Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Η γιαγιά Στυλιανή και τα αλεξανδρινά της

 


Γακοπούλου Βάγια

«Χριστουγεννιάτικο παζάρι δεν θα κάνουμε φέτος;» ρώτησε η κυρία Αριάδνη, η χαμογελαστή δασκάλα της Α’ τάξης, αυτήν τη φορά όμως με κάποια λύπη και ανησυχία στη φωνή της.

«Δεν μπορούμε να το αποφασίσουμε μόνοι μας» απάντησε η διευθύντρια. «Θα το συζητήσουμε με τον σύλλογο γονέων. Όπως ξέρετε, όμως, οι άνθρωποι εδώ είναι μεροκαματιάρηδες και η περιοχή φτωχή. Ακόμη κι αν αποφασίσετε να κατασκευάσετε εσείς με τα παιδιά τα προϊόντα, ποιος θα μας προμηθεύσει τα υλικά;»

Σιωπή έπεσε στον σύλλογο διδασκόντων. Κάθε χρόνο έκαναν το παζάρι και ενίσχυαν με τα κέρδη τοπικούς φορείς που είχαν ανάγκη. Φέτος, όμως, μετά τη μεγάλη καταστροφή από την πλημμύρα του Σεπτέμβρη, ποιος ήταν ικανός να βοηθήσει ποιον;

Έπεσαν πολλές ιδέες στο τραπέζι για παζάρι μεταχειρισμένων, για παραστάσεις με συμβολικό εισιτήριο, μέχρι και το χαρτζιλίκι τους πρότειναν να προσφέρουν κάποια παιδιά για αγορά υλικών. Η σωτηρία όμως ήρθε από κει που δεν το περίμενε κανένας. Η γιαγιά Στυλιανή, που τόση ώρα άκουγε αμίλητη, είπε με σταθερή φωνή:

«Εγώ πιστεύω ότι αυτό που λείπει φέτος από τις καρδιές μας είναι η ελπίδα, η αισιοδοξία ότι θα καταφέρουμε να φτιάξουμε τη ζωή μας από την αρχή. Ξέρετε ότι αγαπάω τα λουλούδια πάρα πολύ και δυστυχώς η πλημμύρα μου τα κατέστρεψε όλα. Μου έμειναν όμως τα αλεξανδρινά μου, που είχα στο θερμοκήπιο της ταράτσας. Σας τα προσφέρω με όλη μου την αγάπη και ξέρω ότι θα κάνετε το καλύτερο για τα παιδιά μας και το χωριό μας».

Όποιος ερχόταν φέτος στο παζάρι του σχολείου, έφευγε με την αγκαλιά γεμάτη κατακόκκινα άνθη και τα μάτια γεμάτα φως, γιατί πάντα θα υπάρχει μια γιαγιά Στυλιανή που με γενναιοδωρία θα προσφέρει ό,τι αγαπά πιο πολύ για να δώσει χαρά κι ελπίδα σε όσους την έχουν χάσει.

Καλά Χριστούγεννα!

 

Κεφεράκη Ευανθία

Χριστούγεννα και η γιαγιά Στυλιανή είχε ετοιμάσει το γιορτινό τραπέζι για την οικογένειά της. Είχε ξυπνήσει από τα χαράματα, για να μαγειρέψει φαγητά και γλυκά. Λίγο πριν έρθουν τα παιδιά και η εγγονή της η Στέλλα έστρωσε το τραπέζι. Έβαλε πιάτα, ποτήρια, μαχαιροπίρουνα και τα αλεξανδρινά της. Όμως φέτος υπήρχε άλλη μια γλάστρα με αυτά τα όμορφα κόκκινα λουλούδια που περίμενε στη μεγάλη συρταριέρα της εισόδου. Όταν τελείωσαν το δείπνο τους, έφτασε η ώρα να φύγουν. Η γιαγιά έδωσε στον κάθε ένα από ένα δώρο.

Όταν έφτασε στην εγγονή της, της έδωσε τη γλάστρα με τα αλεξανδρινά. Η μικρή απογοητεύτηκε γιατί νόμιζε ότι θα της είχε πάρει κάποιο παιχνίδι. Η γιαγιά, που είδε το βλέμμα της μικρής, της ψιθύρισε στο αυτί: «Αυτά τα λουλούδια είναι μαγικά. Βάλ’ τα στο δωμάτιό σου και θα δεις, το βράδυ θα σε περιμένει μια έκπληξη!»

Η μικρή Στέλλα χαμογέλασε και τη φίλησε Όταν έφτασαν στο σπίτι, πήρε τα λουλούδια στο δωμάτιό της. Τα κοίταξε λίγο και σκέφτηκε ότι είναι τα πιο όμορφα που έχει δει. Την πήρε ο ύπνος χωρίς να το καταλάβει... Κάποια στιγμή άκουσε διάφορες φωνούλες και άνοιξε τα μάτια της. Δεν ήταν δυνατόν! Ανάμεσα στα φύλλα των λουλουδιών τραγουδούσαν και χόρευαν μικρές νεράιδες με όμορφα φορέματα και λαμπερά φτερά. Ανακάθισε στο κρεβάτι της και χωρίς να τις ενοχλήσει, τις κοίταζε μέχρι που την πήρε ο ύπνος ξανά. Πριν κοιμηθεί σκέφτηκε ότι αυτό ήταν το καλύτερο δώρο που πήρε ποτέ!

 

Κιζιρίδου Γεωργία

Την πρώτη Κυριακή του Δεκέμβρη η γιαγιά Στυλιανή φρόντιζε να μαζεύει και τα οχτώ εγγόνια της για να στολίσουν για τα Χριστούγεννα. Χαρές, γέλια, χρώματα από τα στολίδια κι αρώματα από το γλυκίσματα κυριαρχούσαν σε όλο το σπίτι. Όλοι μαζί, σαν επαγγελματικό μπαλέτο, συγχρονίζονταν για να τελειώσουν με τον στολισμό και να βγουν την καθιερωμένη αναμνηστική φωτογραφία. Όμως η γιαγιά Στυλιανή είχε και μια ακόμα συνήθεια: Δεν ξεχνούσε να στολίζει και το μπαλκονι, ακόμα και τα παραθυρόφυλλα. Οχτώ γλαστρούλες με αλεξανδρινά φυτά, όσες και τα εγγόνια της κοσμούσαν το μπαλκόνι της. Όταν τα πότιζε, είχε το συνήθειο να απευθύνεται στα αλεξανδρινά με τα ονόματα των εγγονών. Κι όσο φρόντιζε και αγαπούσε τα φυτά, τόσο αυτά ξεπετάγονταν και ψήλωναν. Έτσι και φέτος, που όλα τα εγγόνια είναι πλέον οικογενειάρχες, δεν ξεχνούν να βάζουν μια αλεξανδρινή γλάστρα όταν στολίζουν για τις γιορτές. Κι όταν τις ποτίζουν, αποκαλούν το αλεξανδρινό «Γιαγιά Στυλιανή». Κι έτσι η γιαγιά Στυλιανή θα μείνει για πάντα ζωντανή ως ανάμνηση όσα χρόνια κι αν περάσουν.

 

Κολιαστάση Δήμητρα

Η γλάστρα με τα αλεξανδρινά

Οι γιορτές είναι πάντα συνδεδεμένες με τη μνήμη. Η Ανθή λάτρευε τα Χριστούγεννα από μικρή, όπως τα περισσότερα παιδιά. Είχε μεγαλώσει πια μα αυτή η εποχή τη γυρνούσε πάντα πίσω στη μαγεία των στιγμών. Περνώντας από ένα ανθοπωλείο σταμάτησε για λίγο μπροστά στη βιτρίνα του. Αλεξανδρινά, πάντα υπήρχαν πάνω στο γιορτινό τραπέζι της γιαγιάς, ήταν τα αγαπημένα της αυτήν την περίοδο. Η Ανθή στάθηκε και τα κοίταξε. Οι αναμνήσεις την πλημμύρισαν και τα ανάμεικτα συναισθήματα χαράς και νοσταλγίας χόρευαν μέσα της. Η γιαγιά ήταν μια γλυκιά γυναίκα μα τώρα δεν τους θυμόταν, ίσως να χαμογελούσε καμία φορά, μέσα στη θολή της σκέψη να υπήρχαν κάποιες μικρές αναλαμπές. Χθες, που στόλιζε το δέντρο τραγουδώντας μια γνώριμη μελωδία, την άκουσε να σιγομουρμουρίζει κι εκείνη. Κρέμασε και την τελευταία μπάλα, αυτήν τη γυάλινη που ήταν πολύ παλιά. Η μοναδική που είχε απομείνει από τα στολίδια της γιαγιάς της. Θυμόταν που της έλεγε πως τότε δεν υπήρχε ψεύτικο χιόνι στα κλαδιά αλλά τούφες από βαμβάκι. «Φαντασία να υπάρχει, Ανθή μου και όλα γίνονται μαγικά». Πόσο δίκιο είχε τελικά. Δεν είναι ούτε τα μεγάλα δέντρα ούτε τα λαμπερά φώτα μα οι άνθρωποι πίσω από αυτά. Άνοιξε την πόρτα του ανθοπωλείου. «Μια γλάστρα με αλεξανδρινά, παρακαλώ». Πήρε τα λουλούδια, ευχήθηκε καλές γιορτές και επέστρεφε με συγκίνηση στο σπίτι. Τοποθέτησε τη γλάστρα δίπλα στο κρεβάτι της γιαγιάς. Εκείνη δεν μίλησε, μόνο τα χάιδεψε και γύρισε προς την εγγονή της. Το βλέμμα της, αν και χαμένο, ήταν τόσο τρυφερό. «Καλές γιορτές, γιαγιά μου!»

 

Σκουμιού Ρούλα

«Γιαγιά Στυλιανή!» επαναλαμβανόταν κι η ανησυχία χρωμάτιζε τη γνώριμη φωνή.

«Παρακοιμήθηκα;» συλλογιόταν η ηλικιωμένη τρέχοντας στην πόρτα. Βεβαίωσε τη γειτόνισσα πως ήταν καλά παραδίδοντας τις γλάστρες με τα κατακόκκινα πέταλα αλεξανδρινών. Καμάρωναν για την ομορφιά και γοήτευαν την πλάση. Χειμώνας και δεν άφηνε περιθώρια για πολλά λουλούδια. Χριστούγεννα πλησίαζαν. Αν το φυτώριο της γιαγιάς Στυλιανής δεν έλαμπε από τα γιορτινά φυτά, όλα θα έμοιαζαν πεζά.

Πρόσθεσε γάλα στο άδειο μπολ της Ριρίκας που νιαούριζε ανυπόμονα. Έτρεχε πάλι στην πόρτα. «Γιαγιά Στυλιανή!» ακουγόταν δειλά. Έμπασε τη Σαββούλα, αριστούχα του γειτονικού γυμνασίου. Είχαν συνέντευξη για τη σχολική εφημερίδα. Αξιαγάπητη η γιαγιά των αλεξανδρινών -όπως αλλιώς την αποκαλούσαν. Παρ’ ότι ολομόναχη, βοηθούσε όπου υπήρχε ανάγκη ανιδιοτελώς.

«Γεννήθηκα του Αγίου Στυλιανού στην Αδριανούπολη Παφλαγονίας της Μικρασίας. Εύπορη οικογένεια. Με τους διωγμούς μεταναστέψαμε σε συγγενείς στο Μεξικό. Εκεί γνώρισα έναν Αμερικανό πρέσβη. Γοητεύτηκε από το τοπικό φυτό, την αλεξάνδρα. Το διέδωσε στην πατρίδα του κι εγώ στη δική μας επιστρέφοντας. Οι γονείς μου δεν μπορούσαν την ξενιτιά. Στη νονά μου στεριώσαμε. Πέρασαν τα δύσκολα; αναρωτήθηκα. Aπόκριση δεν πήρα. Αφιερώθηκα ξανά στα λατρεμένα μου αλεξανδρινά. Κοκκινοπράσινα, οιωνοί ζωής. Προσκαλούν ελπίδα κι ομορφάδα στη σκέψη και στα έργα μας, επιμένω να υποστηρίζω...» δήλωσε μεταξύ άλλων. Της δώρισε το πιο αγέρωχο φυτό και βγήκαν. Θα φύτευε όσες περισσότερες αλεξάνδρες στα πάρκα ώστε να υποδέχονταν τα Χριστούγεννα στα γιορτινά τους. Το αστέρι της Βηθλεέμ θα έφεγγε στον μουντό ουρανό, στα σκυθρωπά άλση της πόλης και πίστευε και στην ψυχή κάθε ανθρώπου.

 

Στεργίου Ευαγγελία

Η γιαγιά Στυλιανή ζει σε ένα μικρό χωριό της Ηπείρου μαζί με τον άντρα της, τον Μανόλη. Όλοι στη γειτονιά γνωρίζουν την αγάπη της για τα αλεξανδρινά. Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, από καιρό τα φρόντιζε για να τα χαρίσει στα εγγόνια της την παραμονή των Χριστουγέννων.

Τα Χριστούγεννα πλησίαζαν. Η γιαγιά Στυλιανή είχε στολίσει το σπίτι της και είχε ετοιμάσει τα δώρα κάτω από το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Μύρισε παντού βούτυρο, κανέλα και γαρύφαλλο από τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες που είχε φτιάξει. Σαν έφτασε η παραμονή των Χριστουγέννων, σηκώθηκε από το χάραμα. Ετοίμασε τη γαλοπούλα, την έβαλε στον φούρνο και άρχισε να ετοιμάζει τις πίτες της. Ο κυρ-Μανόλης άναψε το τζάκι και περίμενε με ανυπομονησία τον ερχομό των παιδιών. Όταν χτύπησε το κουδούνι, έτρεξε ν’ ανοίξει. «Τα παιδιά θα είναι» είπε κι όταν τα αντίκρισε, τα μάτια του έλαμψαν από χαρά. Ήταν ο εγγονός του ο Μανολάκης. «Χρόνια πολλά, παππού!» «Χρόνια πολλά, μικρό μου!» Εκείνη τη στιγμή κατέφτασε και η υπόλοιπη οικογένεια. Η γιαγιά Στυλιανή έτρεξε κι εκείνη στην πόρτα, να τους υποδεχτεί. Αγκαλιάστηκαν και αντάλλαξαν ευχές και δώρα. «Κοιτάξτε!» είπε η μικρή Στελλίτσα. «Άρχισε να χιονίζει». Νιφάδες χιονιού χόρευαν στον ρυθμό των χριστουγεννιάτικων τραγουδιών. Σαν έφτασε το βράδυ, κάθισαν όλοι μαζί γύρω από το γιορτινό τραπέζι  που ήταν στολισμένο με αλεξανδρινά.

 

Τσιμερίκα Θωμάη

Η γιαγιά Στυλιανή ξύπνησε νωρίς. Πλησίαζαν τα Χριστούγεννα κι έπρεπε να στολίσει το μικρό ανθοπωλείο της.

Πέρασε μπροστά από τα κόκκινα λουλούδια των Χριστουγέννων. «Καλημέρα, αλεξανδρινά μου» είπε με γλυκιά φωνή. Τα αλεξανδρινά, μικρά και μεγάλα, άρχισαν το χασμουρητό απλώνοντας τα φυλλαράκια τους δεξιά κι αριστερά. Τα πήρε στη ζεστή αγκαλιά της και τα τοποθέτησε ομοιόμορφα στη βιτρίνα, το ένα δίπλα στο άλλο, να έχουν παρέα, να μην είναι μόνα τους. Έξω είχε κρύο, αλλά η γιαγιά Στυλιανή έκλεισε πόρτα και παράθυρο. Δεν ήθελε να κρυώσουν τα λουλούδια της. Ήταν κατακόκκινα, όμοια με φωτιά και τα φύλλα τους γεμάτα ελπίδα. Οι πελάτες μαγνητίζονταν από την ομορφιά τους, μόλις έστρεφαν το βλέμμα στη βιτρίνα.

Όλο τον χρόνο τα φρόντιζε να μην κρυώσουν και να μεγαλώσουν δίχως να αρρωστήσουν. Τα πότιζε όταν διψούσαν. Τους τραγουδούσε, τους μιλούσε γιατί τα αλεξανδρινά έχουν ανάγκη από αγάπη και τρυφερότητα για να αναπτυχθούν.

Κάθε πρωί καθάριζε το τζάμι της βιτρίνας για να μπορούν να παίζουν με τις χρυσές ηλιαχτίδες του ήλιου, περιμένοντας να τα πουλήσει τις μέρες των γιορτών.

Κάθε φορά που πουλούσε ένα για δώρο, το στόλιζε με κορδέλες. Άγγιζε απαλά τα κόκκινα λουλούδια του, αποχαιρετώντας και ευχαριστώντας το για όσα της πρόσφερε όλο τον χρόνο, για την αγάπη του.

Το σχήμα του άνθους τους δεν το ξεχνούσε κανείς. Έμοιαζε με το αστέρι της Βηθλεέμ. Είχαν θρησκευτική αξία για τη γιαγιά, της θύμιζαν «το αστέρι που εμφανίστηκε στον ουρανό, το βράδυ που γεννήθηκε ο Χριστός».

 

Φωτάκη Ελένη

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα χωριό που ονομαζόταν Αλεξανδρινό. Ήταν γνωστό για τα χιλιάδες αλεξανδρινά λουλούδια που φύτρωναν σε κάθε σπίτι, γλάστρα και περιβόλι παραμονές Χριστουγέννων. Οι κάτοικοι ασχολούνταν αποκλειστικά με την καλλιέργεια τους και προμήθευαν με αυτά τις γύρω πόλεις τις άγιες μέρες.

Κοντά στην πλατεία του χωριού ήταν και το σπιτάκι της γιαγιάς Στυλιανής. Ζούσε συντροφιά με τον γαϊδαράκο της, δυο τρεις κοτούλες και την κατσικούλα της. Κάθε παραμονή Χριστουγέννων σηκωνόταν νωρίς και φούρνιζε τα μπισκότα της, που τα στόλιζε με κόκκινη ζαχαρόπαστα. Μαντέψατε το σχέδιο των μπισκότων; Μα φυσικά κόκκινα αλεξανδρινά λουλούδια. Τα παιδιά τα λάτρευαν, δεν είχε χρήματα να τους δώσει για τα κάλαντα μα τα μπισκότα της άξιζαν όσο όλο το χρυσάφι του κόσμου.

Είχε κι ένα χωραφάκι και φρόντιζε να έχει κάθε λογής κηπευτικά όλη τη διάρκεια του έτους και φυσικά σε μια γωνίτσα τα κόκκινα άνθη.

Ο χειμώνας ήρθε βαρύς εκείνη τη χρονιά, το βράδυ το χιόνι έπεσε πυκνό και πάγωσε τα φυτά. Το επόμενο πρωί το χωριό βρισκόταν σε απόγνωση. Χωρίς αλεξανδρινά δεν θα είχαν Χριστούγεννα. Η γιαγιά ντύθηκε μεμιάς με το αγαπημένο της χρώμα, το κόκκινο. Σκουφί, μπότες, γάντια, κάπα και, σαν άλλη Κοκκινοσκουφίτσα, μπήκε στο περιβόλι της. Έπιασε να καθαρίζει τα πέταλα και τους μίσχους, τραγουδούσε και έλεγε λόγια παρήγορα.

Άρχισε να κλαίει και το δάκρυ της πάγωσε σαν μικρό διαμαντάκι πάνω σε κάθε λουλούδι. Ο ήλιος την άκουσε, πέταξε το κρύο συννεφένιο πάπλωμά του, έτριψε τις αχτίδες του να ζεσταθούν και τις ακούμπησε στα αλεξανδρινά. Μέχρι το μεσημέρι το περιβόλι της γιαγιάς ήταν γεμάτο κόκκινα λουλούδια.

Η καλή γριούλα έδωσε σε κάθε σπίτι μια γλάστρα, για να γιορτάσουν όλοι όπως κάθε φορά.

Καλά Χριστούγεννα!

 

 

 

Γράφτηκαν με αφορμή το παιχνίδι γραφής εδώ:

https://www.facebook.com/groups/1006082537869676

 

Θα χαρούμε πολύ να μας γράφετε τις εντυπώσεις σας ή, αν είστε εκπαιδευτικοί και δουλέψετε με κάποια ιστορία στην τάξη σας, να μοιραστείτε την εμπειρία.

Το παρόν ιστολόγιο λειτουργεί, εδώ και δέκα χρόνια, αποκλειστικά και μόνο αφιλοκερδώς (δεν έχει καν διαφημίσεις, όπως η πλειοψηφία των ιστολογίων) κι η ανατροφοδότησή σας είναι για μας ένα ισχυρό κίνητρο για να συνεχίσουμε.

Ηλεκτρονική διεύθυνση επικοινωνίας: yotakotsafti1@yahoo.gr

Ευχαριστούμε θερμά!

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Για πες μας, πώς σου φάνηκε;