμε ζωντανό ένα τμήμα της φαντασίας που είχαμε όταν ήμασταν παιδιά, θα μας ανοιχτούν πόρτες σε κόσμους ονειρικούς…

Το 2015 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις οσελότος το βιβλίο της: «Ο πρίγκιπας του φεγγαριού και άλλα παραμύθια» με εικονογράφηση δική της, αφιερωμένο στην κόρη της Ασπασία και στα παιδιά που έχουν φαντασία!
Με αγάπη από τη Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.

Η σελίδα του «Ένα κείμενο, μία εικόνα» στο facebook:






Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2017

Αυτό που επιθυμεί πιο πολύ μια γυναίκα



Ο βασιλιάς Αρθούρος ήταν πολύ στενοχωρημένος. Πριν από μερικές βδομάδες είχε νικηθεί σε μονομαχία από κάποιον γίγαντα, ο οποίος του είχε χαρίσει τη ζωή με μια προϋπόθεση: σε ένα μήνα θα έπρεπε να του απαντήσει στην ερώτηση «Τι είναι αυτό που επιθυμεί πιο πολύ μια γυναίκα;». Στην αντίθετη περίπτωση ο Αρθούρος θα έχανε το βασίλειό του και θα γινόταν σκλάβος του γίγαντα.

Στις μέρες που ακολούθησαν τη μονομαχία ο Αρθούρος είχε συναντήσει χιλιάδες γυναίκες και είχε πάρει εκατοντάδες απαντήσεις: άλλες του είχαν πει ότι επιθυμούσαν τα πλούτη, τη δόξα, τα λούσα, άλλες έναν όμορφο ιππότη, άλλες τον έρωτα, τα ταξίδια, το να φτιάξουν οικογένεια και άλλες έδιναν διαφορετικές απαντήσεις. Κι όμως ο βασιλιάς, υποσυνείδητα, φοβόταν ότι καμιά από αυτές δεν ήταν η ολοκληρωμένη απάντηση που θα του εξασφάλιζε το βασίλειο και την ελευθερία.

Κάποιο σούρουπο συνάντησε σε ένα δάσος μια χωριατοπούλα κι αποφάσισε να τη ρωτήσει κι αυτήν χωρίς πολλές ελπίδες βέβαια, γιατί τι θα μπορούσε να ξέρει μια απλή χωριατοπούλα που δεν το ήξεραν οι πριγκίπισσες;

Την καλησπέρισε αφηρημένα και της έκανε την ερώτησή του.

— Θα σου απαντήσω, του αποκρίθηκε εκείνη, αλλά θα μου υποσχεθείς ότι θα μου κάνεις όποια χάρη σου ζητήσω.

Ξαφνιάστηκε με την απαίτηση της ο βασιλιάς και, για πρώτη φορά, έπεσε με προσοχή πάνω της το βλέμμα του. Ήταν το πιο αξιολύπητο πλάσμα που είχε δει ποτέ: καμπούρα, άσχημη, κουτσή, με τα πιο φτωχικά ρούχα που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Ο Αρθούρος όμως δεν είχε πια επιλογή, την ίδια νύχτα έληγε η προθεσμία με τον γίγαντα και συμφώνησε να της κάνει όποια χάρη του ζητήσει.

— Αυτό που επιθυμεί πιο πολύ μια γυναίκα είναι να τη σέβονται σαν άνθρωπο, απάντησε εκείνη. 

 Ο Αρθούρος την ευχαρίστησε, την επαναβεβαίωσε για τον όρκο του  και έτρεξε στο σημείο που θα συναντούσε τον γίγαντα.

Εκείνος, όταν άκουσε αυτό που του είπε ο βασιλιάς, παραδέχτηκε ότι ήταν αλήθεια και του χάρισε το βασίλειο και την ελευθερία του.

Χαρούμενος ξαναγύρισε στην κοπέλα και, αφού την ευχαρίστησε πάλι για τη βοήθεια της, της ζήτησε να του πει ποια είναι η χάρη που θέλει από αυτόν.

— Να με παντρέψεις με έναν από τους ιππότες της Στρογγυλής Τράπεζας.

Αυτό δεν το περίμενε ποτέ ο βασιλιάς: ποιος από τους φημισμένους ιππότες του θα καταδεχόταν να παντρευτεί ποτέ μια τόσο άσχημη γυναίκα; Παρ’ όλα αυτά την ανέβασε στο άλογό του και, μετά από μακρινή πορεία, έφτασαν στο παλάτι του.

Πραγματικά, όταν ρώτησε τους ιππότες δείχνοντας τη γυναίκα ποιος θέλει να την παντρευτεί για να υλοποιήσει τον όρκο του, όλοι χαμήλωσαν το κεφάλι για να αποφύγουν το βλέμμα του. Όλοι εκτός από έναν: τον ανιψιό του Γκαουέην.

— Εγώ θα παντρευτώ την κυρία, δήλωσε αποφασιστικά.

Οι γάμοι έγιναν το ίδιο βράδυ με όλο το βαρύ κλίμα που θα περίμενε κάποιος από ένα τόσο αταίριαστο ζευγάρι. Αργά τη νύχτα οι μελλόνυμφοι αποσύρθηκαν στον γαμήλιο κοιτώνα.

Ο Γκαουέην κάθισε δίπλα στη φωτιά κοιτώντας τις φλόγες της και δίπλα του κάθισε η σύζυγός του.

— Δεν αντέχει ο αγαπημένος μου σύζυγος να μου ρίξει ούτε ένα βλέμμα; ρώτησε εκείνη.

Ο Γκαουέην γύρισε το βλέμμα του και έμεινε εμβρόντητος: δίπλα του καθόταν η πιο ωραία γυναίκα που είχε συναντήσει στη ζωή του και για την οποία θα μπορούσε να παλέψει με χιλιάδες ιππότες για να την κατακτήσει.

— Μην παραξενεύεσαι, καλέ μου, του είπε αυτή. Υπήρχε μια κατάρα  για εμένα να είμαι η πιο άσχημη γυναίκα του κόσμου μέχρι να βρεθεί ένας άντρας που θα κατάφερνε να ξεπεράσει την απέχθειά του για την ασχήμια μου. Εσύ το έκανες αυτό και σ’ ευχαριστώ, αλλά υπάρχει μια προϋπόθεση κι εδώ πρέπει να διαλέξεις: ή θα είμαι ωραία τη νύχτα για σένα και τη μέρα θα γίνομαι άσχημη για όλους τους άλλους ή θα είμαι ωραία τη μέρα και άσχημη τη νύχτα που θα με έχεις εσύ. Ξέρω ότι είναι δύσκολο ν’ αποφασίσεις. Αν είμαι ωραία τη μέρα, ασφαλώς θα μ’ ερωτευθούν πολλοί, ίσως να ερωτευθώ κι εγώ κάποιον από αυτούς και να σε εγκαταλείψω κάποτε. Αν είμαι ωραία τη νύχτα, θα είμαι μόνο για σένα, δεν θα κινδυνεύεις από κανέναν, αλλά θα ξέρεις πόσο δυστυχισμένη είμαι, αφού θα με κοιτάζουν όλοι με απέχθεια. Η απόφαση είναι τώρα δική σου.

Ο Γκαουέην σκέφτηκε για λίγο και ύστερα είπε:

— Έχει δίκιο ο βασιλιάς. Κάθε γυναίκα, ίσως και κάθε ανθρώπινο πλάσμα, θέλει να τη σέβονται σαν προσωπικότητα. Διαλέγω να είσαι ωραία τη μέρα, γιατί πρέπει να σε σεβαστώ σαν προσωπικότητα και να μην προτιμήσω το δικό μου συμφέρον.

— Αγαπημένε μου Γκαουέην, τώρα λύθηκε και το δεύτερο μέρος της κατάρας, που σου το είχα κρύψει για να μη σε επηρεάσω στην απόφασή σου και το οποίο έλεγε ότι, αν βρεθεί κάποιος που θα με σεβαστεί σαν άνθρωπο, τότε θα είμαι πάντα ωραία, μέρα και νύχτα, μέχρι να με γεράσει κι εμένα ο χρόνος, όπως όλα τα πλάσματα.

Τον αγκάλιασε και τον φίλησε και για μια στιγμή το δωμάτιο έλαμψε πιο πολύ –και δεν ήταν από τις φλόγες της φωτιάς…

(Αγγλία)

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΑΓΓΟΥΤΑΣ, Η Σοφία των Λαών, εκδόσεις Σαΐτα.


Κάθε βδομάδα η νηπιαγωγός-συγγραφέας Γιώτα Κοτσαύτη επιλέγει ένα κείμενο παιδικής λογοτεχνίας (παραμύθι ή ποίημα), διήγημα ή αποσπάσματα από βιβλία αγαπημένων λογοτεχνών.

Ένας εικονογράφος ή ζωγράφος καλείται να κάνει μία εικόνα με βάση το κείμενο που θα αναλάβει.

Περιμένουμε τις εικόνες, τις προτάσεις, αλλά και τις ιστορίες σας στην ηλεκτρονική διεύθυνση yotakotsafti1@yahoo.gr
Τη σημερινή εικόνα έκανε η Ράνια Ορφανάκου.


Η Ράνια Ορφανάκου γεννήθηκε στη Σπάρτη το 1985. Τα παιδικά και τα εφηβικά της χρόνια τα πέρασε στην Καρδίτσα όπου και αποφοίτησε από το Μουσικό Γυμνάσιο και Μουσικό Λύκειο. Σπούδασε στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και από το 2006 μέχρι σήμερα εργάζεται ως δασκάλα. Έχει εργαστεί ως εκπαιδευτικός σε σχολεία στον Κορυδαλλό, στη Νίκαια, στην Ύδρα, στη Λάρισα, στην Καρδίτσα και στον Έβρο.

Η ίδια πιστεύει ότι τα παιδιά διαθέτουν ζωηρή φαντασία που τους επιτρέπει να ταξιδεύουν σε κόσμους μαγικούς - σε κόσμους όπου ζουν νεράιδες, δράκοι, πρίγκιπες, μάγισσες κ.ά. -  μεγαλώνοντας όμως, αναγκάζονται να περιορίσουν τη φαντασία τους και στο τέλος να την εξαλείψουν ακολουθώντας τις επιταγές της σοβαροφανούς κοινωνίας μας. Ωστόσο, αν καταφέρουμε να κρατήσουμε ζωντανό ένα τμήμα της φαντασίας που είχαμε όταν ήμασταν παιδιά, θα μας ανοιχτούν πόρτες σε κόσμους ονειρικούς…

Το 2015 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις οσελότος το βιβλίο της: «Ο πρίγκιπας του φεγγαριού και άλλα παραμύθια» με εικονογράφηση δική της, αφιερωμένο στην κόρη της Ασπασία και στα παιδιά που έχουν φαντασία!
Με αγάπη από τη Φλώρινα,
Γιώτα Κοτσαύτη.

Η σελίδα του «Ένα κείμενο, μία εικόνα» στο facebook: